Τροφή για σκέψη...

Ελεύθερος συνειρμός

image Ο ελεύθερος συνειρμός είναι ένα από τα βασικά εργαλεία της ψυχοθεραπείας. Στη διαδικασία αυτή ο αναλυόμενος καλείται να εκφράσει λεκτικά όλες του τις σκέψεις χωρίς να τις λογοκρίνει. Στόχος της διαδικασίας είναι να εμφανιστεί το ασυνείδητο υλικό που ταλαιπωρεί τον αναλυόμενο έτσι ώστε αυτός να το επεξεργαστεί κατάλληλα και τελικά να καταφέρει να διάγει ένα βίο χωρίς αγκυλώσεις ή εκκρεμότητες από το παρελθόν. Παρότι η κεντρική ιδέα πίσω από τον ελεύθερο συνειρμό είναι απλή και αποτελεσματική, στην πράξη προκύπτει ότι το κύριο πρόβλημα με αυτόν είναι πως ο αναλυόμενος, ειδικά στα αρχικά στάδια της ανάλυσης του, πολύ σπάνια και με πολύ δυσκολία μπορεί να εκφράσει λεκτικά τον εσωτερικό του κόσμο χωρίς να τον λογοκρίνει. Με άλλα λόγια στα αρχικά στάδια το πρόβλημα δεν είναι πως θα επεξεργαστούμε τον ελεύθερο συνειρμό αλλά το πως θα παρακάμψουμε ή/και αποδομήσουμε τις αντιστάσεις από τις οποίες αυτός συνοδεύεται.

Χωρίς να αναφέρουμε τα σχεδόν αμέτρητα είδη των αντιστάσεων μπορούμε να πούμε ότι συνήθως αυτές καταλήγουν σε εκλογίκευση ή/και εξιδανίκευση ή/και απώθηση. Στην περίπτωση της εκλογίκευσης ο αναλυόμενος προσπαθεί επί της ουσίας να εξηγήσει τα ανεξήγητα. Μια ακραία - ενδεικτική εκδοχή είναι η εξής : "χτυπάω το κεφάλι μου στον τοίχο μέχρι να σπάσει γιατί νοιώθω ότι έχει γίνει σαν μπαλόνι και θέλω να χαλαρώσω". Στην περίπτωση της εξιδανίκευσης ο αναλυόμενος πιστεύει ότι έχει περισσότερες ή/και καλύτερες ή/και μεγαλύτερες ικανότητες - δυνατότητες από πολλούς άλλους και για τον λόγο αυτό μπορεί να κάνει κάτι στο οποίο κάποιοι άλλοι ενδεχομένως να αποτύχουν. Μια ακραία - ενδεικτική εκδοχή είναι η εξής : "οι γυναίκες δεν πρέπει να παίρνουν δίπλωμα οδήγησης γιατί δεν έχουν καλή αίσθηση του χώρου". Στην περίπτωση της απώθησης ο αναλυόμενος δε θέλει να αναδυθεί το ασυνείδητο υλικό γιατί σχετίζεται με κάποιο γεγονός ή/και τραύμα που του προκαλεί πολύ έντονη συναισθηματική φόρτιση την οποία δεν μπορεί να διαχειριστεί. Μια ακραία - ενδεικτική εκδοχή είναι η παιδική σεξουαλική κακοποίηση.

Έχοντας κατά νου τα ανωτέρω είναι σχετικά εύκολο να συνειδητοποιήσουμε ότι συνήθως όταν θέλουμε να κρύψουμε κάτι τότε χρησιμοποιούμε την ομιλία σε συνδυασμό με τις διανοητικές μας ικανότητες για να πούμε ένα εύγλωττο παραμύθι. Ο κύριος λόγος για τον οποίο αυτό συμβαίνει είναι γιατί είμαστε συστηματικά εκπαιδευμένοι να χρησιμοποιούμε κυρίως τη διανόηση μας, οπότε αυτή είναι ένα εύκολα προσβάσιμο εργαλείο. Αυτόματα, επίσης, προκύπτει ότι το να χρησιμοποιεί ένας ψυχοθεραπευτής τη διανόηση για να παρακάμψει ή/και να αποδομήσει τις εκάστοτε αντιστάσεις είναι εκ προοιμίου ένα δύσκολο έργο και αυτός είναι ένας από τους σοβαρούς λόγους που μπορούν να καταστήσουν τις αμιγώς διαλεκτικές ψυχοθεραπείες ιδιαίτερα χρονοβόρες (πχ δέκα χρόνια ή και περισσότερο). Εξαιτίας των ανωτέρω προκύπτει η ανάγκη για τρόπους παράκαμψης ή/και αποδόμησης των αντιστάσεων που δε θα έχουν ως βασικό εργαλείο τη διανόηση. Για να βρούμε αυτά τα εργαλεία το μόνο που χρειάζεται να κάνουμε είναι να θυμηθούμε ότι ο άνθρωπος πέρα από τις διανοητικές ή άλλες ικανότητες του είναι ένα ζώο όπως ο σκύλος, η γάτα κλπ και άρα εκφράζεται όχι μόνο λεκτικά αλλά και με τη γλώσσα του σώματος. Επιπλέον, χρειάζεται να θυμηθούμε ότι ήδη από την ανώτερη παλαιολιθική εποχή (περίπου 40.000 χρόνια πριν) ο άνθρωπος εκφράζεται μέσω της τέχνης (βλ. σπήλαιο Αλταμίρα στην Ισπανία).

Είναι γνωστό και μάλλον οικείο σε όλους μας ότι ο σύγχρονος άνθρωπος κινείται ελάχιστα στην καθημερινότητα του. Αυτό σε πρακτικό επίπεδο σημαίνει ότι ο σύγχρονος άνθρωπος έχει πολύ μικρή επίγνωση της γλώσσας του σώματός του. Επιπλέον, είναι γνωστό σε όλους ότι το σώμα δε λέει ποτέ ψέματα. Για την ακρίβεια μπορούμε ενδεχομένως να πούμε μερικά ψέματα χρησιμοποιώντας τη γλώσσα του σώματος, αλλά αυτά συνήθως είναι αρκετά επιφανειακά ή/και δεν μπορούν να έχουν διάρκεια. Αυτό οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι η γλώσσα του σώματος με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο θα καταλήξει σε αλλαγή της αναπνοής και όλοι γνωρίζουν ότι δεν μπορείς να ελέγξεις για μεγάλο χρονικό διάστημα τον τρόπο με τον οποίο αναπνέεις. Το αποτέλεσμα όλων αυτών είναι ότι το σώμα του καθενός καθίσταται ως ο αυθεντικότερος εκφραστής του ασυνειδήτου και των συναισθημάτων του και αυτό που κατά βάση χρειάζεται να κάνουμε είναι να το παρατηρήσουμε. Αυτή η παρατήρηση είναι που θα μας επιτρέψει να εστιάσουμε στο παρόν και θα επαναφέρει την αναπνοή στη φυσιολογική της κατάσταση. Αναπνέοντας, όμως, καλύτερα δίνεται η δυνατότητα στον εγκέφαλο να επεξεργαστεί αποτελεσματικότερα ότι μας απασχολεί και αυτό θα επιφέρει σχεδόν μοιραία τις αλλαγές που απαιτούνται για να απολαμβάνουμε τη ζωή, τουλάχιστον όσο δεν υπάρχει κάποιος αντικειμενικός κίνδυνος όπως ένας πόλεμος, ένας δολοφόνος κλπ. Φυσικά, οι αγκυλώσεις του σώματος δεν είναι ευκολότερες από τις διανοητικές αλλά είναι συνήθως πιο διαχειρίσιμες δεδομένου ότι πέρα από τη σωματική ψυχοθεραπεία μπορούμε πάντα να υποστηρίξουμε το σώμα μας και με την απλή γυμναστική, με ένα καλό μασάζ, παίζοντας με το κατοικίδιο μας, επισκεπτόμενοι ένα χειροπράκτη κλπ.

Σε ότι αφορά στην τέχνη και την ψυχοθεραπευτική της επίδραση δε χρειάζεται να ειπωθούν πολλά πράγματα, αφού αυτή είναι γνωστή και καταγεγραμμένη ήδη από την εποχή του Ιπποκράτη. Ομοίως, δε χρειάζεται να ειπωθούν πολλά σε σχέση με το ότι μέσω της τέχνης μπορούμε να εκφράσουμε ή/και να αναγνωρίσουμε τα πιο βαθιά μας συναισθήματα γιατί αυτό είναι κάτι που όλοι ανεξαιρέτως έχουμε βιώσει κάποια φορά στη ζωή μας. Επιπλέον, με δεδομένο ότι οι περισσότεροι από εμάς δεν έχουμε κάποια συστηματική - επαγγελματική σχέση με την τέχνη, προκύπτει αβίαστα ότι κάθε φορά που εκφραζόμαστε μέσω της τέχνης, αυτόματα εκφράζουμε τον βαθύτερο εαυτό μας γιατί μας είναι τεχνικά αδύνατο να τον κρύψουμε. Παράλληλα, η τέχνη στην πράξη απαιτεί τόσο τη χρήση του σώματος (πχ χρησιμοποιούμε το χέρι μας για να ζωγραφίσουμε και στήνουμε κατάλληλα όλο μας το σώμα για να κρατήσουμε καλά το μολύβι μας), όσο και τη χρήση της διανόησης (γιατί πέρα από το συναίσθημα αποτυπώνεται πάντα και κάποιο μήνυμα - ιστορία προς τον θεατή). Άρα σε πρακτικό επίπεδο, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε την τέχνη είτε ως ένα καθρέπτη του εαυτού μας, είτε ως ένα χώρο εκπαίδευσης μέσα στον οποίο μαθαίνουμε να εκφράζουμε τα συναισθήματα μας και να τα διαχειριζόμαστε με ένα τρόπο που θα μας επιτρέψει να στέλνουμε ένα σαφές και κατανοητό μήνυμα στον θεατή μας. Όλα αυτά καθιστούν την τέχνη ως ένα ολοκληρωμένο - ολιστικό ψυχοθεραπευτικό εργαλείο του οποίου οι δυνατότητες - εφαρμογές εξαρτώνται σχεδόν αποκλειστικά από την εφευρετικότητα του ψυχοθεραπευτή. Κατά τα υπόλοιπα, όπως και στην περίπτωση της σωματικής ψυχοθεραπείας, έτσι και στη θεραπεία μέσω των τεχνών γίνεται εξαρχής αρκετά σαφές ότι δε διακυβεύεται τίποτα ουσιώδες όταν απλά ζωγραφίζεις σε ένα κομμάτι χαρτί ή όταν χτυπάς τα χέρια σε κάποιο ρυθμό που σου αρέσει κλπ. Το αποτέλεσμα αυτής της διαπίστωσης είναι ότι δεν υπάρχει αντίστοιχα κανένας ουσιώδης λόγος εμφάνισης κάποιας αντίστασης.

Κλείνοντας αυτή την ανάλυση είναι σημαντικό να συνειδητοποιήσουμε ότι η (δια)λεκτική, η σωματική και η μέσω της τέχνης ψυχοθεραπεία είναι αλληλοσυμπληρούμενες και όχι αλληλοαποκλειόμενες. Αυτό συμβαίνει γιατί όλοι οι άνθρωποι χρησιμοποιούν στη ζωή τους ταυτόχρονα και την ομιλία και το σώμα τους και την τέχνη και είναι ο συνδυασμός αυτών που τους καθιστά ολοκληρωμένους. Προφανώς, η αναλογία με την οποία ο καθένας χρησιμοποιεί το κάθε ένα από αυτά διαφέρει και το ζητούμενο είναι να βρει ποια είναι η σωστή αναλογία, δηλαδή η αναλογία που του επιτρέπει να λειτουργήσει με τον αποτελεσματικότερο τρόπο και να απολαύσει τη ζωή του στο μέγιστο δυνατό βαθμό. Αντίστοιχα, δεν έχει νόημα να πούμε ότι θα δουλέψει κάποιος πρώτα με το σώμα ή πρώτα με την τέχνη κλπ. Οι ιδιαιτερότητες του καθενός και της κάθε περίστασης είναι αυτές που μας οδηγούν στη χρήση του ενός ή του άλλο εργαλείου. Αυτό που προέχει όμως είναι να έχουμε πάντα διαθέσιμα στην εργαλειοθήκη μας όλα τα πιθανά εργαλεία και να είμαστε πάντα σε θέση να τα αξιοποιήσουμε όσο, όπως και όποτε χρειαστεί.