Περί χαρακτήρα
- Από που προέρχεται η λέξη χαρακτήρας;
Προέρχεται από το ρήμα χαράζω (ή χαράσσω), που σημαίνει δημιουργώ μια σχετικά βαθιά
γραμμή πάνω σε ένα αντικείμενο ή γύρω από ένα αντικείμενο (περιχαράσσω).
- Τι σκοπό έχει ο χαρακτήρας; Σκοπός του είναι να χαράξει μια διαχωριστική γραμμή ή μια διαχωριστική επιφάνεια ανάμεσα στον εαυτό
μου και τον υπόλοιπο κόσμο και έτσι να με προστατεύσει από τους κινδύνους του εξωτερικού κόσμου.
- Με τι μοιάζει ο χαρακτήρας;
Μοιάζει με ένα μπαλόνι. Μέσα στο μπαλόνι είναι ο εαυτός μας και έξω από το μπαλόνι είναι όλος ο
υπόλοιπος κόσμος και κυρίως αυτά που μας απειλούν.
- Ποιος είναι ο ιδανικός χαρακτήρας - μπαλόνι;
Ο ιδανικός χαρακτήρας είναι ο γενετήσιος. Αυτός μοιάζει με ένα μπαλόνι που δεν
σπάει αν το φουσκώσουμε λίγο παραπάνω από όσο συνήθως ή/και αν ακουμπήσει ένα άλλο μπαλόνι ή/και αν αλλάξει το σχήμα του επειδή
ακούμπησε άλλα μπαλόνια. Αυτό το ιδανικό μπαλόνι μπορούμε να το ξαναφουσκώσουμε αν για κάποιο λόγο έχει χάσει λίγο αέρα. Ο
γενετήσιος χαρακτήρας μπορεί να απολαύσει την ζωή (και πρωτίστως τον έρωτα) σε όλες τις περιστάσεις, που πρακτικά, συνήθως, σημαίνει
ότι μπορεί να ελέγξει την αναπνοή του ότι και αν του συμβεί.
- Τι γίνεται αν το μπαλόνι έχει τρύπα;
Το μπαλόνι αυτό στην πραγματικότητα δεν θα μπορεί ποτέ να είναι ένα κανονικό μπαλόνι
γιατί όσες φορές και αν το φουσκώσεις αυτό πάντα θα ξεφουσκώνει και θα χάνει το σχήμα, τον όγκο και το περιεχόμενο του, δηλαδή τον
εαυτό του. Επιπλέον, επειδή ακριβώς έχει τρύπα και φεύγει ανεξέλεγκτα αέρας από μέσα του και η κίνηση του είναι εξίσου ανεξέλεγκτη.
Ο χαρακτήρας που μοιάζει με αυτό το μπαλόνι είναι ο ψυχωτικός (γνωστός και ως τρελός!) που έχει πραγματική δυσκολία να αντιληφθεί
ορθά τον εαυτό του και φυσικά και τον υπόλοιπο κόσμο και για τον λόγο αυτό βλέπει παντού εχθρούς, φαντάσματα κλπ.
- Τι γίνεται αν το μπαλόνι μοιάζει πολύ με μπάλα ποδοσφαίρου;
Το σημαντικότερο πρόβλημα αυτού του μπαλονιού είναι ότι δεν
μπορεί να αλλάξει σχεδόν καθόλου το σχήμα του, ειδικά όταν έρχεται σε επαφή με άλλες μπάλες ποδοσφαίρου. Κάποιες φορές μάλιστα
υπάρχει πιθανότητα το μπαλόνι αυτό να σπάσει. Σε κάθε περίπτωση αισθάνεται κάθε επαφή ως σύγκρουση και βρίσκεται σε μόνιμη ένταση.
Ο χαρακτήρας που μοιάζει με την μπάλα ποδοσφαίρου είναι ο νευρωτικός που προσπαθεί χρησιμοποιώντας εκλογικεύσεις ή εξιδανικεύσεις να
δικαιολογήσει τις υπερβολικές συμπεριφορές του. Αν αυτό δεν το καταφέρει τότε σωματικοποιεί όλη την ένταση που του επιβάλει ο
χαρακτήρας του (πχ έχει διάφορα τικ, έντονους πόνους στην κοιλιά κλπ). Εννοείται ότι δεν μπορεί να απολαύσει την ζωή (ούτε λόγος για
τον έρωτα!) και η αναπνοή του είναι σαφώς διαταραγμένη (πχ είναι ρηχή) σε καθημερινή βάση.
- Τι γίνεται αν το μπαλόνι μοιάζει με μπαλάκι του πινγκ-πονγκ;
Αυτό είναι μια ακραία εκδοχή της μπάλας ποδοσφαίρου. Κάθε
επαφή με άλλο αντικείμενο βιώνεται ως βίαιη σύγκρουση και αυτόματα απομακρύνεται από αυτό. Οι άνθρωποι που έχουν χαρακτήρα τόσο
άκαμπτο (δηλαδή είναι πολύ έντονα νευρωτικοί) λέμε ότι πάσχουν από συγκινησιακή πανούκλα και αδυνατούν πλήρως να εκφράσουν ή να
νοιώσουν οποιοδήποτε συναίσθημα. Οποιοδήποτε συναίσθημα και αν εκφραστεί από κάποιον άλλον προσπαθούν απεγνωσμένα να το αποκρούσουν.
Το οξυγόνο τους έχει αντικατασταθεί από τις εκλογικεύσεις και τις εξιδανικεύσεις, οπότε και η σωματική τους κατάσταση είναι συνήθως
τραγική σε πολλά επίπεδα. Ένα συνηθισμένο συναίσθημα τους είναι η θλίψη εξαιτίας της έλλειψης επαφής με τους άλλους ανθρώπους.
Πάντα βέβαια αυτή η θλίψη κρύβεται πίσω από τον θυμό.
- Τι γίνεται αν το μπαλόνι μοιάζει με τρύπια μπάλα ποδοσφαίρου;
Σε αυτή την περίπτωση μπορείς να συνδυάσεις την περιγραφή του
τρύπιου μπαλονιού και της μπάλας ποδοσφαίρου. Το μπαλόνι κινείται σαν τρελό επειδή έχει τρύπα από την οποία χάνει ανεξέλεγκτα αέρα
αλλά ταυτόχρονα οποιοδήποτε επαφή φαίνεται ως σύγκρουση και είναι ανεπιθύμητη. Ο χαρακτήρας που μοιάζει με αυτό το μπαλόνι είναι ο
μανιοκαταθλιπτικός και ανάλογα με τις περιστάσεις μπορεί να είναι γεμάτος ενέργεια (όπως ο μανιακός) ή να κάθεται μόνος του σε μια
γωνίτσα (όπως ο καταθλιπτικός).
- Πόσων ειδών μπαλόνια υπάρχουν;
Αμέτρητα! Ενδεικτικά ένα μπαλόνι μπορεί να είναι αρκετά ελαστικό στη μια του πλευρά αλλά
πολύ σκληρό ή και άκαμπτο σε κάποια άλλη πλευρά του. Μπορεί ταυτόχρονα να έχει και μια μικρή τρυπίτσα από την οποία όμως να χάνει
πολύ αργά αέρα οπότε να μην επηρεάζεται πολύ η κίνηση του. Τα αντίστοιχα ισχύουν και για τους ανθρώπινους χαρακτήρες.
- Πως μπορεί να επιδιορθωθεί ένα τρύπιο μπαλόνι;
Αν υποθέσουμε ότι η τρύπα του είναι μικρή ένα κομματάκι σελοτέιπ είναι
αρκετό. Διαφορετικά ένα μεγάλο μπάλωμα είναι απαραίτητο. Βέβαια ότι και αν του βάλουμε το επίμαχο σημείο θα είναι πάντα προβληματικό
γιατί το μπάλωμα δεν είναι ποτέ τέλειο ούτε έχει την ίδια αίσθηση με το υπόλοιπο μπαλόνι. Μια μικρή τρύπα μπορεί επίσης να καλυφθεί
αν κάποιο άλλο μπαλόνι ακουμπάει συνέχεια το τρύπιο μπαλόνι. Με άλλα λόγια η επαφή δυο μπαλονιών θα μπορούσε σε κάποιες περιπτώσεις
να μειώσει την απώλεια αέρα. Επιπλέον αν υπάρχουν πολλά μπαλόνια γύρω από το τρύπιο μπαλόνι τότε αυτό δεν θα έχει πολύ χώρο για να
τρέχει ανεξέλεγκτα στον χώρο και έτσι και οι συγκρούσεις θα είναι συχνές αλλά πολύ μικρότερης έντασης και άρα διαχειρίσιμες. Στους
ανθρώπους αυτά σημαίνουν ότι κάποια βότανα ή φάρμακα θα διορθώνανε την κατάσταση όπως τα μπαλώματα στα μπαλόνια, αλλά ταυτόχρονα η
ανθρώπινη επαφή (δηλαδή η αγκαλιά κυριολεκτικά ή μεταφορικά) καθώς και η προσπάθεια για συστηματική ένταξη στην κοινωνία μετριάζει
όλα τα προβλήματα (σε αντίθεση με την ιδρυματοποίηση).
- Πως μπορεί να επιδιορθωθεί ένα μπαλόνι που μοιάζει με μπάλα ποδοσφαίρου;
Ένα μπαλόνι που έχει αρχίσει να γίνεται άκαμπτο
μπορεί να μαλακώσει όπως και ένα πορτοκάλι, δηλαδή κάνοντάς του μασάζ! Αυτό σημαίνει αφενός ότι μαλακώνει το υλικό από το οποίο
είναι φτιαγμένο αλλά και αφετέρου ότι μπορεί να χάσει λίγο αέρα που θα κάνει όλη την κατάσταση λίγο πιο υποφερτή αφού θα μειωθεί η
πίεση. Φυσικά πάντα θα έχει την αίσθηση του άκαμπτου αλλά τουλάχιστον δεν θα αισθάνεται κάθε επαφή ως σύγκρουση. Αντίστοιχα ο
νευρωτικός χαρακτήρας γίνεται πιο γενετήσιος όταν του κάνουμε ψυχολογικό μασάζ, προσπαθώντας δηλαδή να του δείξουμε κάθε φορά
έμπρακτα αλλά και σε θεωρητικό επίπεδο ότι τα πράματα είναι πιο απλά από ότι θεωρεί και ότι μπορεί να επιβιώσει χωρίς να χρειάζεται
κάποια πανοπλία. Είναι σημαντικό επίσης να του δείχνουμε συχνά πόσο τον δυσκολεύει η πανοπλία που κουβαλάει έτσι ώστε να
συνειδητοποιήσει και μόνος του ότι η πανοπλία δεν είναι και δεν μπορεί να είναι φυσικό κομμάτι του εαυτού του.
- Πως μπορεί να επιδιορθωθεί ένα μπαλόνι που έχει μετατραπεί σε μπαλάκι του πινγκ-πονγκ;
Μάλλον δεν επιδιορθώνεται γιατί
οποιαδήποτε μάλαξη θα κάνει το μπαλάκι απλά να τσαλακωθεί αλλά σε καμία περίπτωση δεν θα αποκτήσει κάποιου είδους ευκαμψία. Οι
άνθρωποι που πάσχουν από συγκινησιακή πανούκλα χρειάζονται συστηματική επαγγελματική βοήθεια. Ο τυπικός άνθρωπος πιθανότατα θα είναι
ανίκανος να τους αντιμετωπίσει - διαχειριστεί - ενσωματώσει στη ζωή του με οποιαδήποτε φυσιολογικό τρόπο.
- Πως μπορεί να επιδιορθωθεί ένα μπαλόνι που μοιάζει με τρύπια μπάλα ποδοσφαίρου;
Αρκεί να κάνουμε ότι κάνουμε σε ένα τρύπιο
μπαλόνι και σε ένα μπαλόνι που μεταλλάχθηκε σε μια μπάλα ποδοσφαίρου.
- Ποια ελαττωματικά μπαλόνια και γιατί αντιδρούν σθεναρά τόσο στην δική τους επιδιόρθωση όσο και στην επιδιόρθωση των άλλων;
Τα μπαλόνια που έχουν μεταλλαχθεί σε μπάλες ποδοσφαίρου ή μπαλάκια του πινγκ-πονγκ αντιδρούν ιδιαίτερα σθεναρά σε οποιαδήποτε
επιδιόρθωση. Ο λόγος είναι ότι όλες οι επιδιορθώσεις σε κάποιο σημείο τους απαιτούν την επαφή. Αυτές οι δύο κατηγορίες μπαλονιών
απεχθάνονται ιδιαίτερα κάθε επαφή οπότε αντιδρούν σθεναρά σε οποιαδήποτε προσπάθεια ίασης. Στο ανθρώπινο επίπεδο οι αντίστοιχοι
χαρακτήρες θα κάνουν ένα σωρό εκλογικεύσεις ή εξιδανικεύσεις για να αποφύγουν κάθε επαφή που θα προκαλέσει ίαση δική τους ή κάποιου
άλλου. Ενδεικτικά, θα πουν ότι είναι πολύ ακριβό να σπαταλάμε χρήματα για την αναβάθμιση των φυλακών (εκλογίκευση αφού αναφέρεται
στα οικονομικά - χωρίς όμως να λένε πόσο κοστίζει πχ το να χάνεις ανθρώπινο δυναμικό), αφού σε αυτές βρίσκονται αποβράσματα που ποτέ
δεν θα καταφέρουν να γίνουν κανονικοί άνθρωποι (εξιδανίκευση αφού θεωρούν τους εαυτούς τους τέλειους - αγαθούς και τους
φυλακισμένους ελαττωματικούς εκ κατασκευής κλπ).
- Πως ένα μπαλόνι καταλήγει να γίνεται ελαττωματικό;
Όταν ένα μπαλόνι είναι μικρό είναι πολύ ευάλωτο και άρα αν έρθει σε
επαφή με κάποιο μπαλόνι προβληματικό, τότε θα πρέπει να του μοιάσει αφενός γιατί αυτό το μαθαίνουν να κάνει αλλά κυρίως γιατί δεν
έχει άλλη ουσιαστική επιλογή. Αν δηλαδή είσαι μικρός και εν γένει ευάλωτος (επειδή ακριβώς είσαι μικρός) και χτυπηθείς από ένα
τρύπιο μπαλόνι που πηγαίνει από εδώ και από εκεί σαν τρελό ή αν χτυπηθείς από ένα άκαμπτο μπαλόνι που κάθε επαφή την θεωρεί
σύγκρουση τότε το αναμενόμενο είναι να μην αντέξεις την σύγκρουση και να τρυπήσεις και εσύ σε κάποιο σημείο σου. Εναλλακτικά, αν
καταφέρεις και δεν τρυπηθείς τότε θα ξεκινήσεις να σκληραίνεις και εσύ απλά για να αντέξεις τις επόμενες συγκρούσεις. Ο μόνος τρόπος
να μην γίνεσαι σκληρός ή να μην τρυπιέσαι σε κάθε επαφή είναι οι επαφές σου να είναι εξαρχής ήπιες και όχι έντονες, οπότε θα
φτιάχνεις ομαλά όλη σου την άμυνα απέναντι στις εξωτερικές απειλές. Αυτό όμως προϋποθέτει ότι τα μεγάλα μπαλόνια δεν έχουν τρύπες ή
δεν έχουν μεταλλαχθεί σε μπάλες ποδοσφαίρου και άρα κάθε φορά που σε ακουμπάνε η επαφή δεν αποτελεί τραυματική εμπειρία. Αν πχ οι
γονείς σου έτρωγαν ξύλο όταν ήταν μικροί τότε θα έχουν αναγκαστεί πχ να κάνουν μια εκλογίκευση του τύπου "οι γονείς μου με δέρνανε
για το καλό μου", αλλά στην πράξη απλώς θα έχουν γίνει άκαμπτοι και θα αισθάνονται τις παιδικές αταξίες σου ως συγκρούσεις, οπότε
μοιραία θα αρχίσουν πάλι τις εκλογικεύσεις και θα αρχίσουν να σε δέρνουν για να σε συνετίσουν κλπ οπότε και εσύ θα γίνεις νευρωτικός
όπως και αυτοί.
- Πως μπορεί να σταματήσει ο φαύλος κύκλος της αναπαραγωγής ελαττωματικών μπαλονιών;
Τα συνήθη μπαλόνια είναι μόνο σε μερικά
σημεία άκαμπτα ή έχουν το πολύ μια μικρή τρυπούλα. Αυτό σημαίνει ότι μπορούν να συγκρίνουν εύκολα τα ελαττωματικά τους τμήματα με τα
υγιή τμήματα τους. Η σύγκριση είναι το πρώτο αποφασιστικό βήμα για την επιστροφή τους στην πλήρη υγεία. Όταν γίνει αυτή η διαπίστωση
τότε κάνουν στα άρρωστα τμήματα ότι κάνανε στα υγιή έτσι ώστε να είναι όλα υγιή. Όταν αυτό γίνει τότε και οι απόγονοι τους θα είναι
υγιείς. Στους ανθρώπους κάθε νευρωτικό χαρακτηριστικό έχει και μια αντίστοιχη σωματική έκφραση (βλ. γλώσσα του σώματος). Έτσι κάθε
ακαμψία του χαρακτήρα μας εκφράζεται και από μια αντίστοιχη σωματική ακαμψία. Όταν την εντοπίσουμε τότε αρχίζουμε και δουλεύουμε
παράλληλα τόσο την σωματική ακαμψία όσο και την ψυχική ακαμψία με την οποία συνδέεται (ενδεικτικά σκεφτείτε πόση ευεξία προσφέρει
λίγη απλή καθημερινή γυμναστική).
- Ποιος μπορεί να μας βοηθήσει στην προσπάθεια μας να αποκαταστήσουμε τα ελαττώματα του μπαλονιού μας;
Η σύγχρονη λύση είναι
ο ψυχοθεραπευτής, γιατί είναι αυτός που ασχολείται συστηματικά με τις σχέσεις των ανθρώπων και τα συναίσθημα που δημιουργούνται από
αυτές. Η κλασική λύση είναι οι άνθρωποι του θεάτρου, του χορού και γενικότερα οι άνθρωποι της τέχνης, γιατί η τέχνη ασχολείται με τα
συναισθήματα και το πως αυτά μπορούν να εκφραστούν με ή χωρίς λέξεις.
Υ.Γ. Τα ανωτέρω αποτελούν μόνο τροφή για σκέψη και όχι επιστημονική γνώση.
Θέλετε να μοιραστείτε το άρθρο με τους φίλους σας;  
 
 
 
Αγάπη - Μίσος
- Τι είναι η αγάπη;
Η αγάπη είναι ένα συναίσθημα.
- Τι είδους συναίσθημα είναι η αγάπη;
Η αγάπη είναι ένα ευχάριστο συναίσθημα και φυσικά επιθυμητό.
- Πώς αισθανόμαστε την αγάπη;
Την αγάπη την αισθανόμαστε με όλο μας το σώμα, σε αντίθεση με άλλες αισθήσεις που τις
αισθανόμαστε μόνο με ένα όργανο μας (π.χ. την αίσθηση του γεύσης την αισθανόμαστε με την γλώσσα μας, την αίσθηση της ακοής την
αισθανόμαστε με το αυτί κλπ).
- Σε τι κατάσταση βρίσκεται το σώμα μας όταν αγαπάμε ή όταν μας αγαπάνε;
Το σώμα μας όταν αγαπάμε ή όταν μας αγαπάνε είναι
χαλαρό-ήρεμο, όπως ακριβώς συμβαίνει όταν αισθανόμαστε οποιοδήποτε ευχάριστο συναίσθημα (ειδική συζήτηση γίνεται μόνο για το
συναίσθημα του έρωτα).
- Πώς λέει το σώμα μας σε κάποιον ότι τον αγαπάει;
Όταν αγαπάμε κάποιον τότε τον αγκαλιάζουμε ή θέλουμε να τον
αγκαλιάσουμε.
- Γιατί η αγάπη είναι τόσο σημαντική;
Επειδή η αγκαλιά που συνοδεύει την αγάπη είναι ο πιο πλήρης τρόπος να μιλήσεις -
αλληλεπιδράσεις (βλ. γλώσσα του σώματος ) με αυτόν που αγαπάς. Αν δεν το αγκαλιάζεις (με όλο σου το σώμα(-είναι)) τότε λες
μισόλογα!
- Γιατί η αγάπη (δηλαδή η αγκαλιά) είναι ο πιο πλήρης τρόπος να μιλήσεις με τον άλλον;
Επειδή την αγάπη την αισθάνεσαι με
όλο σου το σώμα(-είναι) και άρα όταν αγαπάς τότε αγκαλιάζεις - μιλάς με όλο σου το σώμα(-είναι). Επιπλέον, όταν αγαπάς είσαι ήρεμος
και άρα το σώμα σου μιλάει ήρεμα με αυτόν που αγαπάει και μπορεί να ακούσει όλα όσα του λέει ο άλλος. Ρητορικό ερώτημα : πόσων ειδών
αγκαλιές υπάρχουν;!
- Τι κερδίζεις όταν σε αγαπάνε;
Όταν σε αγαπάνε, δηλαδή σε αγκαλιάζουν, τότε μπορείς να καταλάβεις όλα σου τα κομμάτια -
σημεία όπως θα συνέβαινε αν φορούσες ένα ρούχο εφαρμοστό και πολύ ελαστικό που σε αφήνει να κινείσαι με άνεση.
- Γιατί η αγάπη δημιουργεί μια αίσθηση ασφάλειας;
Γιατί όταν αγαπάς κάποιον τότε η αγκαλιά που του προσφέρεις δεν προκαλεί
ασφυξία, όπως ακριβώς ένα ρούχο που μπορεί να είναι εντελώς εφαρμοστό αλλά, ταυτόχρονα, τόσο ελαστικό που δε θα πιέσει ποτέ κάποιο
μέρος του σώματος σου που μπορεί να έχει ή να μην έχει κάποια ατέλεια. Το σώμα τότε αισθάνεται α-σφαλές (δηλαδή χωρίς σφάλματα,
ακόμα και αν όντως έχει σφάλματα) και μπορεί να συνεχίσει να κινείται - αναπτύσσεται - αυτοδιορθώνεται (αυτοϊάται) αβίαστα.
Αντίθετα ένας κορσές ή μια πανοπλία δεν μπορεί να προσφέρει ποτέ ουσιαστική αίσθηση ασφάλειας γιατί πάντα θα αποτελεί μια ακόμα
δυσκολία (με τον κορσέ ή την πανοπλία πάντα πληρώνεις αυτό που υποτίθεται ότι σου προσφέρει).
- Μπορείς να υπάρξεις χωρίς αγάπη;
Όχι, γιατί αγαπάω σημαίνει ότι αγκαλιάζω και αγκαλιάζω σημαίνει ότι μιλώ (-επικοινωνώ -
αλληλεπιδρώ) και μιλώ (-επικοινωνώ - αλληλεπιδρώ) σημαίνει ότι υπ-άρχω, δηλαδή υπόκειμαι στις αρχές του φορέα της αλληλεπίδρασης (εν
προκειμένω φορέας της αλληλεπίδρασης είναι η αγκαλιά). Η διατύπωση αυτή είναι συμβατή και με μια από τις θεμελιώδεις αρχές της
σύγχρονης φυσικής : αλληλεπιδρώ άρα υπάρχω.
- Τι σχέση έχει η αγάπη και το μίσος;
Το μίσος είναι το αντίθετο συναίσθημα της αγάπης ή ισοδύναμα το συναίσθημα που
αισθάνεσαι όταν θες να αγαπήσεις και να αγαπηθείς αλλά δεν το καταφέρνεις.
- Τι είδους συναίσθημα είναι το μίσος;
Το μίσος είναι ένα δυσάρεστο συναίσθημα και άρα είναι ανεπιθύμητο.
- Σε τι κατάσταση βρίσκεται το σώμα μας όταν μισούμε;
Όταν αισθανόμαστε μίσος τότε το σώμα μας είναι σφιγμένο - σε ένταση,
όπως ακριβώς συμβαίνει με όλα τα δυσάρεστα συναισθήματα (ειδική συζήτηση γίνεται μόνο για το συναίσθημα του έρωτα).
- Πώς δημιουργείται το μίσος;
Αφού το μίσος και η αγάπη είναι αντίθετα συναισθήματα, προκύπτει αβίαστα ότι το μίσος
δημιουργείται από την έλλειψη της αγκαλιάς.
- Γιατί όταν δε με έχουν αγαπήσει από νωρίς, τότε μου είναι εύκολο να μισήσω;
Γιατί όταν δεν έχεις αγαπηθεί από νωρίς, τότε
δεν ξέρεις να αγκαλιάζεις και τότε γίνεται πιο δύσκολο (και άρα δυσάρεστο και άρα ανεπιθύμητο) για τους υπόλοιπους να σε αγκαλιάσουν
και άρα να σε αγαπήσουν. Άρα, όσο περνάει ο καιρός όλο και δυσκολότερα θα σε αγαπούν και τόσο περισσότερο θα αισθάνεσαι το
μίσος.
- Μπορείς να ζήσεις μόνο με το μίσος;
Όχι, γιατί το σώμα σου θα είναι μόνιμα σφιγμένο και άρα πάντα κουρασμένο και
εξαντλημένο και μοιραία κάποια στιγμή θα καταρρεύσει.
- Πώς μπορείς να σταματήσεις να μισείς;
Ο ένας τρόπος είναι να βρεθεί τυχαία κάποιος που για ένα προσωπικό του λόγο θα
προσπαθεί επίμονα να σε αγκαλιάσει και άρα θα σου μάθει πως να αγκαλιάζεις. Ο άλλος τρόπος είναι να καταλάβεις με την απλή λογική
ότι το σώμα σου καταρρέει και πρέπει να ψάξεις κάποιον που μπορεί να σου δείξει πως να αγκαλιάζεις -αγαπάς όχι μόνο τους άλλους αλλά
πρωτίστως τον εαυτό σου γιατί με το μίσος πρώτα καταρρέει το σώμα σου.
- Ποιος μπορεί να σου δείξει πως να αγκαλιάζεις - αγαπάς;
Η σύγχρονη λύση είναι ο ψυχοθεραπευτής, γιατί είναι αυτός που
ασχολείται συστηματικά με τις σχέσεις των ανθρώπων και τα συναισθήματα που δημιουργούνται από αυτές. Η κλασική λύση είναι οι
άνθρωποι του θεάτρου, του χορού και γενικότερα οι άνθρωποι της τέχνης, γιατί η τέχνη ασχολείται με τα συναισθήματα και το πως αυτά
μπορούν να εκφραστούν με ή χωρίς λέξεις.
Υ.Γ. Τα ανωτέρω αποτελούν μόνο τροφή για σκέψη και όχι επιστημονική γνώση.
Θέλετε να μοιραστείτε το άρθρο με τους φίλους σας;  
 
 
 
Έρωτας - Άγχος (ηδονής)
- Τι είναι ο έρωτας;
Ο έρωτας είναι ένα συναίσθημα.
- Τι είδους συναίσθημα είναι ο έρωτας;
Ο έρωτας είναι ένα ευχάριστο συναίσθημα και φυσικά επιθυμητό.
- Πως αισθανόμαστε τον έρωτα;
Τον έρωτα τον αισθανόμαστε με όλο μας το σώμα, σε αντίθεση με άλλες αισθήσεις που τις
αισθανόμαστε μόνο με ένα όργανο μας (π.χ. την αίσθηση του γεύσης την αισθανόμαστε με την γλώσσα μας, την αίσθηση της ακοής την
αισθανόμαστε με το αυτί κλπ).
- Σε τι κατάσταση βρίσκεται το σώμα μας όταν είμαστε ερωτευμένοι;
Το σώμα μας όταν είμαστε ερωτευμένοι είναι αρχικά σφιγμένο
- σε ένταση και μόνο στο τέλος είναι χαλαρό - ήρεμο. Αυτό το αίσιο τέλος (αν και συνήθως αρκούμαστε στην προσδοκία για αίσιο τέλος!)
είναι που κάνει τον έρωτα ένα επιθυμητό συναίσθημα παρότι αρχικα (και ενδεχομένως για μεγάλο διάστημα) δεν είμαστε ήρεμοι - χαλαροί.
- Πως λέει το σώμα μας σε κάποιον ότι είμαστε ερωτευμένοι μαζί του/της;
Όταν είμαστε ερωτευμένοι με κάποιον,-α τότε το
σώμα(είναι) μας θέλει να είναι συντονισμένο με το σώμα(είναι) του/της (αισθανόμαστε ταυτόχρονα με το ταίρι μας τόσο την αρχική
ένταση όσο και την τελική ηρεμία).
- Γιατί ο έρωτας είναι τόσο σημαντικός;
Επειδή μας κάνει να νοιώθουμε ζωντανοί. Αυτή την αίσθηση της ζωντάνιας την έχουμε
επειδή ο έρωτας είναι σαν την αναπνοή, δηλαδή είναι μια συνεχής - ομαλή εναλλαγή από καταστάσεις έντασης (όπως η εισπνοή) και
καταστάσεις χαλάρωσης (όπως η εκπνοή). Επιπλέον, όπως η αναπνοή έτσι και ο έρωτας δίνει ζωή σε όλα τα μέρη του σώματος. Με αλλα
λόγια, όσο/όπως αναπνέουμε, τόσο/έτσι ερωτευόμαστε και τόσο/έτσι ζούμε (ισχύει και με την αντίστροφη σειρά).
- Μπορείς να είσαι ερωτευμένος με ένα άνθρωπο και να μην μπορείς να συντονιστείς μαζί του;
Όχι, γιατί τότε η αναπνοή είτε του
ενός, είτε και των δύο, δεν θα μπορεί να είναι ομαλή και άρα θα αρχίσει να αρρωσταίνει, που φυσικά δεν έχει καμμιά σχέση με την
αίσθηση της ζωντάνιας που σου δίνει ο έρωτας και η αναπνοή. Η κατάσταση αυτή μοιάζει με μια σπασμένη τραμπάλα ή με μια βάρκα στην
οποία οι κωπηλάτες λειτουργούν ανεξάρτητα και στο τέλος η βάρκα χτυπάει στα βράχια ή απλά χάνει την πορεία της (και μετά αρχίζει η
γκρίνια, οι εξιδανικεύσεις, οι εκλογικεύσεις κλπ).
- Τι κερδίζεις όταν είσαι ερωτευμένος;
Ότι κερδίζεις και με την αναπνοή σου, δηλαδή την ζωή σου.
- Που/πότε εμφανίζεται ο έρωτας;
Όπου/όποτε υπάρχουν δύο άνθρωποι που προσπαθούν να εκπληρώσουν τον κοινό στόχος τους, δηλαδή
να ζήσουν.
- Υπάρχει έρωτας χωρίς αγάπη;
Όχι, γιατί η αγάπη είναι το θεμελιώδες ευχάριστο συναίσθημα στο οποίο είσαι ήρεμος - χαλαρός,
όπως ακριβώς στην τελική φάση του έρωτα. Έρωτας χωρίς αγάπη είναι αναπνοή χωρίς εκπνοή. Άλλωστε δεν μπορείς να συντονιστείς με ένα
άνθρωπο χωρίς να μπορείς να τον αγκαλιάσεις (αγαπάω σημαίνει αγκαλιάζω, επικοινωνώ, ακούω την καρδιά του, την αναπνοή του, τα λόγια
του, τις σκέψεις του κλπ).
- Τι σχέση έχει ο έρωτας και το άγχος (της ηδονής);
Ο έρωτας και το άγχος της ηδονής είναι αντίθετα συναισθήματα επειδή έχουν
κοινή αρχή (ένταση ενόψει μιας προσπάθειας), αλλά αντίθετο τέλος επειδή στον έρωτα μένει τελικά η ευχαρίστηση της ολοκλήρωσης ενώ
στο άγχος (της ηδονής) επικρατεί συνολικά η δυσαρέσκεια της μη εκπλήρωσης.
- Τι είδους συναίσθημα είναι το άγχος (της ηδονής);
Το άγχος (της ηδονής) είναι δυσάρεστο συναίσθημα και άρα είναι
ανεπιθύμητο.
- Σε τι κατάσταση βρίσκεται το σώμα μας όταν έχουμε άγχος (της ηδονής);
Όταν αισθανόμαστε άγχος (της ηδονής) τότε το σώμα μας
είναι μόνιμα σφιγμένο-σε ένταση, όπως ακριβώς συμβαίνει με όλα τα δυσάρεστα συναισθήματα.
- Πως δημιουργείται το άγχος (της ηδονής);
Όταν οι πρώτοι μας έρωτες (κυριολεκτικοί και μεταφορικοί) δεν ολοκληρωθούν τότε σε
κάθε νέο μας έρωτα αισθανόμαστε άγχος (της ηδονής), δηλαδή πιστεύουμε ότι κάτι κακό θα συμβεί και ο νέος μας έρωτας θα τελειώσει
άδοξα όπως και οι προηγούμενοι. Ισοδύναμα όταν δεν έχουμε μάθει να αναπνέουμε πλήρως και ολοκληρωμένα γιατί κάτι μας απέτρεπε
συστηματικά από το να απολαμβάνουμε κάθε μας ανάσα.
- Γιατί όταν δεν έχουμε βιώσει από την αρχή τον έρωτα, τότε είναι τόσο εύκολο να αποκτήσουμε άγχος (της ηδονής);
Επειδή ο
έρωτας είναι όπως η αναπνοή. Αν έχουμε εθιστεί να αναπνέουμε λειψά, τότε όλο μας το σώμα(είναι) αναπτύσεται λειψά. Αν από ένα λειψό
σώμα(είναι) απαιτήσουμε να λειτουργήσει κανονικά τότε αυτό θα αντισταθεί σθεναρά γιατί δεν θα μπορεί να κάνει αυτό που του ζητάμε
(είναι σαν να ζητάμε από ένα άνθρωπο του καναπέ να αρχίσει να τρέχει όπως ο άνθρωπος του Νεάντερταλ).
- Μπορείς να ζήσεις μόνο με το άγχος (της ηδονής);
Όχι, επειδή το σώμα σου θα είναι μόνιμα σφιγμένο και άρα πάντα κουρασμένο
και εξαντλημένο και μοιραία κάποια στιγμή θα καταρρεύσει.
- Πως μπορείς να σταματήσεις να έχεις άγχος της (ηδονής);
Ο ένας τρόπος είναι να βρεθεί τυχαία κάποιος που για ένα προσωπικό
του λόγο θα συντονίσει την αναπνοή του με την δική σου και σιγά - σιγά η δικιά του αναπνοή θα σε παρασύρει και θα αρχίσεις να
αναπνέεις κανονικά. Ο άλλος τρόπος είναι να καταλάβεις με την απλή λογική ότι το σώμα σου καταρρέει οπότε αρχίζεις να ψάχνεις
κάποιον που μπορεί να σου δείξει πως να αναπνέεις.
- Ποιος μπορεί να σου δείξει πως να ερωτεύεσαι-αναπνέεις;
Η σύγχρονη λύση είναι ο ψυχοθεραπευτής, γιατί είναι αυτός που
ασχολείται συστηματικά με τις σχέσεις των ανθρώπων και τα συναίσθηματα που δημιουργούνται από αυτές. Η κλασική λύση είναι οι
άνθρωποι του θεάτρου, του χορού και γενικότερα οι άνθρωποι της τέχνης, γιατί η τέχνη ασχολείται με τα συναισθήματα και το πως αυτά
μπορούν να εκφραστούν με ή χωρίς λέξεις.
Υ.Γ. Τα ανωτέρω αποτελούν μόνο τροφή για σκέψη και όχι επιστημονική γνώση.
Θέλετε να μοιραστείτε το άρθρο με τους φίλους σας;  
 
 
 
Θυμός - Φόβος
- Τι είναι ο θυμός;
Ο θυμός είναι ένα συναίσθημα.
- Τι είδους συναίσθημα είναι ο θυμός;
Ο θυμός είναι ένα δυσάρεστο συναίσθημα και φυσικά ανεπιθύμητο.
- Πως αισθανόμαστε τον θυμό;
Τον θυμό τον αισθανόμαστε με όλο μας το σώμα, σε αντίθεση με άλλες αισθήσεις που τις
αισθανόμαστε μόνο με ένα όργανο μας (π.χ. την αίσθηση του γεύσης την αισθανόμαστε με την γλώσσα μας, την αίσθηση της ακοής την
αισθανόμαστε με το αυτί κλπ).
- Σε τι κατάσταση βρίσκεται το σώμα μας όταν είμαστε θυμωμένοι;
Το σώμα μας όταν θυμωμένοι είναι σφιγμένο – σε ένταση, όπως
ακριβώς συμβαίνει όταν αισθανόμαστε οποιοδήποτε δυσάρεστο συναίσθημα (ειδική συζήτηση γίνεται μόνο για το συναίσθημα του
έρωτα).
- Πως λέει το σώμα μας σε κάποιον ότι είναι θυμωμένο με κάποιον;
Όταν είμαστε θυμωμένοι με κάποιον θέλουμε να του επιτεθούμε
(κυριολεκτικά αλλά και μεταφορικά).
- Πότε αισθανόμαστε τον θυμό;
Τον θυμό είναι φυσιολογικό να τον αισθανόμαστε όταν κάποιος μας επιτίθεται κυριολεκτικά γιατί
τότε ο θυμός μας δίνει την δύναμη να αμυνθούμε - αυτοπροστατευτούμε.
- Γιατί αισθανόμαστε θυμό και όταν δεν μας επιτίθενται;
Όταν κάτι δεν το καταλαβαίνουμε ή το παρανοούμε, τότε (εσφαλμένα)
πιστεύουμε ότι κάποιος θέλει το κακό μας και βάζουμε άδικα τον εαυτό μας σε κατάσταση άμυνας οπότε μετά ο θυμός εμφανίζεται
αυτόματα.
- Μπορούμε να είμαστε συνέχεια θυμωμένοι;
Όχι, γιατί το σώμα μας θα είναι μόνιμα σφιγμένο και άρα πάντα κουρασμένο και
εξαντλημένο και μοιραία κάποια στιγμή θα καταρρεύσει.
- Γιατί λαμβάνουμε λάθος αποφάσεις όταν είμαστε συχνά θυμωμένοι;
Γιατί τότε το σώμα μας δεν αναπνέει σωστά επειδή είναι
μόνιμα σφιγμένο. Το αποτέλεσμα της κακής αναπνοής είναι να οξυγονώνεται σωστά μόνο το πρωτόγονο τμήμα του εγκεφάλου μας (αυτό δηλαδή
που ευθύνεται για το θυμό) ενώ ο υπόλοιπος εγκέφαλος υπολειτουργεί, οπότε είναι φύσει αδύνατο να λάβουμε σωστή απόφαση αν ο
ολόκληρος ο εγκέφαλος μας δεν λειτουργεί στο σύνολο του. Άλλωστε η λέξη πνεύμα προέρχεται από το ρήμα πνέω όπως και η λέξη αναπνοή
που δείχνει ξεκάθαρα ότι η καλή αναπνοή και η πνευματική διαύγεια είναι άμεσα σχετιζόμενες.
- Γιατί είμαστε τόσο συχνά θυμωμένοι αφού σπάνια μας επιτίθεται κάποιος κυριολεκτικά;
Επειδή ο θυμός είναι ένα συναίσθημα που
εκφράζεται εύκολα εξαιτίας του γεγονότος ότι δημιουργείται από το πρωτόγονο μέρος του εγκεφάλου μας το οποίο δεν απαιτεί ιδιαίτερες
πληροφορίες για να ενεργοποιηθεί - εκφραστεί. Αντιθέτως, όλα τα υπόλοιπα δυσάρεστα συναισθήματα απαιτούν πιο πολλές πληροφορίες και
νοητική επεξεργασία για να εκφραστούν ορθά - πλήρως και είναι συνεπώς δυσκολότερο να εκδηλωθούν.
- Γιατί δεν διαχειριζόμαστε ορθά τον θυμό μας;
Γιατί όταν ήμασταν παιδιά θυμώναμε συχνά εξαιτίας της άγνοιας μας και
ταυτόχρονα δεν μας εξηγούσε κάποιος συστηματικά - αναλυτικά ότι είναι λογικό να αισθανόμαστε διάφορα αρνητικά συναισθήματα (πχ λύπη,
πικρία, απογοήτευση κλπ) όταν κάτι δεν γινόταν όπως θα θέλαμε, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι θα μας συμβεί αναγκαστικά κάτι κακό.
- Πως μπορούμε να διαχειριστούμε ορθότερα τον αναίτιο θυμό;
Απαντώντας πρωτίστως στο ερώτημα «όντως μου επιτίθεται κάποιος;».
Όταν αυτό γίνει συνειδητό τότε θα έχει γίνει το πρώτο καθοριστικό βήμα. Το επόμενο βήμα είναι να απαντήσουμε στο ερώτημα «τι
δυσάρεστο θα συμβεί αν τα πράγματα πάρουν την κατεύθυνση που δεν επιθυμώ;». Το τελικό βήμα είναι να ρωτήσω τον εαυτό μου «τι
συναίσθημα θα έχω όταν τελικά συμβεί αυτό που δεν επιθυμώ;». Έχοντας ακολουθήσει αυτά τα βήματα τότε θα αποκαλυφθεί το συναίσθημα
που κρύβεται πίσω από το θυμό μου. Όταν μας αποκαλυφθεί το συναίσθημα που κρύβεται πίσω από τον θυμό τότε θα μπορούμε και να το
εκφράσουμε (τόσο λεκτικά, όσο και με την γλώσσα του σώματος), δίνοντας τόσο στον εαυτό μας όσο και στους απέναντι την δυνατότητα να
κατανοήσουν ορθά το ζήτημα και να δώσουν την καταλληλότερη λύση.
- Υπάρχει περίπτωση να μην αισθανθούμε θυμό όταν μας επιτίθενται;
Αν έχουμε (δικαίως ή αδίκως) την αίσθηση ότι δεν μπορούμε
να αμυνθούμε αποτελεσματικά στην επίθεση που δεχόμαστε τότε αισθανόμαστε φόβο και το βάζουμε στα πόδια. Με άλλα λόγια ο φόβος είναι
η εναλλακτική του θυμού ή ισοδύναμα είναι η άλλη όψη του ίδιου νομίσματος που ονομάζεται συναίσθημα σε καταστάσεις φυσικού κινδύνου.
- Ποιος μπορεί να σε βοηθήσει να διαχειριστείς τον θυμό και τον φόβο;
Η σύγχρονη λύση είναι ο ψυχοθεραπευτής, γιατί αυτός
είναι ο επιστήμονας που ασχολείται με τις σχέσεις των ανθρώπων και τα συναισθήματα που δημιουργούνται από αυτές. Η κλασική λύση
είναι οι άνθρωποι του θεάτρου, του χορού και γενικότερα οι άνθρωποι της τέχνης, γιατί η τέχνη ασχολείται με τα συναισθήματα και το
πως αυτά μπορούν να εκφραστούν με ή χωρίς λέξεις.
Υ.Γ. Τα ανωτέρω αποτελούν μόνο τροφή για σκέψη και όχι επιστημονική γνώση.
Θέλετε να μοιραστείτε το άρθρο με τους φίλους σας;
Αντίσταση στην θεραπεία
Ένα από τα κύρια συστατικά μιας ψυχοθεραπευτικής διαδικασίας είναι η αντίσταση που παρουσιάζει ο θεραπευόμενος σε αυτή τη διαδικασία. Τα
κίνητρα της αντίστασης είναι αφενός ο φόβος ανάδυσης δυσάρεστων ιδεών ή/και συναισθημάτων και αφετέρου η μη-συνειδητοποίηση των
μη-αποδεκτών παρορμήσεων. Η αντίσταση αυτό το επιτυγχάνει παραμορφώνοντας οτιδήποτε ενοχλητικό αναδύεται από το ασυνείδητο του
θεραπευόμενου.
Μια συνήθης μορφή αντίστασης είναι η απώθηση, κατά τη διάρκεια της οποίας ο θεραπευόμενος ξεχνάει τα σημαντικά βιώματα του. Εξίσου συχνή
είναι και η αντίσταση μεταβίβασης, δηλαδή η ταύτιση του θεραπευτή με ένα άλλο πρόσωπο που προκαλεί δυσάρεστα συναισθήματα στον
θεραπευόμενο. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα ο θεραπευτής να βιώνεται ως εχθρός και όχι ως σύμμαχος, παρακωλύοντας ενεργά όλη τη διαδικασία.
Άλλες φορές η αντίσταση προέρχεται από το όφελος μιας ασθένειας. Ορμώμενος, δηλαδή, ο θεραπευόμενος από τη λαϊκή ρήση "ουδέν κακό,
αμιγές καλού" βρίσκει πως μπορεί να εκμεταλλευτεί την κατάσταση του για να κερδίσει σε ένα δεύτερο επίπεδο. Ενδεικτικά, αν κάποιος δεν
έχει αγαπηθεί επαρκώς, μπορεί να αισθανθεί όμορφα από την περιποίηση που λαμβάνει όντας άρρωστος.
Η δύναμη της συνήθειας είναι μια εξίσου σημαντική πηγή αντιστάσεων και αυτό μπορεί κάποιος να το διαπιστώσει συχνά από τη γλώσσα του
σώματος. Είναι πχ μάλλον εύκολο να συνειδητοποιήσει ο θεραπευόμενος ότι η στάση του σώματος του έχει παρενέργειες στη συμπεριφορά του
(ενδεικτικά, ένας πόνος στη μέση λόγω κακής στάσης του σώματος προκαλεί συστηματικό εκνευρισμό), αλλά είναι πολύ δύσκολο να την αλλάξει
γιατί αυτό απαιτεί καθημερινή εξάσκηση.
Σημαντικές αντιστάσεις προέρχονται και από την αυτο-ενοχική σκέψη, δηλαδή από την τάση του θεραπευόμενου να θεωρεί κακό - κατακριτέο να
έχει οποιαδήποτε απαίτηση - επιθυμία ακόμα και αν είναι απολύτως εύλογη - φυσιολογική. Ενδεικτικά, θεωρεί απαράδεκτο το να είναι πενήντα
χρονών και να θέλει να χορέψει στα μπουζούκια.
Δεν είναι δύσκολο να συνειδητοποιήσει κανείς ότι υπάρχουν αμέτρητοι τρόποι να αντισταθεί ο θεραπευόμενος στην ψυχοθεραπευτική
διαδικασία, παρότι έχει μπει σε αυτή τη διαδικασία με δική του πρωτοβουλία. Για λόγους οικονομίας δε θα αναφερθούν άλλες μορφές - πηγές
αντίστασης. Ευτυχώς, όμως, υπάρχουν τρόποι προκειμένου οι αντιστάσεις να καμφθούν και η θεραπευτική διαδικασία να προχωρήσει.
Ένα από αυτά που μπορεί να γίνει είναι να συνειδητοποιήσει ο θεραπευόμενος ότι αντιστέκεται. Αυτό γίνεται αν ο θεραπευόμενος παρατηρήσει
ότι όσο αντιστέκεται αισθάνεται θυμό. Προφανώς, είναι φυσιολογικό να αισθάνεται θυμό όταν αντιστέκεται σε κάτι, αλλά αυτό που είναι
αφύσικο είναι να θυμώνει με τον θεραπευτή του που είναι εξ ορισμού σύμμαχός του. Είναι, μάλιστα, πιο αφύσικο να θυμώνει μαζί του μέσα
στο θεραπευτικό δωμάτιο, όπου είναι δεδομένο ότι δεν μπορεί να συμβεί τίποτα αντικειμενικά κακό.
Έχοντας συνειδητοποιήσει ο θεραπευόμενος ότι αντιστέκεται, είναι έτοιμος να συνειδητοποιήσει και με ποιο τρόπο το κάνει. Αυτό συμβαίνει
γιατί οι αντιστάσεις του είναι παρούσες, αλλά πλέον έχουν χάσει μεγάλο κομμάτι από την ένταση τους. Βέβαια, οι αντιστάσεις μοναχά μια
στιγμή ξαποσταίνουν και ξανά προς τη δόξα τραβούν, που πρακτικά σημαίνει ότι θα δείξουν ξανά το μεγαλείο τους όταν έρθει η στιγμή να
συνειδητοποιήσει ο θεραπευόμενος απέναντι σε τι/ποιον αντιστέκεται. Αν όμως κάθε φορά που πάμε για το επόμενο βήμα, έχει εξασφαλιστεί
ότι το προηγούμενο ολοκληρωθεί στον μέγιστο δυνατό βαθμό, τότε στην τελική ευθεία τα παρατράγουδα θα είναι ελεγχόμενα και η διαδικασία
θα ολοκληρωθεί επιτυχώς.
Φεύγοντας, από τη θεωρητική προσέγγιση του ζητήματος των αντιστάσεων, χρειάζεται να εστιάσουμε στο κίνητρο των αντιστάσεων που όπως
προαναφέρθηκε είναι ο φόβος ανάδυσης δυσάρεστων ιδεών ή/και συναισθημάτων και αφετέρου η μη-συνειδητοποίηση των μη-αποδεκτών
παρορμήσεων. Αυτό μας λέει ότι κάθε φορά που ο θεραπευόμενος αντιστέκεται, επί της ουσίας μας λέει τι είναι αυτό που φοβάται και τι
είναι αυτό που τον έχει φέρει μέχρι την πόρτα του ψυχοθεραπευτή. Αποδεχόμενοι τις αντιστάσεις, πρακτικά αποδεχόμαστε τον θεραπευόμενο.
Παρατηρώντας τις αντιστάσεις, πρακτικά κατανοούμε ποια είναι η ανάγκη του θεραπευόμενου. Με άλλα λόγια αυτό που ονομάζουμε αντιστάσεις
δεν είναι ένα πρόβλημα, αλλά είναι η αρχή της λύσης του προβλήματος.
Τέλος, αναλύοντας από φιλολογικής πλευρά τη λέξη αντίσταση, μπορούμε να πούμε ότι το αντίθετο της αντί-στασης είναι η στάση. Είναι,
συνεπώς, κρίσιμο να βοηθήσουμε τον θεραπευόμενο να κατανοήσει ότι όταν αντιστέκεται αυτό που στην ουσία κάνει είναι να υιοθετεί μια
αντί-σταση ζωής ή ισοδύναμα μια στάση αντι-ζωής, ενώ αυτό που οφείλει (στον εαυτό του) να κάνει είναι να υιοθετήσει μια στάση ζωής.
Υ.Γ. Τα ανωτέρω αποτελούν μόνο τροφή για σκέψη και όχι επιστημονική γνώση.
Θέλετε να μοιραστείτε το άρθρο με τους φίλους σας;  
 
 
 
Παιχνίδι ερωτήσεων
Το παιχνίδι αυτό αποτελείται από τρεις ερωτήσεις και μπορούν να συμμετάσχουν όσοι/όσες είναι πάνω από έξι χρονών. Για κάθε ερώτηση ο
ερωτώμενος παίκτης έχει χρόνο ένα λεπτό. Συμβουλεύουμε τον παίκτη να δίνει όσο το δυνατόν πιο απλές απαντήσεις. Παρότι δεν είναι μέσα
στους σκοπούς του παιχνιδιού, μπορεί να ανακυρηχθεί νικητής ο παίκτης που έδωσε τις περισσότερες σωστές απαντήσεις.
Ερώτηση πρώτη : Ονόμασε δέκα φαγητά ή/και πράγματα που τρώγονται. Διευκρίνιση : Οι απαντήσεις επιτρέπεται να έχουν κοινά
στοιχεία, δηλαδή είναι αποδεκτό ο ερωτώμενος να απαντήσει ως εξής : 1-μακαρόνια, 2-μακαρόνια με κιμά, 3-μακαρόνια με κεφαλοτυρί,
4-μακαρόνια ο γκρατέν, 5-μακαρόνια φούρνου, 6-μακαρόνια με σάλτσα, 7-μακαρόνια με σάλτσα πέστο, 8-αστακομακαρονάδα, 9-μακαρόνια με φέτα,
10-μακαρόνια με κέτσαπ ή εναλλακτικά να απαντήσει ως εξής : 1-κόκκινο μήλο, 2-πράσινο μήλο, 3-μήλο φιρίκι, 4-μήλο γκόλντεν, 4-αχλάδι
κρυστάλλια, 5-αχλάδι κοντούλα, 6-αχλάδι βουτυράτο, 7-ψάρι, 8-τσιπούρα, 9-συναγρίδα, 10-κιμάς κλπ.
Ερώτηση δεύτερη : Ονόμασε δέκα χρώματα. Διευκρίνιση : Οι απαντήσεις επιτρέπεται να έχουν κοινά στοιχεία, δηλαδή είναι αποδεκτό ο
ερωτώμενος να απαντήσει ως εξής : 1-κόκκινο, 2-κόκκινο της φωτιάς, 3-κόκκινο του αίματος, 4-κόκκινο καυτερής πιπεριάς, 5-κόκκινο
πιπεριάς Φλωρίνης, 6-κόκκινο ηλιοβασιλέματος, 7-κόκκινο βουργουνδίας, 8-κόκκινο του κρασιού, 9-κόκκινο μεταλικό, 10-κόκκινο RAL ή
εναλλακτικά να απαντήσει ως εξής : 1-μπλε, 2-μπλε του ουρανού, 3-μπλε της θάλσσας, 4-μπλε μαρέν, 5-πορτοκαλί, 6-πορτοκαλί σκούρο,
7-πορτοκαλί ανοιχτό, 8-κίτρινο, 9-πράσινο, 10-ροζ κλπ.
Ερώτηση τρίτη : Ονόμασε δέκα συναισθήματα. Και σε αυτή την ερώτηση ισχύει η προηγούμενη διευκρίνιση.
Στο ανωτέρω παιχνίδι μπορούμε να προσθέσουμε και μερικές ακόμα bonus ερωτήσεις, στις οποίες ο κάθε παίκτης μπορεί να απαντήσει όπως
θέλει.
Πρώτη bonus ερώτηση : Πως θα ήταν η ζωή σου αν ξαφνικά μια μέρα δεν είχες καθόλου φαγητό ή είχες πολύ λιγότερο φαγητό από όσο
χρειαζόσουν;
Δεύτερη bonus ερώτηση : Πως θα ήταν η ζωή σου αν ξαφνικά μια μέρα δεν έβλεπες καθόλου ή τα έβλεπες όλα ασπρόμαυρα;
Τρίτη bonus ερώτηση : Πως θα ήταν η ζωή σου αν ξαφνικά μια μέρα δεν μπορούσες να έχεις συναισθήματα σου ή δεν επιτρεπόταν να
εκφράσεις τα συναισθήματα σου;
Τέταρτη bonus ερώτηση : Πως θα χαρακτήριζες κάποιον που τρώει πολύ λιγότερο από όσο χρειάζεται ή δεν έχει φαγητό να
φάει;
Πέμπτη bonus ερώτηση : Πως θα χαρακτήριζες κάποιον που τα βλέπει όλα ασπρόμαυρα ή δεν βλέπει καθόλου;
Έκτη bonus ερώτηση : Πως θα χαρακτήριζες κάποιον που δεν μπορεί να εκφράσει κανένα συναίσθημα ή δεν έχει κανένα
συναίσθημα;
Τελευταία bonus ερώτηση : Πως μπορεί κάποιος να διαχειριστεί τα συναισθήματα του όταν δεν μπορεί να τα κατονομάσει ή δεν έχει
μάθει να τα κατονομάζει ή δεν του επιτρέπεται να τα κατονομάσει ή δεν έχει συναισθήματα;
Στο παιχνίδι των bonus ερωτήσεων νικητής είναι αυτός που δεν χρειάστηκε ή δεν θα χρειαστεί ποτέ στην ζωή του να απαντήσει τις bonus
ερωτήσεις.
Υ.Γ. Τα ανωτέρω αποτελούν μόνο τροφή για σκέψη και όχι επιστημονική γνώση.
Θέλετε να μοιραστείτε το άρθρο με τους φίλους σας;  
 
 
 
Οι 100 (ξένες) γλώσσες
Κάπου μέσα στον ωκεανό του διαδικτύου ανακαλύπτω πως ο Καρλομάγνος φέρεται να είπε:
"Το να κατέχεις μια δεύτερη γλώσσα είναι σαν να
κατέχεις μια δεύτερη ψυχή".
Σε ένα άλλο σημείο του ωκεανού αυτού ανακαλύπτω πως οι Τσέχοι λένε :
"Ζεις μια νέα ζωή για κάθε νέα γλώσσα που μιλάς. Αν ξέρεις μόνο
μία γλώσσα, ζεις μόνο μία ζωή ".
Λίγο αργότερα μέσα στον ίδιο ωκεανό ανακαλύπτω και το κάτωθι ποίημα - διακήρυξη του δασκάλου Loris Malaguzzi σχετικά με τις γλώσσες που
μπορούν να μιλήσουν τα παιδιά.
"Το παιδί αποτελείται από εκατό. Το παιδί έχει εκατό γλώσσες, εκατό χέρια, εκατό σκέψεις, εκατό τρόπους σκέψης, παιχνιδιού, ομιλίας,
εκατό, πάντα εκατό τρόπους να ακούει, να θαυμάζει, να αγαπά, εκατό χαρές να τραγουδά και να καταλαβαίνει, εκατό κόσμους να ανακαλύπτει,
εκατό κόσμους να ονειρεύεται. Το παιδί έχει εκατό γλώσσες (και εκατό, εκατό, εκατό ακόμα), αλλά του στερούν τις ενενήντα εννιά το
σχολείο και ο πολιτισμός. Διαχωρίζουν το κεφάλι από το σώμα. Λένε στο παιδί να σκέφτεται χωρίς χέρια, να τα καταφέρει χωρίς το κεφάλι,
να ακούει και να μη μιλάει, να κατανοεί χωρίς να χαίρεται, να αγαπάει και να θαυμάζει μόνο το Πάσχα και τα Χριστούγεννα. Λένε στο παιδί
να ανακαλύψει τον κόσμο που ήδη υπάρχει και από τις εκατό του κλέβουν ενενήντα εννέα. Λένε στο παιδί ότι η εργασία και το παιχνίδι, η
πραγματικότητα και η φαντασίωση, η επιστήμη και η φαντασία, ο ουρανός και η γη, η λογική και το όνειρο, είναι πράγματα που δεν πάνε
μαζί. Και έτσι, λένε στο παιδί ότι οι εκατό (γλώσσες) δεν υπάρχουν. Τα παιδιά λένε: Αποκλείεται. Οι εκατό υπάρχουν!"
Δυσκολεύομαι κάπως να πιστέψω ότι μιλώντας μια παραπάνω (ξένη) γλώσσα μπορούμε να έχουμε παραπάνω από μια ψυχές ή/και παραπάνω από μία
ζωές, όπως φέρεται να πιστεύουν ο Καρλομάγνος και οι Τσέχοι. Κρίνοντας, όμως, από το γεγονός ότι οι περισσότεροι έχουμε χάσει πολλά
κομμάτια της ζωής και της ψυχής μας, δε δυσκολεύομαι να πιστέψω ότι ως παιδιά όντως γνωρίζαμε εκατό γλώσσες και αναγκαστήκαμε να τις
ξεχάσουμε. Αντιστρέφοντας τον συλλογισμό αυτό συμπεραίνω ότι για να ξαναβρούμε τα χαμένα κομμάτια της ζωής και της ψυχής μας θα πρέπει
να (ξανα)μάθουμε τις γλώσσες που ξεχάσαμε. Σε αυτή την περίπτωση, όμως, θα πρέπει πρώτα να βρούμε ποιες είναι αυτές οι ξεχασμένες αλλά
ευτυχώς όχι ξένες γλώσσες.
Έχω μια φαντασία... ότι ως παιδιά μιλάγαμε τη γλώσσα του σώματος και τη γλώσσα της μουσικής.
Εσείς ποιες άλλες γλώσσες φαντάζεστε ότι μιλάγαμε ή/και θα σας άρεσε να μιλάγαμε;
Υ.Γ. Τα ανωτέρω αποτελούν μόνο τροφή για σκέψη και όχι επιστημονική γνώση.
Θέλετε να μοιραστείτε το άρθρο με τους φίλους σας;  
 
 
 
Είναι κανείς εδώ;
Συχνά - πυκνά ακούμε ότι ο άνθρωπος είναι και αυτός μέρος της φύσης και ως εκ τούτου είναι σκόπιμο να παρατηρεί και να μαθαίνει από όλα
τα υπόλοιπα έμβια όντα αυτού του πλανήτη. Από την άλλη πλευρά όμως, ο άνθρωπος, όπως και όλα τα υπόλοιπα έμβια και άβια όντα αυτού του
πλανήτη, αποτελείται από πολλά μικροσκοπικά σωματίδια (πρωτόνια, ηλεκτρόνια κλπ) που έχουν τους δικούς τους κανόνες και πρακτικές.
Αξίζει ως εκ τούτου να μάθουμε και από αυτά μερικά πράματα αφού και αυτά είναι κομμάτι του εαυτού μας. Το πιο απλό που μπορούμε να
κάνουμε είναι να ανακαλύψουμε πως αυτά επικοινωνούνε μεταξύ τους και να δούμε αν αυτός ο τρόπος μπορεί να έχει κάποια σχέση με
εμάς.
Ας υποθέσουμε, λοιπόν, ότι, όπως όλα τα μικροσκοπικά σωματίδια, δεν έχουμε καμιά από τις γνωστές μας αισθήσεις, δηλαδή ακοή, αφή, γεύση,
όραση, όσφρηση. Αυτό θα μπορούσε στην πράξη να γίνει αν φορέσουμε μια στολή σαν των αστροναυτών που ενώ έχει μπουκάλα οξυγόνου για να
μπορούμε να ανασαίνουμε, δεν έχει κανένα άνοιγμα για τα μάτια μας, δεν έχει ακουστικά και δεν έχει μικρόφωνο. Επιπλέον, επειδή τα
μικροσκοπικά σωματίδια δε σκουντουφλάνε το ένα πάνω στο άλλο, θα χρειαστεί να γεμίσουμε το δωμάτιο με τόσα πολλά μπαλάκια που θα μας
αποτρέπουν επί της ουσίας να έρθουμε σε άμεση επαφή σωματική επαφή με τον επισκέπτη μας. Συνοψίζοντας, σχεδόν θα κολυμπάμε μέσα σε μια
θάλασσα από μπαλάκια φορώντας μια στολή αστροναύτη. Είναι σαφές πλέον ότι σε αυτή την περίπτωση αν μέσα στο δωμάτιο μας βρίσκεται και
κάποιος άλλος (που φοράει μια παρόμοια με τη δική μας στολή αστροναύτη), τότε κανείς από τους δυο μας δεν μπορεί πρακτικά να αντιληφθεί
την παρουσία του άλλου χρησιμοποιώντας τις αισθήσεις του.
Πλέον, το μόνο που μας μένει είναι κάθε τόσο να πετάμε τα μπαλάκια προς διάφορες κατευθύνσεις με την ελπίδα ότι κάποιο αυτά θα πάει στον
επισκέπτης μας. Αυτός με τη σειρά του θα μας στείλει το μπαλάκι ως απάντηση στη δική μας απόπειρα και έτσι θα έχουμε πετύχει τον κύριο
στόχο μας, δηλαδή να αντιληφθούμε ότι όντως κάποιος υπάρχει στο δωμάτιο μας. Παρότι αυτή η μέθοδος φαντάζει αρκετά αστεία (αν έχουμε
διάθεση για παιχνίδι!), έχει αρκετά στοιχεία που αξίζει να σχολιάσουμε.
- Για να αντιληφθώ - επικοινωνήσω με κάποιον άλλο θα πρέπει και οι δύο να στείλουμε από ένα τουλάχιστον σήμα - μπαλάκι στον
απέναντι μας. Με άλλα λόγια, it takes two to tango!
- Για κάθε μπαλάκι - σήμα που στέλνω/λαμβάνω καταβάλω προσπάθεια, ενώ, ταυτόχρονα, αλλάζει και η κατάσταση - θέση μου . Προφανώς,
όσο πιο μεγάλο είναι το μπαλάκι - σήμα ή/και όσο πιο έντονα προσπαθώ να το πετάξω/πιάσω ή/και όσο πιο συχνά προσπαθώ να το
πετάξω/πιάσω, τόσο περισσότερη προσπάθεια καταβάλλω και τόσο περισσότερο αλλάζει η κατάσταση - θέση μου. Με άλλα λόγια, όσο πιο πολύ
προσπαθώ να αντιληφθώ - κατανοήσω την κατάσταση - θέση του άλλου, τόσο περισσότερο αλλάζει η δική μου κατάσταση - θέση. Το
ενδιαφέρον σε αυτή τη διαδικασία είναι ότι αν στείλω/λάβω πολλά μπαλάκια - σήματα προκειμένου να κατανοήσω - εντοπίσω καλύτερα τον
άλλο, τότε το ίδιο συμβαίνει και με τον άλλον που αλληλεπιδράει με εμένα. Με άλλα λόγια, όσο πιο πολύ κατανοώ - εντοπίζω τον άλλο,
τόσο περισσότερο με κατανοεί - εντοπίζει και ο άλλος και ταυτόχρονα ο καθένας μας κατανοεί - εντοπίζει και τον εαυτό
του.
- Αφού κάθε φορά που στέλνω/λαμβάνω ένα μπαλάκι - σήμα αλλάζει τόσο η δική μου κατάσταση - θέση μου, όσο και του συνομιλητή μου,
θα πρέπει άμεσα να ξαναστείλω/ξαναλάβω ένα μπαλάκι - σήμα για να αντιληφθώ εκ νέου τη νέα κατάσταση - θέση του συνομιλητή μου. Με
άλλα λόγια, η επικοινωνία είναι μια διαδικασία που αρχή έχει και τελειωμό δεν έχει.
- Το να κουνάω τα χέρια μου χωρίς να έχω - κρατάω κάποιο μπαλάκι - σήμα ίσως να αλλάζει την κατάσταση - θέση μου, αλλά σε καμιά
περίπτωση δε με βοηθάει να πετύχω τον σκοπό μου, δηλαδή να αντιληφθώ την ύπαρξη του άλλου. Με άλλα λόγια, αν θέλω να βρω παρέα, δεν
εξυπηρετεί σε τίποτα το να προσποιούμαι ότι κάνω κάτι. Άλλωστε σε αυτό το παιχνίδι κανείς δε βλέπει τον άλλο, μόνο τον
αντιλαμβάνεται (δηλαδή βιώνει την ύπαρξη του άλλου ανταλλάσσοντας με αυτόν συνειδητά ή/και ασυνείδητα μπαλάκια -
σήματα).
- Για να αντιληφθώ σε πρώτη φάση την ύπαρξη του άλλου είναι υποχρεωτικό να στείλω μπαλάκια - σήματα προς όλες τις κατευθύνσεις
μέχρι να βρω τη σωστή κατεύθυνση. Με άλλα λόγια, όσο πιο πολλές φορές προσπαθήσω τόσο πιο πολλές πιθανότητες έχω να πετύχω τον στόχο
μου, δηλαδή να μη (ξε)μείνω μόνος μου να (παρα)μιλάω στον τοίχο που ήταν εξαρχής απέναντι μου.
- Ακόμα και αν στείλω στη σωστή κατεύθυνση το μπαλάκι - σήμα, θα πρέπει να είμαι στοιχειωδώς υπομονετικός και να μην αλλάξω άμεσα
κατεύθυνση, ώστε ο συνομιλητής μου να έχει χρόνο να μου στείλει πίσω το δικό του μπαλάκι - σήμα. Με άλλα λόγια το άγχος της
δημιουργίας επαφής δε με βοηθάει να πετύχω την επαφή.
- Αν τα μπαλάκια - σήματα που στέλνω είναι μεγάλα ή/και τα στέλνω με δύναμη ή/και τα στέλνω με μεγάλη συχνότητα, υπάρχει
πιθανότητα ο συνομιλητής μου να μην μπορεί μου τα στείλει πίσω αν είναι μικρός ή/και αδύναμος ή/και δεν έχει εκπαιδευτεί να τα
ξαναστέλνει πίσω γρήγορα. Σε αυτή την περίπτωση εγώ θα κουράζομαι άδικα αφού πρακτικά δε θα λαμβάνω κάποιο μπαλάκι - σήμα από τον
συνομιλητή μου και θα καταλήξω με το αίσθημα μοναξιάς που είχα στην αρχή της διαδικασίας.
Συνοψίζοντας συμπεραίνουμε ότι αντιλαμβάνομαι την ύπαρξη - θέση - κατάσταση του άλλου όταν επικοινωνώ μαζί του, δηλαδή όταν έχουμε κοινά
μπαλάκια - σήματα που συνειδητά ή/και ασυνείδητα επιλέγουμε να στείλουμε ο ένας στον άλλο και τα οποία μας δίνουν τη δυνατότητα να
αλληλοπροσδιοριστούμε. Συμπεραίνουμε, επίσης, ότι η επικοινωνία είναι μια συνεχής διαδικασία που θέλει τρόπο και που μας αλλάζει διαρκώς
τη θέση - κατάσταση.
Υ.Γ. Τα ανωτέρω αποτελούν μόνο τροφή για σκέψη και όχι επιστημονική γνώση.
Θέλετε να μοιραστείτε το άρθρο με τους φίλους σας;  
 
 
 
Τι είναι συναίσθημα;
Η λέξη συναίσθημα προέρχεται από τη λέξη αίσθημα, που με τη σειρά της προέρχεται από το ρήμα αισθάνομαι και είναι ομόρριζη με την
αίσθηση, την παραίσθηση, την ενσυναίσθηση και τη διαίσθηση κλπ. Κάθε φορά που χρησιμοποιούμε ένα από τα παράγωγα του ρήματος αισθάνομαι
υπονοούμε ότι τα (μικροσκοπικά ή μακροσκοπικά) αισθητήρια όργανα μας λαμβάνουν σήματα από το περιβάλλον, τα οποία κατευθύνονται (συχνά
διαστρεβλωμένα λόγω της παραμορφωμένης σπονδυλικής μας στήλης) μέσω του κεντρικού νευρικού συστήματος στον εγκέφαλο μας. Ο εγκέφαλος με
τη σειρά του προσπαθεί (συχνά ανεπιτυχώς) να τα αποκωδικοποιήσει – επεξεργαστεί, έτσι ώστε να στείλει ένα νέο σήμα (συχνά διαστρεβλωμένα
λόγω της παραμορφωμένης σπονδυλικής μας στήλης)μέσω του κεντρικού νευρικού συστήματος στα διάφορα μέρη – συστήματα του σώματος μας. Τα
σήματα αυτά έχουν ως αποτέλεσμα την αλλαγή της σωματικής μας κατάστασης.
Εναλλακτικά, μπορούμε να πούμε ότι το αίσθημα (και ομοίως το συναίσθημα, η διαίσθηση κλπ) είναι μια αλλαγή στη σωματική μας κατάσταση
λόγω της αλληλεπίδρασης μας με το περιβάλλον. Διευκρινίζουμε ότι παρά το γεγονός ότι οι αντιδράσεις του εγκεφάλου είναι πρακτικά
ακαριαίες (σε μακροσκοπικό επίπεδο) η αντίστοιχη σωματική αλλαγή δεν είναι αναγκαστικά πλήρως αντιληπτή είτε γιατί είναι αντικειμενικά
αρκετά μικρή, είτε γιατί έχουμε αποφασίσει να μη δίνουμε σημασία – προσοχή στις σωματικές αλλαγές παρά μόνο αν έχουν εξελιχθεί σε
"χιονοστιβάδες".
Αν αλληλεπιδράσουμε με ένα άβιο αντικείμενο, τότε η αλλαγή στη σωματική μας κατάσταση περιγράφεται με τη λέξη αίσθημα. Ενδεικτικά, όταν
κάποιος σκοντάψει πάνω σε ένα τραπέζι (άβιο αντικείμενο), τότε αισθάνεται πόνο, που εστιάζεται κυρίως πχ στο χέρι του, αλλά ολόκληρο το
σώμα του προσπαθεί να απομακρυνθεί από το τραπέζι. Ανάλογα, όταν ένα αεροπλάνο κινείται πολύ κοντά μας, τότε η ηχητική του πίεση μας
προκαλεί το αίσθημα του πόνου στα αυτιά μας και τοποθετούμε τα χέρια μας στα αυτιά μας για να μετριάσουμε το αίσθημα αυτό. Ομοίως,
χρησιμοποιούμε τη λέξη αίσθημα όταν η αλληλεπίδραση μας γίνεται με (μικροσκοπικό) έμβιο αντικείμενο που δεν είναι, όμως, αντιληπτό με τα
μακροσκοπικά μας αισθητήρια όργανα (πχ μάτια). Ενδεικτικά, αν ένα βακτήριο μας επιτεθεί εσωτερικά και αρρωστήσουμε, τότε αισθανόμαστε
ρίγος σε όλος μας το σώμα.
Αν αλληλεπιδράσουμε εξ αποστάσεως με ένα έμβιο αντικείμενο, τότε η αλλαγή στη σωματική μας κατάσταση περιγράφεται με τη λέξη συναίσθημα.
Ενδεικτικά, αν μας φωνάξει έντονα ένας άνθρωπος ή μας γαβγίσει ένας σκύλος ή μας περικυκλώσει ένα σμήνος μελισσών, τότε αισθανόμαστε
φόβο και πρωτίστως αλλάζει το βάθος και ο ρυθμός της αναπνοής μας, ενώ ταυτόχρονα θα προσπαθήσουμε να τρέξουμε μακριά από αυτό που μας
φόβισε. Αν η αλληλεπίδραση αυτή περιλαμβάνει και επαφή, τότε η αντίστοιχη αλλαγή στη σωματική μας κατάσταση περιγράφεται και με τη λέξη
αίσθημα. Ενδεικτικά, αν αγκαλιαστούμε με ένα άνθρωπο ή ένα σκύλο, τότε θα έχουμε το αίσθημα της ζέστης στο σώμα μας, ενώ παράλληλα θα
έχουμε και το συναίσθημα της αγάπης που θα προκαλέσει μια γενική ηρεμία στην αναπνοή μας.
Εναλλακτικά, μπορούμε να πούμε ότι η λέξη συν-αίσθημα είναι ένα αίσθημα που προκαλείται από μια ουσιαστική - σύνθετη αλληλεπίδραση μας
με έμβια αντικείμενα, σε αντίθεση με το αίσθημα που περιλαμβάνει μια τυπική - απλή επαφή με τα άβια ή/και έμβια αντικείμενα. Υπάρχουν
βέβαια περιπτώσεις που οι άνθρωποι χρησιμοποιούν τα συναισθήματα για να περιγράψουν την αλληλεπίδραση τους με άβια αντικείμενα, αλλά
αυτό είναι στην πραγματικότητα μια διαδικασία υποκατάστασης που αναλόγως της έντασης και της συστηματικότητας της μπορεί να θεωρηθεί ως
αρρωστημένη (πχ ένας άνθρωπος που είναι πολύ "δεμένος" με ένα παιδικό του παιχνίδι και πέφτει σε κατάθλιψη όταν το χάσει εξαιτίας μιας
ατυχίας.)
Δεδομένου ότι η πρώτη και ταυτόχρονα κύρια - συστηματική σύνθετη αλληλεπίδραση μας με το περιβάλλον αφορά στους ανθρώπους (αρχής
γενομένης με τη μητέρα μας όταν βρισκόμαστε ακόμα μέσα στη μήτρα της), μπορούμε να πούμε ότι ένα από τα κύρια - θεμελιώδη ζητούμενα στη
ζωή κάθε ανθρώπου είναι να έχει αρμονικές σχέσεις με τους άλλους ανθρώπους και να διαχειρίζεται λειτουργικά τα συναισθήματα που
προκύπτουν από αυτές. Είναι σαφές, πάντως, ότι οι υγιείς ανθρώπινες σχέσεις οδηγούν σε υγιείς σχέσεις με όλα τα έμβια όντα και
αντίστροφα.
Υ.Γ. Τα ανωτέρω αποτελούν μόνο τροφή για σκέψη και όχι επιστημονική γνώση.
Θέλετε να μοιραστείτε το άρθρο με τους φίλους σας;  
 
 
 
Τι μου θυμίζεις...;
"Μου θυμίζεις τη μάνα μου, γι΄ αυτό σ΄ αγαπάω" είναι μια από τις συνήθεις απαντήσεις στο ανωτέρω ερώτημα και πιθανόν για το λόγο
αυτό το σχετικό τραγούδι να έγινε μια από τις μεγαλύτερες επιτυχίες της δεκαετίας του 1990. Για να είμαστε όμως τίμιοι, θα πρέπει να
πούμε ότι και η απάντηση "Μου θυμίζεις τη μάνα μου, γι΄ αυτό με εκνευρίζεις" είναι εξίσου συνήθης και ας μην έχει γίνει λαϊκό άσμα.
Γενικότερα μιλώντας, είναι συνηθισμένο ο συνομιλητής μας να μας θυμίζει κάποιον/κάτι άλλο και αυτό με την σειρά του να μας προκαλεί ένα
συναίσθημα άλλοτε ευχάριστο και άλλοτε δυσάρεστο. Προφανές είναι πως πρακτικά οτιδήποτε μπορεί να μας θυμίσει κάποιον άλλο, μπορεί
δηλαδή να είναι το χρώμα τον μαλλιών του, το ύψος του, ο τόνος της φωνής του, μια λέξη που χρησιμοποιεί, ένα άρωμα που φοράει κλπ.
Εκ πρώτης όψεως, δεν υπάρχει κάτι το ανησυχητικό όταν πχ ένας συνάδελφος μας θυμίζει τη μάνα μας επειδή έχει τα ίδια μεγάλα καστανά
μάτια με αυτήν. Επιπλέον, δεν υπάρχει τίποτα το ανησυχητικό αν η ανάμνηση αυτή μας φέρνει στην επιφάνεια και κάποιο συναίσθημα πχ
νοσταλγία γιατί θυμόμαστε πόσο γλυκά μας κοίταζε η μάνα μας με τα μεγάλα καστανά της μάτια όταν παίζαμε στην πλατεία του χωριού. Τα
προβλήματα θα ξεκινήσουν όταν εμείς θα προσδοκούμε από τον συνάδελφο να μας κοιτάζει με το ίδιο βλέμμα που είχε η μάνα μας στην επίμαχη
σκηνή. Τα προβλήματα θα μεγαλώσουν ακόμα περισσότερο όταν ο συνάδελφος δεν μας κοιτάξει με το βλέμμα που προσδοκούμε και αισθανθούμε
απογοήτευση. Τέλος τα προβλήματα θα γίνουν ακόμα μεγαλύτερα αν η απογοήτευση μας είναι τόσο μεγάλη που δεν μπορούμε να την
διαχειριστούμε και μετατρέπεται σε θυμό.
Τεχνικά μιλώντας η διαδικασία που μόλις περιγράψαμε ονομάζεται μεταβίβαση και είναι πολύ πιο συχνή από την έκφραση
"μου θυμίζεις τη
μάνα μου, γι΄ αυτό σε αγαπάω". Ο όρος μεταβίβαση προκύπτει από το γεγονός ότι εξ αφορμής μιας τυχαίας ομοιότητας (εν προκειμένω τα
μεγάλα καστανά μάτια του συναδέλφου και της μάνας μας) μεταβιβάζουμε νοητικά μια πληθώρα ιδιοτήτων της μάνας μας στον συνάδελφο μας. Οι
ιδιότητες που μεταβιβάζονται είναι αυτές που απαιτούνται για να υλοποιηθεί η προσδοκία μας. Ενδεικτικά, στο ανωτέρω παράδειγμα θα πρέπει
ο συνάδελφος να είναι τρυφερός ως άνθρωπος για να μας κοιτάξει με το βλέμμα που προσδοκούμε. Επιπλέον, θα πρέπει και οι δύο να
βρισκόμαστε σε μια κατάσταση που να ευνοεί την έκφραση τρυφερότητας. Αν πχ ο συνάδελφος βρίσκεται στη μέση μιας πολύ δύσκολης
διαπραγμάτευσης στην οποία διακυβεύεται το επαγγελματικό του μέλλον είναι προφανές ότι δεν θα κοιτάξει ούτε εμάς ούτε κάποιον άλλο με
τρυφερό βλέμμα απλά επειδή έχει μεγάλα καστανά μάτια όπως η μάνα μας.
Το ερώτημα που προκύπτει από τα ανωτέρω είναι το τι φταίει και μπαίνουμε σε αντίστοιχες διαδικασίες που είναι εξόφθαλμα παράλογες. Η
απάντηση προκύπτει σχεδόν αυτόματα παρατηρώντας απλά την αρχική ερώτηση (
"τι μου θυμίζεις...;") που μας δείχνει ξεκάθαρα ότι
αναγκαστικά ενεργοποιείται η μνήμη μας για να ξεκινήσει η διαδικασία της μεταβίβασης. Αυτό όμως που επί της ουσίας μας διαφεύγει είναι
ότι δεν ανακαλούμε μόνο την εικόνα/γεγονός, αλλά ταυτόχρονα ανακαλούμε και το συνοδευτικό συναίσθημα. Το αποτέλεσμα είναι να βρισκόμαστε
σε μια συναισθηματική σύγχυση ανάμεσα στο παρελθοντικό συναίσθημα και στο παρόν συναίσθημα. Με άλλα λόγια η ανάκληση του συναισθήματος
μας αποσυντονίζει/αποσυνδέει από το παρόν.
Αβίαστα, λοιπόν, προκύπτει ότι η διαδικασία της μεταβίβασης μπορεί να αναιρεθεί αν επανενεργοποιηθεί η συναισθηματική μας νοημοσύνη.
Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι θα πρέπει να θέσουμε στον εαυτό μας ερωτήματα που να επαληθεύουν την τωρινή μας κατάσταση. Στο ανωτέρω
παράδειγμα αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να ρωτήσουμε τον εαυτό μας αν είμαστε σε πραγματικό/φυσικό κίνδυνο και άρα αν ο θυμός μας είναι
φυσιολογικός. Προφανώς, αυτή η συνειδητοποίηση δεν θα λύσει άμεσα όλα μας τα προβλήματα, αλλά θα μας επιτρέψει να κάνουμε μια καλή αρχή,
δηλαδή μια αρχή χωρίς θυμό. Το επόμενο βήμα είναι να συνειδητοποιήσουμε ποιο συναίσθημα κρυβόταν κάτω/πίσω από τον θυμό, εν προκειμένω η
απογοήτευση. Το τελικό βήμα είναι να συνειδητοποιήσουμε γιατί ή/και πως ή/και πότε (πρωτο)εμφανίστηκε το επίμαχο συναίσθημα, εν
προκειμένω η απογοήτευση, αφού είναι δεδομένο ότι δεν σχετίζεται με την τρέχουσα κατάσταση μας και έτσι να κλείσει η εκκρεμότητα που
έχουμε από το παρελθόν.
Υ.Γ. Τα ανωτέρω αποτελούν μόνο τροφή για σκέψη και όχι επιστημονική γνώση.
Θέλετε να μοιραστείτε το άρθρο με τους φίλους σας;  
 
 
 
Γάμος vs Ψυχοθεραπεία
Πολλοί από τους ανθρώπους που κάνουν ψυχοθεραπεία κατά τη διάρκεια της θεραπείας τους παρατηρούν πολλές και σημαντικές αλλαγές στον
εαυτό τους. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι με τη συνδρομή της ψυχοθεραπείας αντιλαμβάνονται διαφορετικά τα πράματα ή/και ότι διαχειρίζονται
διαφορετικά τις καταστάσεις που τους αφορούν. Επί της ουσίας, βέβαια, αυτό που συμβαίνει είναι ότι στη διάρκεια της ψυχοθεραπείας
αποκτούμε επίγνωση των συναισθημάτων μας και είναι κυρίως αυτή η επίγνωση που μας ωθεί - οδηγεί στις εκάστοτε αλλαγές. Εκ πρώτης όψεως
δεν υπάρχει κάτι το ανησυχητικό σε αυτή τη διαδικασία επίγνωσης με εξαίρεση το γεγονός ότι προκαλεί αλλαγές στον θεραπευόμενο.
Ομολογουμένως, δε, οι αλλαγές προκαλούν αντιδράσεις που συχνά είναι ιδιαίτερα έντονες, ειδικά όταν η αλλαγή αφορά στις σχέσεις των
ανθρώπων. Αποτέλεσμα όλων αυτών είναι άνθρωποι που αναγνωρίζουν ότι χρειάζονται ψυχοθεραπεία συχνά να μην ξεκινάνε τη διαδικασία
θεωρώντας ότι η ψυχοθεραπεία αργά ή γρήγορα θα διαλύσει τον γάμο τους ή/και κάποια άλλη σοβαρή σχέση τους.
Το να προσπαθείς να προστατέψεις το γάμο σου είναι ένας απολύτως ευσεβής και θεμιτός στόχος δεδομένου ότι αποδεικνύεται ιστορικά πως η
οικογένεια είναι ένα από τα θεμέλια των κοινωνιών μέσα στις οποίες ζούμε. Ταυτόχρονα, όμως, συνιστά σοβαρή παρανόηση το να πιστεύουμε
ότι η ψυχοθεραπεία έχει ως άμεσο ή έμμεσο σκοπό το "ξεκαθάρισμα" των σχέσεων μας και άρα ενδεχομένως τη διάλυση κάποιων σχέσεων μας.
Όπως προείπαμε αυτό που επί της ουσίας συμβαίνει στη διάρκεια της ψυχοθεραπείας είναι ότι προσπαθούμε να αποκτήσουμε επίγνωση των
συναισθημάτων μας και να συνειδητοποιήσουμε πως αυτά καθορίζουν ουσιαστικά τη συμπεριφορά μας, δηλαδή τις σχέσεις μας με τους άλλους
ανθρώπους. Το πρώτο αποτέλεσμα αυτής της συνειδητοποίησης είναι η ουσιαστική μείωση του θυμού μας. Ο λόγος για τον οποίο συμβαίνει αυτό
είναι γιατί στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων ο θυμός είναι η παραμόρφωση κάποιου άλλου συναισθήματος (είτε ευχάριστου, είτε
δυσάρεστου) που δεν έχουμε καταφέρει να βιώσουμε ή να εκφράσουμε.
Όταν με τη συνδρομή της ψυχοθεραπείας καταφέρνουμε να βιώσουμε ή/και να εκφράσουμε τα πραγματικά μας συναισθήματα, μας δίνεται αυτόματα
η δυνατότητα να αλληλεπιδρούμε με τους άλλους ανθρώπους πιο ουσιαστικά και πιο αληθινά, επειδή ακριβώς εμείς οι ίδιοι έχουμε καταφέρει
να αντιληφθούμε πιο ουσιαστικά και πιο αληθινά τους εαυτούς μας. Επιπλέον, η ικανότητα μας να αναγνωρίζουμε τα προσωπικά μας
συναισθήματα μας δίνει τη δυνατότητα να αναγνωρίζουμε αποτελεσματικότερα και τα συναισθήματα των άλλων ανθρώπων και ειδικά των πιο
κοντινών μας. Ένας από τους λόγους εξαιτίας του οποίου συμβαίνει αυτό είναι γιατί εν γένει οι άνθρωποι με τους οποίους έχουμε επιλέξει
να κάνουμε παρέα είναι αυτοί που έχουν συναισθηματικό κόσμο συμβατό με τον δικό μας ("αν δεν ταιριάζανε, δε θα συμπεθεριάζανε" λέει ο
θυμόσοφος λαός). Ταυτόχρονα, είμαστε σε θέση να συγκρίνουμε τον εαυτό μας στο παρελθόν και στο παρόν και να συνειδητοποιήσουμε ότι όλα
όσα μας κρατούσανε πίσω στη ζωή μας σχετίζονται κυρίως με τα ανέκφραστα συναισθήματα μας και η έκφραση των συναισθημάτων μας είναι
προσωπική μας υπόθεση και όχι του απέναντι μας. Το αποτέλεσμα αυτής της συνειδητοποίησης είναι να αναλαμβάνουμε την ευθύνη μας σε πιο
συστηματική βάση και να μην κατηγορούμε τους άλλους και άρα αυτόματα γινόμαστε πιο φιλικοί και πιο δεκτικοί απέναντι στους άλλους.
Επιπλέον, όταν καταφέρνουμε να εκφράσουμε τον συναισθηματικό μας κόσμο, συνειδητοποιούμε ταυτόχρονα ότι συχνά οι λόγοι που μας
κρατούσανε πίσω ήταν συνήθως αρκετά παιδικοί και ως εκ τούτου αστείοι από την πλευρά ενός ενήλικα. Αυτό όμως έχει ως αποτέλεσμα να
συνειδητοποιούμε ότι αντίστοιχοι λόγοι κρατούνε και τους απέναντι μας από το να εκφράσουν τον συναισθηματικό τους κόσμο. Έχοντας αυτό
κατά νου είναι πιο εύκολο πλέον να γελάσουμε με μια επί της ουσίας παιδική συμπεριφορά και όχι να θυμώσουμε γιατί ακριβώς έχουμε τη
δυνατότητα να δούμε το παιδί που κρύβεται πίσω από τον ενήλικα που έχουμε μπροστά μας και στη θέση του οποίου βρισκόμασταν εμείς μέχρι
να πάρουμε την απόφαση να ξεκινήσουμε ψυχοθεραπεία.
Καταφέρνοντας, δηλαδή, μέσω της ψυχοθεραπείας να βιώσουμε ή/και να εκφράσουμε τα πραγματικά μας συναισθήματα, έχουμε πρακτικά τη
δυνατότητα να δούμε τη "μεγάλη εικόνα", τόσο τη δική μας, όσο και των απέναντι μας. Δίνοντας στους εαυτούς μας αυτή τη δυνατότητα είναι
πιο πιθανό να επιδιώξουμε να βελτιώσουμε τις υπάρχουσες σχέσεις μας και ειδικά τις πιο σημαντικές από αυτές και όχι να εξαφανίσουμε
ή/και να ξεχάσουμε το παρελθόν μας ("δεν αφήνουμε τον γάμο, για να πάμε για πουρνάρια" λέει ο θυμόσοφος λαός). Το να αποδεχθείς τους
ανθρώπους που έχεις γύρω σου όλα αυτά τα χρόνια είναι πρακτικά ισοδύναμο με το να αποδεχθείς την προσωπική σου πορεία μέχρι σήμερα.
Τελικά, αυτό που πάντα αλλάζει μετά από μια πετυχημένη ψυχοθεραπευτική διαδικασία δεν είναι ο/η σύντροφός σου, αλλά εσύ που μπορείς
πλέον να αναγνωρίζεις - εκφράζεις - βιώνεις τα συναισθήματα σου και ως εκ τούτου μπορείς να αναλαμβάνεις πάντα την ευθύνη των πράξεων
σου. Τα ανωτέρω σίγουρα δεν ισχύουν όταν ο/η σύντροφος σου σε κακοποιεί σωματικά, αλλά σε αυτή την περίπτωση τον πρώτο λόγο έχει συνήθως
η αστυνομία (ή κάποιος αντίστοιχος φορέας) και όχι η ψυχοθεραπεία.
Υ.Γ. Τα ανωτέρω αποτελούν μόνο τροφή για σκέψη και όχι επιστημονική γνώση.
Θέλετε να μοιραστείτε το άρθρο με τους φίλους σας;  
 
 
 
Ελεύθερος συνειρμός
Ο ελεύθερος συνειρμός είναι ένα από τα βασικά εργαλεία της ψυχοθεραπείας. Στη διαδικασία αυτή ο αναλυόμενος καλείται να εκφράσει λεκτικά
όλες του τις σκέψεις χωρίς να τις λογοκρίνει. Στόχος της διαδικασίας είναι να εμφανιστεί το ασυνείδητο υλικό που ταλαιπωρεί τον
αναλυόμενο έτσι ώστε αυτός να το επεξεργαστεί κατάλληλα και τελικά να καταφέρει να διάγει ένα βίο χωρίς αγκυλώσεις ή εκκρεμότητες από το
παρελθόν. Παρότι η κεντρική ιδέα πίσω από τον ελεύθερο συνειρμό είναι απλή και αποτελεσματική, στην πράξη προκύπτει ότι το κύριο
πρόβλημα με αυτόν είναι πως ο αναλυόμενος, ειδικά στα αρχικά στάδια της ανάλυσης του, πολύ σπάνια και με πολύ δυσκολία μπορεί να
εκφράσει λεκτικά τον εσωτερικό του κόσμο χωρίς να τον λογοκρίνει. Με άλλα λόγια στα αρχικά στάδια το πρόβλημα δεν είναι πως θα
επεξεργαστούμε τον ελεύθερο συνειρμό αλλά το πως θα παρακάμψουμε ή/και αποδομήσουμε τις αντιστάσεις από τις οποίες αυτός συνοδεύεται.
Χωρίς να αναφέρουμε τα σχεδόν αμέτρητα είδη των αντιστάσεων μπορούμε να πούμε ότι συνήθως αυτές καταλήγουν σε εκλογίκευση ή/και
εξιδανίκευση ή/και απώθηση. Στην περίπτωση της εκλογίκευσης ο αναλυόμενος προσπαθεί επί της ουσίας να εξηγήσει τα ανεξήγητα. Μια ακραία
- ενδεικτική εκδοχή είναι η εξής : "χτυπάω το κεφάλι μου στον τοίχο μέχρι να σπάσει γιατί νοιώθω ότι έχει γίνει σαν μπαλόνι και θέλω να
χαλαρώσω". Στην περίπτωση της εξιδανίκευσης ο αναλυόμενος πιστεύει ότι έχει περισσότερες ή/και καλύτερες ή/και μεγαλύτερες ικανότητες -
δυνατότητες από πολλούς άλλους και για τον λόγο αυτό μπορεί να κάνει κάτι στο οποίο κάποιοι άλλοι ενδεχομένως να αποτύχουν. Μια ακραία -
ενδεικτική εκδοχή είναι η εξής : "οι γυναίκες δεν πρέπει να παίρνουν δίπλωμα οδήγησης γιατί δεν έχουν καλή αίσθηση του χώρου". Στην
περίπτωση της απώθησης ο αναλυόμενος δε θέλει να αναδυθεί το ασυνείδητο υλικό γιατί σχετίζεται με κάποιο γεγονός ή/και τραύμα που του
προκαλεί πολύ έντονη συναισθηματική φόρτιση την οποία δεν μπορεί να διαχειριστεί. Μια ακραία - ενδεικτική εκδοχή είναι η παιδική
σεξουαλική κακοποίηση.
Έχοντας κατά νου τα ανωτέρω είναι σχετικά εύκολο να συνειδητοποιήσουμε ότι συνήθως όταν θέλουμε να κρύψουμε κάτι τότε χρησιμοποιούμε την
ομιλία σε συνδυασμό με τις διανοητικές μας ικανότητες για να πούμε ένα εύγλωττο παραμύθι. Ο κύριος λόγος για τον οποίο αυτό συμβαίνει
είναι γιατί είμαστε συστηματικά εκπαιδευμένοι να χρησιμοποιούμε κυρίως τη διανόηση μας, οπότε αυτή είναι ένα εύκολα προσβάσιμο εργαλείο.
Αυτόματα, επίσης, προκύπτει ότι το να χρησιμοποιεί ένας ψυχοθεραπευτής τη διανόηση για να παρακάμψει ή/και να αποδομήσει τις εκάστοτε
αντιστάσεις είναι εκ προοιμίου ένα δύσκολο έργο και αυτός είναι ένας από τους σοβαρούς λόγους που μπορούν να καταστήσουν τις αμιγώς
διαλεκτικές ψυχοθεραπείες ιδιαίτερα χρονοβόρες (πχ δέκα χρόνια ή και περισσότερο). Εξαιτίας των ανωτέρω προκύπτει η ανάγκη για τρόπους
παράκαμψης ή/και αποδόμησης των αντιστάσεων που δε θα έχουν ως βασικό εργαλείο τη διανόηση. Για να βρούμε αυτά τα εργαλεία το μόνο που
χρειάζεται να κάνουμε είναι να θυμηθούμε ότι ο άνθρωπος πέρα από τις διανοητικές ή άλλες ικανότητες του είναι ένα ζώο όπως ο σκύλος, η
γάτα κλπ και άρα εκφράζεται όχι μόνο λεκτικά αλλά και με τη γλώσσα του σώματος. Επιπλέον, χρειάζεται να θυμηθούμε ότι ήδη από την
ανώτερη παλαιολιθική εποχή (περίπου 40.000 χρόνια πριν) ο άνθρωπος εκφράζεται μέσω της τέχνης (βλ. σπήλαιο Αλταμίρα στην
Ισπανία).
Είναι γνωστό και μάλλον οικείο σε όλους μας ότι ο σύγχρονος άνθρωπος κινείται ελάχιστα στην καθημερινότητα του. Αυτό σε πρακτικό επίπεδο
σημαίνει ότι ο σύγχρονος άνθρωπος έχει πολύ μικρή επίγνωση της γλώσσας του σώματός του. Επιπλέον, είναι γνωστό σε όλους ότι το σώμα δε
λέει ποτέ ψέματα. Για την ακρίβεια μπορούμε ενδεχομένως να πούμε μερικά ψέματα χρησιμοποιώντας τη γλώσσα του σώματος, αλλά αυτά συνήθως
είναι αρκετά επιφανειακά ή/και δεν μπορούν να έχουν διάρκεια. Αυτό οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι η γλώσσα του σώματος με τον ένα ή με
τον άλλο τρόπο θα καταλήξει σε αλλαγή της αναπνοής και όλοι γνωρίζουν ότι δεν μπορείς να ελέγξεις για μεγάλο χρονικό διάστημα τον τρόπο
με τον οποίο αναπνέεις. Το αποτέλεσμα όλων αυτών είναι ότι το σώμα του καθενός καθίσταται ως ο αυθεντικότερος εκφραστής του ασυνειδήτου
και των συναισθημάτων του και αυτό που κατά βάση χρειάζεται να κάνουμε είναι να το παρατηρήσουμε. Αυτή η παρατήρηση είναι που θα μας
επιτρέψει να εστιάσουμε στο παρόν και θα επαναφέρει την αναπνοή στη φυσιολογική της κατάσταση. Αναπνέοντας, όμως, καλύτερα δίνεται η
δυνατότητα στον εγκέφαλο να επεξεργαστεί αποτελεσματικότερα ότι μας απασχολεί και αυτό θα επιφέρει σχεδόν μοιραία τις αλλαγές που
απαιτούνται για να απολαμβάνουμε τη ζωή, τουλάχιστον όσο δεν υπάρχει κάποιος αντικειμενικός κίνδυνος όπως ένας πόλεμος, ένας δολοφόνος
κλπ. Φυσικά, οι αγκυλώσεις του σώματος δεν είναι ευκολότερες από τις διανοητικές αλλά είναι συνήθως πιο διαχειρίσιμες δεδομένου ότι πέρα
από τη σωματική ψυχοθεραπεία μπορούμε πάντα να υποστηρίξουμε το σώμα μας και με την απλή γυμναστική, με ένα καλό μασάζ, παίζοντας με το
κατοικίδιο μας, επισκεπτόμενοι ένα χειροπράκτη κλπ.
Σε ότι αφορά στην τέχνη και την ψυχοθεραπευτική της επίδραση δε χρειάζεται να ειπωθούν πολλά πράγματα, αφού αυτή είναι γνωστή και
καταγεγραμμένη ήδη από την εποχή του Ιπποκράτη. Ομοίως, δε χρειάζεται να ειπωθούν πολλά σε σχέση με το ότι μέσω της τέχνης μπορούμε να
εκφράσουμε ή/και να αναγνωρίσουμε τα πιο βαθιά μας συναισθήματα γιατί αυτό είναι κάτι που όλοι ανεξαιρέτως έχουμε βιώσει κάποια φορά στη
ζωή μας. Επιπλέον, με δεδομένο ότι οι περισσότεροι από εμάς δεν έχουμε κάποια συστηματική - επαγγελματική σχέση με την τέχνη, προκύπτει
αβίαστα ότι κάθε φορά που εκφραζόμαστε μέσω της τέχνης, αυτόματα εκφράζουμε τον βαθύτερο εαυτό μας γιατί μας είναι τεχνικά αδύνατο να
τον κρύψουμε. Παράλληλα, η τέχνη στην πράξη απαιτεί τόσο τη χρήση του σώματος (πχ χρησιμοποιούμε το χέρι μας για να ζωγραφίσουμε και
στήνουμε κατάλληλα όλο μας το σώμα για να κρατήσουμε καλά το μολύβι μας), όσο και τη χρήση της διανόησης (γιατί πέρα από το συναίσθημα
αποτυπώνεται πάντα και κάποιο μήνυμα - ιστορία προς τον θεατή). Άρα σε πρακτικό επίπεδο, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε την τέχνη είτε ως
ένα καθρέπτη του εαυτού μας, είτε ως ένα χώρο εκπαίδευσης μέσα στον οποίο μαθαίνουμε να εκφράζουμε τα συναισθήματα μας και να τα
διαχειριζόμαστε με ένα τρόπο που θα μας επιτρέψει να στέλνουμε ένα σαφές και κατανοητό μήνυμα στον θεατή μας. Όλα αυτά καθιστούν την
τέχνη ως ένα ολοκληρωμένο - ολιστικό ψυχοθεραπευτικό εργαλείο του οποίου οι δυνατότητες - εφαρμογές εξαρτώνται σχεδόν αποκλειστικά από
την εφευρετικότητα του ψυχοθεραπευτή. Κατά τα υπόλοιπα, όπως και στην περίπτωση της σωματικής ψυχοθεραπείας, έτσι και στη θεραπεία μέσω
των τεχνών γίνεται εξαρχής αρκετά σαφές ότι δε διακυβεύεται τίποτα ουσιώδες όταν απλά ζωγραφίζεις σε ένα κομμάτι χαρτί ή όταν χτυπάς τα
χέρια σε κάποιο ρυθμό που σου αρέσει κλπ. Το αποτέλεσμα αυτής της διαπίστωσης είναι ότι δεν υπάρχει αντίστοιχα κανένας ουσιώδης λόγος
εμφάνισης κάποιας αντίστασης.
Κλείνοντας αυτή την ανάλυση είναι σημαντικό να συνειδητοποιήσουμε ότι η (δια)λεκτική, η σωματική και η μέσω της τέχνης ψυχοθεραπεία
είναι αλληλοσυμπληρούμενες και όχι αλληλοαποκλειόμενες. Αυτό συμβαίνει γιατί όλοι οι άνθρωποι χρησιμοποιούν στη ζωή τους ταυτόχρονα και
την ομιλία και το σώμα τους και την τέχνη και είναι ο συνδυασμός αυτών που τους καθιστά ολοκληρωμένους. Προφανώς, η αναλογία με την
οποία ο καθένας χρησιμοποιεί το κάθε ένα από αυτά διαφέρει και το ζητούμενο είναι να βρει ποια είναι η σωστή αναλογία, δηλαδή η αναλογία
που του επιτρέπει να λειτουργήσει με τον αποτελεσματικότερο τρόπο και να απολαύσει τη ζωή του στο μέγιστο δυνατό βαθμό. Αντίστοιχα, δεν
έχει νόημα να πούμε ότι θα δουλέψει κάποιος πρώτα με το σώμα ή πρώτα με την τέχνη κλπ. Οι ιδιαιτερότητες του καθενός και της κάθε
περίστασης είναι αυτές που μας οδηγούν στη χρήση του ενός ή του άλλο εργαλείου. Αυτό που προέχει όμως είναι να έχουμε πάντα διαθέσιμα
στην εργαλειοθήκη μας όλα τα πιθανά εργαλεία και να είμαστε πάντα σε θέση να τα αξιοποιήσουμε όσο, όπως και όποτε χρειαστεί.
Υ.Γ. Τα ανωτέρω αποτελούν μόνο τροφή για σκέψη και όχι επιστημονική γνώση.
Θέλετε να μοιραστείτε το άρθρο με τους φίλους σας;  
 
 
 
Συναισθηματική νοημοσύνη
Ο όρος συναισθηματική νοημοσύνη έγινε ευρέως γνωστός μέσω του ομώνυμου βιβλίου (Emotional Intelligence)του Daniel Goleman. Πριν
ασχοληθούμε συστηματικά με τον όρο αυτό ας να δούμε την προέλευση του όρου από φιλολογικής πλευράς. Στην ιστοσελίδα του λεξικού Merriam
- Webster διαπιστώνουμε ότι η λέξη "intelligence" είναι σύνθετη και προέρχεται από τις λατινικές λέξεις "inter" και "legere". Η λέξη
"legere" με τη σειρά της είναι συγγενής με την ελληνική λέξη "λέγειν" που παραπέμπει ευθέως στη λέξη "λόγος". Έχοντας υπόψη τα ανωτέρω
είναι σαφές ότι τόσο στα αγγλικά, όσο και στα ελληνικά ο όρος συναισθηματική νοημοσύνη παραπέμπει σαφώς σε μια διανοητική - λεκτική
ικανότητα ή/και δεξιότητα.
Ανάλογα βρίσκουμε ότι η λέξη "emotional" προέρχεται από τη λατινική λέξη "movere" που σημαίνει "να κινήσω". Ως εκ τούτου ο αγγλικός όρος
"emotional intelligence" μπορεί να μεταφραστεί και ως "συγκινησιακή νοημοσύνη". Παρότι ο όρος "συγκινησιακή νοημοσύνη" είναι αδόκιμος,
είναι σαφές ότι είναι συμβατός με τον όρο "συναισθηματική νοημοσύνη", δεδομένου ότι οι όροι "συγκίνηση" και "συναίσθημα" συνδέονται. Για
το τυπικό της υπόθεσης αναφέρουμε πως είναι δόκιμο να πούμε ότι ένα συναίσθημα μπορεί να μας προκαλέσει μια συν-κίνηση, δηλαδή μας ωθεί
να δράσουμε, το οποίο ισοδυναμεί με το να πούμε ότι το συναίσθημα μας οδήγησε σε μια δράση, που συνήθως περιγράφεται από την έκφραση "τα
συναισθήματα μας καθορίζουν τις πράξεις μας". Επιπλέον, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η λέξη "συναίσθημα" έχει κοινή καταγωγή με τη λέξη
"αίσθηση", το οποίο δείχνει ότι στην ελληνική γλώσσα και αντίληψη το συναίσθημα σχετίζεται άμεσα και ουσιαστικά με τις σωματικές μας
αισθήσεις.
Συνδυάζοντας τα ανωτέρω προκύπτει ότι η συναισθηματική νοημοσύνη σχετίζεται με την ικανότητα - δυνατότητα του νου μας να αντιλαμβάνεται
τα σήματα που λαμβάνει από το σώμα μας και να τα επεξεργάζεται κατάλληλα ώστε να προβαίνουμε στη βέλτιστη κάθε φορά αντίδραση.
Εξυπακούεται ότι όταν η συναισθηματική μας νοημοσύνη είναι ανεπτυγμένη θα πρέπει επιπλέον να μπορούμε να περιγράψουμε τι είναι αυτό που
μας συνέβη και πως φτάσαμε στην εκάστοτε αντίδραση. Αξίζει εδώ να αναφέρουμε ότι όλοι οι ζώντες οργανισμοί που έχουν εγκέφαλο και
κεντρικό νευρικό σύστημα έχουν αυτόματα και συναισθηματική νοημοσύνη η συνθετότητα της οποίας εξαρτάται από τη συνθετότητα -
πολυπλοκότητα του εκάστοτε οργανισμού. Στην περίπτωση των ζώων αυτών προφανώς δεν είναι ρεαλιστικό να απαιτήσουμε να εκφράσουν λεκτικά
το βίωμα και την αντίδραση τους, αλλά αυτό είναι μια μάλλον τεχνική λεπτομέρεια, αφού η λεκτική έκφραση είναι μόνο μια από τις πιθανές
μορφές έκφρασης (ενδεικτικά αναφέρουμε ότι κάποιος μπορεί να εκφραστεί χρησιμοποιώντας τη γλώσσα του σώματος).
Έχοντας ολοκληρώσει τη θεωρητική εισαγωγή στη συναισθηματική νοημοσύνη, οφείλουμε να περιγράψουμε και την πρακτική της πλευρά, δηλαδή το
πως αυτή υλοποιείται ή εμφανίζεται στην καθημερινότητα μας. Ένα καλό σημείο εκκίνησης - αναφοράς είναι το θεμελιώδες συναίσθημα του
θυμού που τεχνικά είναι απαραίτητο μόνο όταν δεχόμαστε επίθεση σε φυσικό - σωματικό επίπεδο. Ενδεικτική περίσταση είναι όταν κάποιος μας
επιτίθεται με μαχαίρι οπότε (αν μας το επιτρέπει η σωματική μας κατάσταση) παλεύουμε μαζί του μέχρι να τον αφοπλίσουμε και να τον
ακινητοποιήσουμε. Γνωρίζουμε όμως πρακτικά οι άνθρωποι συχνά θυμώνουν πολλές φορές παρότι είναι σαφές ότι δε δέχονται σωματική επίθεση.
Μια ενδεικτική περίσταση "επίθεσης" (δηλαδή επίθεσης σε μεταφορικό επίπεδο) συμβαίνει όταν παίζουμε μια παρτίδα σκάκι, όπου προφανώς
ένας είναι ο νικητής. Είναι σαφές ότι στην επίμαχη περίσταση μπορεί να υπάρξει πολύ μεγάλη ένταση που προέρχεται από την ισχυρή
διανοητική μας προσπάθεια, αλλά είναι επίσης σαφές ότι δεν είναι φυσιολογικό να αρχίσουμε να γρονθοκοπούμε τον αντίπαλο μας επειδή ο
"στρατηγός" του "έφαγε" τη "βασίλισσα" μας. Στην περίσταση αυτή η φυσιολογικά - πλήρως ανεπτυγμένη συναισθηματική νοημοσύνη θα μας
επιτρέψει, αρχικά, να παρατηρήσουμε χρησιμοποιώντας τις αισθήσεις μας ότι κανείς δε μας έχει σωματικά χτυπήσει. Όταν αυτό γίνει πλήρως
συνειδητό τότε αυτόματα θα εξαφανιστεί από τη συναισθηματική μας βεντάλια το συναίσθημα του θυμού και οποιαδήποτε σχετική παρενέργεια
του και ενδεχομένως να αισθανθούμε αγωνία. Όταν έχει ολοκληρωθεί αυτή η φάση, τότε μέσω των αισθήσεων μας θα μπορούμε να εντοπίσουμε
ακριβώς τις θέσεις όλων των πιονιών στη σκακιέρα και όχι μόνο του αντίπαλου "στρατηγού" και της απολεσθείσας "βασίλισσας" και έχοντας
αυτές τις πληροφορίες θα αρχίσουμε εκ νέου να σχεδιάζουμε τις επόμενες κινήσεις μας. Αν τελικά όντως χάσουμε τον αγώνα, τότε πάλι
χρησιμοποιώντας τις αισθήσεις μας θα δούμε τον "βασιλιά" μας εκτός της σκακιέρας και θα ακούσουμε τον κριτή να ανακοινώνει τον νικητή
του αγώνα και εμείς θα αισθανθούμε πιθανόν λύπη, απογοήτευση κλπ. Εναλλακτικά, χρησιμοποιώντας τις αισθήσεις μπορεί να δούμε ή/και να
ακούσουμε τους θεατές να μας χειροκροτούν εξίσου πολύ με τον νικητή και να αισθανθούμε χαρά, που θα μας επιτρέψει να συνειδητοποιήσουμε
ότι τελικά ανταπεξήλθαμε επάξια στις απαιτήσεις τις περίστασης. Αν παρεμπιπτόντως μαζί με την παρτίδα χάσαμε και το σχετικό χρηματικό
έπαθλο, τότε οι αισθήσεις μας πάλι θα μας ενημερώσουν ότι δεν κινδυνεύουμε από ασιτία και άρα δεν εξυπηρετεί να θυμώσουμε και να
αρχίσουμε να γρονθοκοπούμε τον νικητή ή τον κριτή για να πάρουμε εμείς το χρηματικό έπαθλο.
Βέβαια, υπάρχουν αρκετές περιπτώσεις όπου δεν τίθεται ζήτημα επίθεσης ούτε σε κυριολεκτικό ούτε σε μεταφορικό επίπεδο, αλλά παρόλα αυτά
κάποιος μπορεί πάλι να αισθανθεί πολύ έντονο θυμό. Μια τυπική περίσταση είναι όταν φτιάχνουμε ένα παζλ και δυσκολευόμαστε ιδιαίτερα να
βρούμε ένα συγκεκριμένο κομμάτι του παζλ. Και στην περίσταση αυτή είναι σημαντικό να έχουμε επαφή με τις αισθήσεις έτσι ώστε να
επιβεβαιώσουμε ότι δεν υπάρχει κανενός είδους φυσικός κίνδυνος όσο ψάχνουμε το κομμάτι του παζλ. Φυσικά, ενδέχεται να είμαστε σε
συναισθηματική υπερδιέγερση, πχ να αισθανόμαστε έντονη απογοήτευση που μπορεί να θεωρηθεί απολύτως φυσιολογική. Στο σημείο αυτό όμως
είναι κυριολεκτικά κρίσιμο το σώμα να είναι ικανό να διαχειριστεί αυτό το συναίσθημα. Αν πχ η απογοήτευση μας είναι πολύ έντονη και
είμαστε σκυθρωποί, τότε η στάση τους σώματος μας δε μας επιτρέπει να παίρνουμε πλήρεις και απρόσκοπτες αναπνοές. Η ελλιπής -
ελαττωματική αναπνοή μοιραία θα μειώσει δραστικά την ποσότητα του οξυγόνου που λαμβάνουμε και μας είναι απαραίτητη, οπότε ο εγκέφαλος θα
λαμβάνει αλλά και θα στέλνει μηνύματα κινδύνου από και προς στο σώμα μας. Έχοντας μπει σε κατάσταση κινδύνου μοιραία θα εμφανιστεί το
συναίσθημα του θυμού γιατί αυτό είναι το φυσιολογικό. Αυτός ο φαύλος κύκλος μπορεί να σταματήσει μόνο αν έχουμε τη δυνατότητα να
παρατηρούμε ανά πάσα στιγμή τι πραγματικά συμβαίνει γύρω μας και μέσα μας. Με άλλα λόγια, η δυνατότητα - ικανότητα παρατήρησης και
επίγνωσης μέσω των αισθήσεων είναι αυτή που θα μας επιτρέψει να επιστρέψουμε σε μια κατάσταση υψηλής ενδεχομένως συναισθηματικής
φόρτισης που δε θα μετατραπεί όμως σε θυμό.
Ευτυχώς, η παρατήρηση και η σωματική επίγνωση ως διαδικασίες δεν απαιτούν υψηλά επίπεδα ενέργειας - οξυγόνου - αναπνοής και άρα μπορεί
να εφαρμοστούν σχεδόν σε όλες τις περιστάσεις, απαιτούν όμως συνεχή - συστηματική εξάσκηση και αυτό είναι που τις καθιστά σχετικά
απρόσιτες σε πολλούς ανθρώπους. Αξίζει, επίσης, να σημειώσουμε ότι ένας από τους βασικούς "αντιπάλους" της παρατήρησης και της σωματικής
επίγνωσης είναι η μνήμη και αυτό συμβαίνει γιατί η μνήμη ενεργοποιείται ακόμα και όταν έχουμε ελλειπή στοιχεία. Ενδεικτικά αναφέρουμε
ότι ελλιπής καταγραφή δεδομένων συμβαίνει όταν ακούμε να μας κορνάρει κάποιος στο φανάρι και ταραγμένοι από τη μνήμη που μας
ενεργοποίησε το κορνάρισμα δεν παρατηρούμε ότι το φανάρι είναι ακόμα κόκκινο και τελικά ετοιμαζόμαστε να πατήσουμε γκάζι. Ένας άλλος
"αντίπαλος" της παρατήρησης και της σωματικής επίγνωσης είναι η διανόηση, που με απλά λόγια σημαίνει ότι παρατηρούμε πολύ λίγο και
σκεφτόμαστε πάρα πολύ. Ενδεικτικά αναφέρουμε, χωρίς να χρειάζεται ιδιαίτερη ανάλυση, ότι σε πολλούς ανθρώπους ήταν είναι μάλλον οικείο
το "σπορ" της "ταβανοθεραπείας".
Ολοκληρώνοντας αυτή την εισαγωγή στη συναισθηματική νοημοσύνη πρέπει να πούμε ότι αυτό που μόλις περιγράψαμε είναι απλά η κορυφή του
παγόβουνου, τόσο σε πρακτικό όσο και σε θεωρητικό επίπεδο. Σε κάθε περίπτωση όμως είναι σαφές ότι δεν μπορούμε να εξελίξουμε τη
συναισθηματική μας νοημοσύνη χωρίς να έχουμε ασχοληθεί επαρκώς με τον θυμό μας και την αναπνοή μας. Τέλος, αξίζει, να σημειώσουμε ότι
ένα εξαιρετικό εργαλείο για την ανάπτυξη της συναισθηματικής μας νοημοσύνης είναι η τέχνη και αυτό σχετίζεται με το γεγονός ότι δεν
μπορούμε να εκφραστούμε μέσω της τέχνης όντες θυμωμένοι (παρότι μπορούμε να εκφράσουμε τον θυμό μας μέσω της τέχνης). Αντίστοιχα, ένας
εξαιρετικός βοηθός - δάσκαλος συναισθηματικής νοημοσύνης είναι τα ζώα (οικόσιτα και μη) και αυτό συμβαίνει γιατί τα ζώα την ώρα που
εμείς κάνουμε "ταβανοθεραπεία", αυτά παρατηρούν και αισθάνονται τι συμβαίνει γύρω και μέσα τους μειώνοντας έτσι στο απολύτως αναγκαίο το
επίπεδο του θυμού τους και απολαμβάνοντας ταυτόχρονα τη γαλήνη της ύπαρξης.
Υ.Γ. Τα ανωτέρω αποτελούν μόνο τροφή για σκέψη και όχι επιστημονική γνώση.
Θέλετε να μοιραστείτε το άρθρο με τους φίλους σας;  
 
 
 
Ψωνίζοντας στο χασάπη
Η κα Ερωτευμενάκη, η κα Μπουρίνια και ο κος Τρελαντώνης συναντιούνται μια Τετάρτη πρωί στο χασάπικο της γειτονιάς τους για να κάνουν τα
καθημερινά τους ψώνια. Μπροστά τους είναι ένας πελάτης που έχει ζητήσει από τον χασάπη να του δώσει δέκα κοτόπουλα νωπά τα οποία όμως θα
πρέπει πρώτα να του τα κόψει σε οκτώ κομμάτια. Ο χασάπης ξεκινάει αμέσως την παραγγελία και χρησιμοποιώντας επιδέξια το μεγάλο μαχαίρι
του κόβει όσο πιο γρήγορα μπορεί τα κοτόπουλα που του έχει ζητήσει ο πελάτης του. Βέβαια, επειδή τα κοτόπουλα είναι πολλά χρειάζεται
περισσότερος χρόνος από ότι στις συνήθεις παραγγελίες, οπότε και οι υπόλοιποι πελάτες περιμένουν λίγο παραπάνω από τις άλλες φορές.
Η κα Ερωτευμενάκη, ήρεμη και ευδιάθετη ως συνήθως, ρίχνει μια ματιά στο κινητό της και παρατηρεί ότι έχει δύο μηνύματα στα οποία
αποφασίζει να απαντήσει όση ώρα περιμένει στη σειρά της. Η κα Μπουρίνια, μέσα στην ένταση ως συνήθως, ξεφυσάει συνεχώς και σκέφτεται
πόσο τραγικός τύπος είναι ο πελάτης που πρωινιάτικα και μεσοβδόμαδα αποφάσισε να κάνει τα ψώνια του μήνα ολόκληρου και επιπλέον έχει
μετατρέψει τον χασάπη σε βοηθό μάγειρα. Ο εκνευρισμός της είναι αρκετά έντονος και τελικά αποφασίζει να κάνει παρατήρηση στο χασάπη που
καθυστερεί και δεν έχει ένα ακόμα υπάλληλο να τον βοηθήσει. Ο κος Τρελαντώνης, που πρώτη φορά επισκέπτεται αυτό το χασάπικο, παρατηρεί
ότι ο χασάπης αν και πρωί έχει ήδη ιδρώσει εκτελώντας αυτή την παραγγελία και σκέφτεται ότι θα πρέπει να είναι πολύ θυμωμένος που δεν
μπορεί να εξυπηρετήσει πιο γρήγορα τους πελάτες του. Ταυτόχρονα, παρατηρεί ότι ο χασάπης κάθε φορά που κόβει ένα κομμάτι κοτόπουλο αντί
να το ακουμπήσει απαλά στον πάγκο σχεδόν το πετάει πάνω στα άλλα κομμάτια κρέας λες και είναι σκουπίδια. Ο κος Τρελαντώνης
εντυπωσιάζεται πολύ και από το γεγονός ότι ο χασάπης που έχει ένα τόσο μεγάλο και κοφτερό μαχαίρι βάζει τόση δύναμη για να κόψει τα
κοτόπουλα σε κομμάτια. Ο κος Τρελαντώνης είναι πολύ αναστατωμένος από όλα αυτά τα σημάδια και από την ένταση που μεταφέρει η κα
Μπουρίνια με τις παρατηρήσεις της στο χασάπη και είναι βέβαιος ότι ο χασάπης θα "εκραγεί" και θα συμβεί κάποιο έγκλημα σαν αυτό που
βλέπουμε συχνά στην τηλεόραση, οπότε αποφασίζει να φύγει προφασιζόμενος ότι ξέχασε το πορτοφόλι του.
Προφανώς, η ανωτέρω ιστορία είναι προϊόν καθαρής μυθοπλασίας, δηλαδή παραμύθι. Όπως κάθε παραμύθι, όμως, περιγράφει εύγλωττα κάποιους
τυπικούς χαρακτήρες - προσωπικότητες. Στην προκειμένη περίπτωση η κα Ερωτευμενάκη είναι ένας γενετήσιος χαρακτήρας. Πρακτικά αυτό
σημαίνει ότι σε μια έκτακτη κατάσταση έχει την ικανότητα να διατηρήσει την ηρεμία της και μπορεί να βρει ευκαιρίες να αξιοποιήσει
κατάλληλα το χρόνο της ή/και τις νέες συγκυρίες. Αυτή η ικανότητα της είναι απόρροια του ότι γενικότερα μπορεί να εκφράζεται (τόσο μέσω
της γλώσσας όσο και μέσω του σώματος της) και να εκφράζει κατάλληλα τις ανάγκες της ενώ παράλληλα μπορεί να είναι συστηματικά
δημιουργική και ως εκ τούτου μπορεί να απολαμβάνει εξίσου συστηματικά την καθημερινότητα της. Εξυπακούεται ότι ανά πάσα στιγμή μπορεί να
αναπνέει πλήρως και απρόσκοπτα δίνοντας στο σώμα, το πνεύμα και την ψυχή της όλη την ενέργεια που χρειάζονται.
Η κα Μπουρίνια είναι ένας νευρωτικός χαρακτήρας. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι σε μια έκτακτη κατάσταση αδυνατεί διατηρήσει να την ηρεμία
της και να βρει την καταλληλότερη για τις ανάγκες της λύση. Αυτή η αδυναμία της είναι απόρροια της γενικότερης αδυναμίας της να
εκφράζεται (τόσο μέσω της γλώσσας όσο και μέσω του σώματος της) και να εκφράζει κατάλληλα τις ανάγκες της που συστηματικά καταπιέζει.
Κατ΄ επέκταση, δεν είναι εφικτό για αυτήν να είναι δημιουργική ούτε φυσικά μπορεί να απολαύσει την καθημερινότητα της, αφού αναλώνει την
ενέργεια της σε δράσεις ή/και σκέψεις που εκ των πραγμάτων δεν οδηγούν στο επιθυμητό αποτέλεσμα. Εξυπακούεται ότι βρίσκεται συστηματικά
"έξω από τα νερά της" με αποτέλεσμα να μην μπορεί να αναπνέει πλήρως και απρόσκοπτα, αφαιρώντας από το σώμα, το πνεύμα και την ψυχή της
την απαραίτητη για αυτά ενέργεια με αποτέλεσμα ο φαύλος κύκλος να διαιωνίζεται.
Ο κος Τρελαντώνης είναι ένας ψυχωτικός χαρακτήρας. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι σε μια έκτακτη κατάσταση αποσυντονίζεται πλήρως
αδυνατώντας να κατανοήσει τι είναι αυτό που πραγματικά συμβαίνει γύρω του ή/και μέσα του. Αυτή η αδυναμία του είναι απόρροια του
γεγονότος ότι ήδη από τη βρεφική - νηπιακή ηλικία βρισκόταν σε καταστάσεις που δεν μπορούσε να αντέξει ή να διαχειριστεί. Εξυπακούεται
ότι στις επίμαχες καταστάσεις δεν είχε τη δυνατότητα - ικανότητα να εκφράσει λεκτικά τις ανάγκες του και του ήταν τεχνικά αδύνατο να
εκφραστεί μέσω του σώματος, δηλαδή το σώμα του δεν μπορούσε να διαχειριστεί το σοκ στο οποίο υποβαλλόταν. Αποτέλεσμα αυτών των βιωμάτων
είναι να χαθεί μέσα στον κυκεώνα των αισθήσεων του πολύ πριν αποκτήσει τη δυνατότητα να λεκτικοποιήσει αποτελεσματικά το βίωμα του.
Έχοντας αυτό το βασικό εκφραστικό έλλειμμα οποιαδήποτε κατάσταση ξεφεύγει έστω και λίγο από την απόλυτη ηρεμία είναι ικανή να του
ενεργοποιήσει μια κυριολεκτικά απερίγραπτη ταραχή που μοιραία θα οδηγήσει σε εξόφθαλμα παράλογες αναλύσεις και πράξεις. Εξυπακούεται ότι
ειδικά στη διάρκεια της έκτακτης συγκυρίας είναι αδύνατο να αναπνεύσει πλήρως και απρόσκοπτα, αφαιρώντας από το σώμα, το πνεύμα και την
ψυχή του τεράστια ποσά ενέργειας που είναι απαραίτητα για την ομαλή τους αντίδραση και εξέλιξη. Σε γενικές γραμμές είναι αρκούντως
ακριβές να πούμε ότι ο ψυχωτικός κάθε έκτακτη περίσταση μπορεί να τη βιώσει ως ένα ακόμα μικρότερο ή μεγαλύτερο τραύμα.
Ολοκληρώνοντας αυτή τη σύντομη παρουσίαση χρειάζεται να διευκρινίσουμε ότι οι ανωτέρω χαρακτήρες χρησιμοποιούνται μόνο για λόγους
οργάνωσης της σκέψης μας. Στην πράξη κανένας άνθρωπος δε συμπεριφέρεται μόνιμα ως γενετήσιος, ούτε μόνιμα ως νευρωτικός, ούτε μόνιμα ως
ψυχωτικός. Αυτό σημαίνει ότι η ανωτέρω συζήτηση είναι χρήσιμη πρωτίστως για να συνειδητοποιήσουμε με ένα εύχρηστο τρόπο πως
συμπεριφερόμαστε τόσο εμείς όσο και οι γύρω μας σε διάφορες περιστάσεις έτσι ώστε να προβούμε στις κατάλληλες αλλαγές όπου και όποτε
χρειάζεται. Επιπλέον, η ανωτέρω συζήτηση στοχεύει στην ανάδειξη της σημασίας - αξίας που έχει η πλήρης και απρόσκοπτη αναπνοή σε
συνδυασμό με τη σωματική επίγνωση και την εκφραστική μας ικανότητα.
Τέλος, και με αφορμή τη σημασία - αξία της εκφραστικής ικανότητας θυμίζουμε ότι σύμφωνα με τον Loris Malaguzzi ο κάθε άνθρωπος μπορεί να
χρησιμοποιήσει τουλάχιστον εκατό γλώσσες για να εκφραστεί. Άρα, λοιπόν, προκειμένου να προσεγγίσουμε όσο περισσότερο γίνεται το στυλ της
κας Ερωτευμενάκη χρειάζεται να εξασκηθούμε και στις εκατό πιθανές γλώσσες. Ενδεικτικά, αναφέρουμε την ομιλούσα γλώσσα (δηλαδή χρειάζεται
να εκφράζουμε προφορικά ή/και γραπτά τις ανάγκες και τα συναισθήματα μας ακόμα και αν αυτό σημαίνει να πούμε ότι απλά αγαπάμε κάποιον
άνθρωπο ή ότι είμαστε κουρασμένοι), τη γλώσσα του σώματος (δηλαδή χρειάζεται να κινούμαστε ακόμα και αν αυτό σημαίνει απλό περπάτημα ή
μια απλή χειραψία), τη γλώσσα της μουσικής (δηλαδή χρειάζεται να ακούμε και να παίζουμε μουσική ακόμα και αν αυτό σημαίνει να ακούμε
μουσική στο ραδιόφωνο ή να σφυρίζουμε), τη γλώσσα της ζωγραφικής (δηλαδή χρειάζεται να ζωγραφίζουμε ακόμα και αν αυτό σημαίνει να
κάνουμε μουτζούρες στο χαρτί), τη γλώσσας της γλυπτικής (δηλαδή χρειάζεται να φτιάχνουμε γλυπτά ακόμα και αν αυτό σημαίνει να πλάσουμε
κουλουράκια). Επαφίεται σε εμάς να αποφασίσουμε ποια γλώσσα χρειάζεται να θυμηθούμε - χρησιμοποιήσουμε - εξελίξουμε έτσι ώστε να
προχωρήσουμε στη ζωή και να την απολαύσουμε.
Υ.Γ. Τα ανωτέρω αποτελούν μόνο τροφή για σκέψη και όχι επιστημονική γνώση.
Θέλετε να μοιραστείτε το άρθρο με τους φίλους σας;  
 
 
 
Θύμα - Θύτης - Σωτήρας
Πολλές φορές έχουμε γίνει μάρτυρες μιας κατάστασης στην οποία οι κυρίαρχοι ρόλοι είναι ο θύτης, το θύμα και ο σωτήρας. Με τον όρο θύμα
εννοούμε κάποιον που θεωρεί όχι μόνο ότι αδικήθηκε αλλά επιπλέον θεωρεί ότι δεν είναι ικανός να αναιρέσει την αδικία που υπέστη ή
τουλάχιστον να ξεπεράσει το αίσθημα της αδικίας και να είναι λειτουργικός και αξιοπρεπής στην υπόλοιπη ζωή του. Αντίστοιχα, με τον όρο
θύτης εννοούμε κάποιον που θεωρεί όχι μόνο ότι το θύμα μεμψιμοιρεί αλλά επιπλέον θεωρεί ότι το θύμα εξαρχής θα έπρεπε να είχε
ακολουθήσει τις οδηγίες του ή τουλάχιστον θα έπρεπε να μη μεμψιμοιρεί. Τέλος, με τον όρο σωτήρας εννοούμε κάποιον που βλέποντας ένα
θύμα, θα θεωρήσει όχι μόνο ότι αυτός έχει όλες τις ικανότητες - δεξιότητες που χρειάζεται για να βγάλει το θύμα από τη δύσκολη
κατάσταση, αλλά επιπλέον θεωρεί ότι αυτός είναι που οφείλει να διευθετήσει τη δύσκολη κατάσταση ή τουλάχιστον θα πρέπει να ζητήσουν τη
συνδρομή του.
Σε αυτές τις καταστάσεις είναι σημαντικό να συνειδητοποιήσουμε ότι βασικό συναίσθημα του θύματος είναι η λύπη ή κάποιο συναίσθημα
σχετιζόμενο με αυτή. Η λύπη αυτή δεν είναι διαχειρίσιμη από το θύμα οπότε μοιραία αυτή τον παρασέρνει σε μια δίνη στην οποία κάθε φορά
μπαίνει όλο και πιο βαθιά. Αντίστοιχα, και ο θύτης αισθάνεται λύπη εξαιτίας του γεγονότος ότι έχει εμπλακεί σε μια κατάσταση την οποία
δεν μπορεί να διαχειριστεί όπως θα ήθελε, αλλά το γεγονός ότι είναι (ή τουλάχιστον αισθάνεται ότι είναι) πιο δυνατός από το θύμα, τον
ωθεί να αγνοήσει τη λύπη του μετατρέποντας τη σε θυμό, όπως θα συνέβαινε με κάθε ανεπεξέργαστο συναίσθημα. Τέλος, ο σωτήρας έχοντας
βρεθεί κάποια στιγμή στη θέση του θύματος μπαίνει εκ νέου στη θέση αυτή πιστεύοντας ότι χρησιμοποιεί την ενσυναίσθηση του, αλλά στην
πραγματικότητα προσπαθεί εκ νέου να διαχειριστεί και αυτός τη λύπη που είχε παλαιότερα βιώσει. Φυσικά, αν δεν τα καταφέρει, που είναι
και το πιθανότερο, τότε η λύπη του θα μετατραπεί σε θυμό που θα εκφράζεται μέσω του κηρυγματικού λόγου του, δηλαδή ενός λόγου γεμάτο
"πρέπει", όπως του θύτη και τελικά και του θύματος.
Μια ενδεικτική περίσταση στην οποία εμφανίζεται αυτό το δυσλειτουργικό τρίγωνο, γνωστό και ως τρίγωνο του δράματος (drama triangle),
είναι αυτή στην οποία ένα παιδάκι ζητάει επίμονα από τον γονέα του (πχ τον μπαμπά) να του πάρει ένα γλειφιτζούρι. Ο μπαμπάς, πνιγμένος
από τη δουλειά, αρνείται εκνευρισμένος να ικανοποιήσει το αίτημα του παιδιού και αυτό αποφασίζει κλαίγοντας να πάει στη μαμά του για
υποστήριξη. Η μαμά, που επίσης ασχολείται με τη δουλειά της, βλέποντας το παιδί της να κλαίει, φωνάζει στον σύζυγο της που δεν
ικανοποίησε την τόσο απλή επιθυμία του παιδιού τους και, τελικά, ικανοποιεί άμεσα την επιθυμία του παιδιού της βγάζοντας ένα
γλειφιτζούρι από το ψηλότερο ράφι της κουζίνας. Σε αυτή την αρκετά απλή περίσταση είναι σημαντικό να διευκρινίσουμε ότι το παιδάκι ορθά
έχει την αίσθηση του θύματος και ορθά κινείται σε σχέση με την ικανοποίηση του αιτήματός του, δεδομένου ότι δεν έχει κάποια άλλη
ουσιαστική επιλογή αφού εκ των πραγμάτων είναι αδύνατον να αντιταχθεί - αντισταθεί στην ισχύ του μπαμπά. Αυτό που καθορίζει αν το
παιδάκι θα (ξε)μείνει στην αίσθηση και το ρόλο του θύματος είναι το πως θα διαχειριστούν οι γονείς την επίμαχη περίσταση (και όλες τις
ανάλογες στο μέλλον).
Χωρίς να χρειάζεται ιδιαίτερη ανάλυση είναι κατανοητό πως η αντίδραση του μπαμπά είναι αποτέλεσμα της αδυναμίας του να διαχειριστεί το
δυσάρεστο συναίσθημα που αναδύεται εξαιτίας της δυστοκίας στην εργασία του. Το αίτημα, λοιπόν, του παιδιού απλώς επιταχύνει τη
διαδικασία μετατροπής της λύπης - απογοήτευσης σε θυμό, χωρίς όμως το ίδιο αίτημα να είναι η αιτία του προβλήματος. Το παιδί όμως εκ των
πραγμάτων δεν είναι σε θέση να κατανοήσει αυτή τη διαδικασία που αφορά στον μπαμπά του, οπότε το αυτόματο μήνυμα - οδηγία που λαμβάνει
από το θυμωμένο μπαμπά είναι ότι το συναίσθημά του θα πρέπει να το καταπιεί γιατί διαφορετικά ο μπαμπάς θα το χτυπήσει. Εξυπακούεται
ότι, ταυτόχρονα, λαμβάνει και το μήνυμα ότι στον κόσμο του ισχύει το δίκαιο του ισχυρού και φυσικά οι λέξεις "διαπραγμάτευση" και
"συζήτηση" αποκτούν μόνο θεωρητικό περιεχόμενο χωρίς να γίνονται ουσιαστικά εργαλεία ή/και βίωμα. Επιπλέον, επειδή ο (θυμωμένος) λόγος
του μπαμπά συνοδεύεται πάντα και από κάποια εκλογίκευση ή/και εξιδανίκευση (πχ όλες οι ιατρικές μελέτες δείχνουν ότι η ζάχαρη
καταστρέφει τα δόντια μας), το παιδί λαμβάνει το μήνυμα ότι κάθε φορά που θυμώνεις αρκεί να πεις μια θεωρία για να είσαι εντάξει με τους
γύρω σου. Το παιδί έχοντας ηττηθεί κατά κράτος (δηλαδή υπό το βάρος του θυμού - δύναμης του μπαμπά του) αναγκαστικά θα καταφύγει στη
μαμά του, αν όχι για να ικανοποιήσει το αίτημα του, τουλάχιστον για να νοιώσει μια στοιχειώδη ασφάλεια.
Αντίστοιχα, προκύπτει ότι η μαμά φωνάζοντας στον μπαμπά εκδηλώνει το θυμό της που προέρχεται από την αδυναμία της να διαχειριστεί μια
μικρή εκτροπή από το πρόγραμμα της. Για άλλη μια φορά το παιδί είναι εκ των πραγμάτων ανίκανο να κατανοήσει αυτή τη διαδικασία που αφορά
στη μαμά του, οπότε το πρώτο αυτόματο μήνυμα που λαμβάνει είναι ότι όντως υπάρχει σοβαρό πρόβλημα γιατί, πλέον, και οι δυο γονείς είναι
θυμωμένοι. Εννοείται, ότι όπως και στην περίπτωση του μπαμπά, ο θυμός της μαμάς συνοδεύεται από κάποια εκλογίκευση ή/και εξιδανίκευση
(πχ κάθε φορά ο σύζυγος της σκέφτεται μόνο τον εαυτό του και ποτέ τις ανάγκες του παιδιού ή τις δικές της). Επιπλέον, το παιδί,
παρατηρώντας ότι όλα ξεκίνησαν από το αίτημα του, θεωρεί ότι αυτό είναι που φταίει για αυτή την απολύτως δυσάρεστη κατάσταση και άρα την
επόμενη φορά είναι προτιμότερο να μην εκφράσει το αίτημα του. Αν, βέβαια, υπάρχει κάποιος πολύ σοβαρός λόγος τότε το παιδί - θύμα θεωρεί
ότι έχει μόνο μια ουσιαστική επιλογή, δηλαδή να απευθυνθεί στη μαμά - σωτήρα, αφού ο μπαμπάς - θύτης σίγουρα θα του φωνάξει -
επιτεθεί.
Το αποτέλεσμα των ανωτέρω συμπεριφορών είναι πρωτίστως το παιδί να μην είναι σε θέση εκφράσει τον εσωτερικό του κόσμο, αφενός γιατί δεν
του δόθηκε ουσιαστικά αυτή η δυνατότητα και αφετέρου γιατί εξοικειώθηκε - εκπαιδεύτηκε με το θυμό. Ο θυμός που θα εκφράζει στο μέλλον το
παιδί άλλοτε θα είναι εξωστρεφής (σαδιστικός) και άλλοτε εσωστρεφής (μαζοχιστικός), ανάλογα με την περίσταση. Σε κάθε περίπτωση, ο θυμός
του θα συνοδεύεται από εκλογικεύσεις ή/και εξιδανικεύσεις που θα καλύπτουν αυτό που πραγματικά αισθάνεται και τον λόγο για τον οποίο το
αισθάνεται.
Για να αναστραφεί αυτή η διαδικασία είναι σαφές ότι οι γονείς χρειάζεται να μειώσουν - μηδενίσουν τα επίπεδα του θυμού τους τουλάχιστον
όταν απευθύνονται στο παιδί τους αφού είναι σαφές ότι το παιδί τους δεν αποτελεί κίνδυνο για αυτούς. Επιπλέον, είναι σαφές ότι οι γονείς
σε κάθε περίσταση χρειάζεται να αποδέχονται το συναίσθημα - αίσθηση του παιδιού. Ενδεικτικά, στην ανωτέρω περίσταση ο μπαμπάς θα
μπορούσε να συμμεριστεί τη λιγούρα του παιδιού για το γλειφιτζούρι. Επιπλέον, με δεδομένο, ότι τα συναισθήματα σχετίζονται άμεσα με τη
σωματική μας κατάσταση είναι σημαντικό σε κάθε περίσταση να επιβεβαιώνουν με το παιδί τους πως είναι το σώμα του και να το συσχετίζουν
με την περίσταση. Ενδεικτικά, στην ανωτέρω περίσταση η μαμά θα μπορούσε να καθρεφτίσει στο παιδί ότι κλαίει τόσο έντονα που το κεφάλι
του έχει γίνει κατακόκκινο και κοντεύει να σκάσει και ως εκ τούτου δεν αξίζει να κλαίει τόσο πολύ για ένα γλειφιτζούρι.
Βέβαια, αποδεικνύεται στην πράξη ότι οι γονείς δεν τα καταφέρνουν πάντα τόσο καλά, οπότε ως ενήλικες πλέον χρειάζεται μόνοι μας να
ξεφύγουμε από αυτά τα δυσλειτουργικά τρίγωνα. Πέρα από αυτά που αναφέραμε προ ολίγου και με δεδομένο ότι πλέον οι διανοητικές μας
ικανότητες είναι αρκούντως ανεπτυγμένες είναι σημαντικό σε κάθε περίσταση να μπορούμε (έστω και εκ των υστέρων) να αποστασιοποιηθούμε
για λίγο από το πρόβλημα και να το παρατηρήσουμε. Με άλλα λόγια, χρειάζεται να εντοπίσουμε ποιον από τους τρεις ρόλους εκτελούμε και πως
αισθανόμαστε στον ρόλο αυτό, μετατρέποντας το τρίγωνο του δράματος αρχικά σε μια πυραμίδα στην κορυφή της οποίας βρίσκεται ο παρατηρητής
εαυτός μας. Έχοντας πετύχει αυτή τη μετατροπή είμαστε πλέον σε θέση να αντιλαμβανόμαστε πολυδιάστατα την εκάστοτε περίσταση και ως εκ
τούτου έχουμε τη δυνατότητα της βέλτιστης επιλογής. Κλείνοντας, χρειάζεται να διευκρινίσουμε ότι η ανωτέρω ανάλυση τροποποιείται
δραστικά στην περίπτωση που υπάρχει σωματική βία, αφού τότε θα χρειαστεί πρώτα η επέμβαση της αστυνομίας ή/και κάποιου άλλου δημόσιου
φορέα.
Υ.Γ. Τα ανωτέρω αποτελούν μόνο τροφή για σκέψη και όχι επιστημονική γνώση.
Θέλετε να μοιραστείτε το άρθρο με τους φίλους σας;  
 
 
 
Πληγώνομαι - Θυμώνω - Πληγώνω
Μία από τις πιο δύσκολες στιγμές στις σχέσεις ενός ζευγαριού είναι αυτή κατά την οποία μια συνήθης διαφωνία καταλήγει σε έναν άνευ
προηγουμένου τσακωμό κατά τη διάρκεια του οποίου ανταλλάσσονται εκατέρωθεν ιδιαίτερα βαριές κατηγορίες - μομφές. Οι βολές αυτές
ενδέχεται να έχουν μια πραγματική βάση, αλλά σε κάθε περίπτωση θα γίνει προσπάθεια το κάθε επιχείρημα να μεγεθυνθεί στο μέγιστο δυνατό
βαθμό με κάθε κόστος. Αν η σύγκρουση αυτή δε σηματοδοτήσει το τέλος της εν λόγω σχέσης, τότε σίγουρα θα χρειαστεί αρκετός χρόνος ή/και
προσπάθεια ώστε το ζευγάρι να επιστρέψει σε μια κανονικότητα. Προφανώς, τέτοιου είδους συγκρούσεις συμβαίνουν όχι μόνο ανάμεσα σε
ζευγάρια, αλλά και σε όλες τις άλλες σχέσεις (επαγγελματικές, φιλικές κλπ) με μοναδικό προαπαιτούμενο αυτές να έχουν βάθος χρόνου ή/και
να είναι σημαντικές αλλά σε κάθε περίπτωση το συναισθηματικό υπόβαθρο είναι κοινό.
Το πιο σημαντικό σε αυτές τις συγκρούσεις είναι να συνειδητοποιήσουμε ότι η υποτιθέμενη αιτία είναι μόνο η αφορμή για να βγει στην
επιφάνεια ένα κρυμμένο συναίσθημα. Η διαπίστωση αυτή είναι απότοκο της γενικής αρχής ότι το συναίσθημα είναι αυτό που οδηγεί - καθορίζει
τις πράξεις μας. Πρακτικά, αυτό σημαίνει ότι εν γένει δεν έχει νόημα ή/και αξία να ασχοληθούμε με το τυπικό μέρος της σύγκρουσης, με
εξαίρεση ίσως τις περιπτώσεις όπου το θέμα άπτεται θεμελιωδών - υπαρξιακών ζητημάτων. Βέβαια, το συναίσθημα που προσπαθεί να αναδυθεί με
αφορμή τον τσακωμό δεν έχει λάβει την "έγκριση" του συνειδητού που προσπαθεί απεγνωσμένα να το καταπιέσει και για αυτό ακριβώς το λόγο
έχουμε τσακωμό (θυμίζουμε ότι όποιο συναίσθημα δεν εκφράζεται μετατρέπεται αργά ή γρήγορα σε θυμό). Πρακτικά, αυτό σημαίνει ότι οι
εμπλεκόμενοι θα κάνουν ότι περνάει από το χέρι τους, δηλαδή εκλογικεύσεις ή/και εξιδανικεύσεις, προκειμένου να αποφύγουν την έκφραση των
συναισθημάτων τους και ένας ουδέτερος παρατηρητής θα δει απλώς δύο ανθρώπους να ανταλλάσσουν κάποιου είδους επιχειρήματα.
Σημείο κλειδί στην κατανόηση της διαδικασίας αυτής έχει η αποκωδικοποίηση της έκφρασης "το συναίσθημα λαμβάνει την "έγκριση" του
συνειδητού". Υπό κανονικές συνθήκες οτιδήποτε εκφράζεται γίνεται συνειδητά αφού η ομιλία είναι μια διαδικασία που απαιτεί ανεπτυγμένες
νοητικές ικανότητες και κατ΄ επέκταση επίγνωση. Επιπλέον, είναι προφανές ότι κανείς δεν επιθυμεί να φέρνει στην επιφάνεια κάποιο
δυσάρεστο συναίσθημα. Επιπρόσθετα, αν το συναίσθημα αυτό δεν είναι διαχειρίσιμο, τότε είναι δεδομένο ότι η έκφραση του συνιστά
"απαγορευμένο καρπό" για το συνειδητό μας. Αυτή η απαγόρευση, όμως, μοιραία θα προκαλέσει εσωτερική σύγκρουση, δηλαδή θυμό, που είναι
και η πραγματική αιτία του τσακωμού. Επί τη ευκαιρία, διευκρινίζουμε ότι ένα συναίσθημα δεν είναι διαχειρίσιμο σημαίνει πρωτίστως πως το
σώμα δεν μπορεί να το διαχειριστεί, που πρακτικά σημαίνει ότι το σώμα βρίσκεται σε αχρείαστη υπερένταση.
Όντες, πλέον, θυμωμένοι αδυνατούμε να χρησιμοποιήσουμε τη συναισθηματική νοημοσύνη μας, που πρακτικά σημαίνει ότι αισθανόμαστε πως
δεχόμαστε επίθεση. Με αυτή την αίσθηση να κυριαρχεί μέσα μας αναγκαστικά θα πρέπει να επιτεθούμε στον φανταστικό εχθρό που βρίσκεται
απέναντι μας. Πρακτικά, αυτό σημαίνει να βρούμε τα πιθανά αδύνατα σημεία του και να τα φέρουμε στην επιφάνεια έτσι ώστε και αυτός να
μπει σε κατάσταση θυμού που ελπίζουμε ότι θα μετατραπεί σε κατάσταση πανικού για να μπορέσουμε να τον νικήσουμε. Εύκολα, καταλαβαίνουμε
ότι μια τέτοια τακτική είναι αποτελεσματική μόνο όταν γνωρίζουμε καλά τον άνθρωπο με τον οποίο συνδιαλεγόμαστε, που μας οδηγεί στους
ανθρώπους με τους οποίους έχουμε μακρόχρονη ή/και σημαντική σχέση. Αποτέλεσμα όλων αυτών είναι, εξ αφορμής ενός μάλλον τυχαίου
συμβάντος, τελικά να επιτιθόμαστε στους πραγματικά κοντινούς μας ανθρώπους, οι οποίοι με τη σειρά τους μπαίνουν στον ίδιο κύκλο αφού
έχει ενεργοποιηθεί και το δικό τους αδύναμο σημείο.
Προσπαθώντας να απαντήσουμε στο αν υπάρχει δυνατότητα να αποφευχθούν τέτοιου είδους συγκρούσεις, συνειδητοποιούμε ότι αυτό είναι
ανέφικτο πρωτίστως γιατί όλοι μας έχουμε αδύναμα σημεία. Με άλλα λόγια το ερώτημα δεν είναι αν θα ενεργοποιηθούν τα σημεία αυτά, αλλά το
πότε θα ενεργοποιηθούν. Επιπλέον, από τα ανωτέρω προκύπτει ότι αυτά τα σημεία θα ενεργοποιηθούν ευκολότερα από αυτόν που μας γνωρίζει
καλύτερα. Αυτή η ενεργοποίηση προφανώς γίνεται ακούσια και ο λόγος που είναι τόσο αποτελεσματική είναι γιατί αρχικά αισθανόμαστε
ασφάλεια. Αυτή η αίσθηση ασφάλειας είναι που μας επιτρέπει να είμαστε χαλαροί και δίνει τη δυνατότητα στα κρυμμένα συναισθήματα να βγουν
στην επιφάνεια σε ανύποπτο χρόνο.
Ολοκληρώνοντας τη συζήτηση αυτή, χρειάζεται να απαντήσουμε και στο τι μπορεί να γίνει μετά από μια τέτοια σύγκρουση. Η μια εκδοχή είναι
να μπούμε σε καθεστώς γενικευμένης άμυνας και ποτέ ξανά να μην αφήσουμε την ανάδυση δυσάρεστων συναισθημάτων. Πρακτικά, αυτό σημαίνει
πως όταν τελειώσει ο τσακωμός αποφασίζουμε να απομακρυνθούμε τυπικά ή/και ουσιαστικά από όλους τους ανθρώπους και να πορευθούμε στη ζωή
μας έχοντας μόνο επιφανειακές - τυπικές σχέσεις. Η άλλη εκδοχή είναι να αποστασιοποιηθούμε από το ατυχές γεγονός και τουλάχιστον να
αποδεχτούμε ότι εξαιτίας μιας προσωπικής μας αδυναμίας μεταμορφωθήκαμε σε ένα άγριο θηρίο. Επιπλέον, μπορούμε να αξιοποιήσουμε τη
σημαντική μας σχέση και με τη βοήθεια της να βρούμε τρόπους διαχείρισης του δύσκολου συναισθήματος, έτσι ώστε την επόμενη φορά η
κατάσταση να μη φτάσει στα άκρα. Πρακτικά, αυτό σημαίνει να ζητήσουμε από τον απέναντι να μας κάνει λίγο παραπάνω χώρο, δηλαδή να μας
συν-χωρέσει για την επίθεση που του κάναμε και να του ζητήσουμε μέσα σε αυτό το νέο χώρο που δημιούργησε για εμάς να μας συνδράμει στην
προσπάθεια μας να βελτιωθούμε. Εξυπακούεται ότι στην εκδοχή αυτή θα πρέπει και εμείς να κάνουμε χώρο μέσα μας για τον απέναντι μας,
δηλαδή να τον συν-χωρέσουμε, και να τον συνδράμουμε αντίστοιχα στην προσπάθεια του να βελτιωθεί (it takes two to tango).
Συνοψίζοντας, η σύγκρουση αυτή προκλήθηκε γιατί απέναντι ή σωστότερα δίπλα μας βρέθηκε ένας άνθρωπος σημαντικός για εμάς και εξαιτίας
ακριβώς αυτού του γεγονότος μπορεί να είναι μια ευκαιρία προσωπικής βελτίωσης - ολοκλήρωσης. Το μόνο που χρειάζεται να κάνουμε είναι να
ακολουθήσουμε τις επιταγές της φύσης μας, δηλαδή να είμαστε κοινωνικά όντα.
Υ.Γ. Τα ανωτέρω αποτελούν μόνο τροφή για σκέψη και όχι επιστημονική γνώση.
Θέλετε να μοιραστείτε το άρθρο με τους φίλους σας;  
 
 
 
(Η τέχνη του) Σώπα
Ο συγγραφέας και ακτιβιστής Αζίζ Νεσίν στο ποίημα "Σώπα" περιγράφει γλαφυρά πως, ήδη από την παιδική μας ηλικία, μαθαίνουμε να μη
(αντι)μιλάμε όταν βλέπουμε κάτι που μας φαίνεται άδικο ή/και μας προκαλεί αηδία κλπ. Επιπλέον, αναδεικνύει καθαρά ποιο είναι το κέρδος
αυτής της πρακτικής και, τελικά, μας "προτρέπει" να κόψουμε τη γλώσσα μας προκειμένου να αποφύγουμε μελλοντικά προβλήματα. Χωρίς να
μπούμε σε λεπτομέρειες είναι σχεδόν δεδομένο ότι όποιος συγκινηθεί έστω και λίγο από αυτό το πολύ δυνατό ποίημα, τότε θα (ξανα)σκεφθεί
ότι είναι η στιγμή να αναλάβει δράση και ειδικότερα ότι είναι πλέον η στιγμή να αρχίσει να μιλάει για όλα όσα (δικαίως - ευλόγως) τον
στεναχωρούν. Αυτό βέβαια που χρειάζεται να διευκρινιστεί πριν κάποιος αποφασίσει να δράσει είναι να συνειδητοποιήσει πότε αναλαμβάνει
πραγματική δράση και πότε γίνεται απλά αντιδραστικός.
Προσπαθώντας να ξεχωρίσουμε τη (δημιουργική) δράση από τη (στείρα) αντίδραση είναι σημαντικό να θυμηθούμε ότι σε κάθε περίπτωση αυτό που
μας καθοδηγεί είναι το συναίσθημα μας. Επιπλέον, είναι σημαντικό να θυμόμαστε πάντα ότι ένα συναίσθημα που είναι αρκετά έντονο τότε αργά
ή γρήγορα θα μετατραπεί σε θυμό. Διευκρινίζουμε ότι αυτός ο κανόνας ισχύει τόσο για τα ευχάριστα όσο και για τα δυσάρεστα συναισθήματα.
Όταν μιλάμε για αρκετά έντονα συναισθήματα, αυτό που στην πράξη εννοούμε είναι συναισθήματα που όταν τα βιώνουμε δεν μπορούμε να
αναπνεύσουμε πλήρως και απρόσκοπτα με αποτέλεσμα σε κάποιο σημείο του σώματος να εμφανίζεται μια δυσλειτουργία. Ενδεικτικά, είναι
απολύτως φυσιολογικό να κλαίμε όταν είμαστε λυπημένοι, αλλά είναι δυσλειτουργικό να "πνιγόμαστε" όταν κλαίμε και επί της ουσίας να μην
μπορούμε να κλάψουμε. Αν, λοιπόν, μας έχει "πνίξει" το δίκιο και αδυνατούμε να αναπνεύσουμε και πολύ περισσότερο αδυνατούμε να κλάψουμε,
τότε θα χρειαστεί να ουρλιάξουμε προκειμένου απλώς να πάρουμε ανάσα, το οποίο πρακτικά σημαίνει ότι θα έχουμε θυμώσει. Είναι, σχεδόν,
αυτονόητο ότι μετά από αυτή την αναγκαστική έκρηξη θυμού, μοιραία θα χάσουμε το δίκιο μας και θα επιτείνουμε το αρχικό πρόβλημα.
Από το ανωτέρω παράδειγμα συνεπάγεται ότι προκειμένου να δράσουμε και όχι να αντιδράσουμε, θα πρέπει να έχουμε εκπαιδεύσει το σώμα μας
να αντέχει - διαχειρίζεται τις καταστάσεις υψηλής συναισθηματικής ενέργειας. Για να έχει το σώμα μας αυτή τη δεξιότητα - ικανότητα είναι
προφανές ότι θα πρέπει να έχουμε τουλάχιστον επαφή με το σώμα μας και τα όρια - ικανότητες - δεξιότητες του. Έχοντας επαφή με το σώμα
μας θα είμαστε σε θέση να αποφασίσουμε κάθε φορά ποιες καταστάσεις μπορεί να διαχειριστεί και σε ποιες χρειάζεται να βελτιωθεί,
προκειμένου να δρούμε και όχι απλά να αντιδρούμε - θυμώνουμε. Διευκρινίζουμε ότι η επαφή που αναζητούμε δεν αναφέρεται μόνο στους
κοιλιακούς ή/και στα μπράτσα μας, αλλά σε όλα τα μέρη του σώματος, που σημαίνει ότι πηγαίνοντας στο γυμναστήριο για μυική ενδυνάμωση
έχουμε αποκτήσει επαφή μόνο με ένα μέρος του σώματος μας. Ενδεικτικά, αποκτούμε ουσιαστική επαφή με τις φωνητικές μας χορδές
τραγουδώντας, δηλαδή μέσω της τέχνης και όχι μέσω της συνήθους αερόβιας άσκησης.
Έχοντας εξασφαλίσει τη λειτουργικότητα του σώματος μας είμαστε πλέον σε θέση να βιώνουμε πλήρως τα συναισθήματα μας και κατ΄ επέκταση να
καθοδηγούμαστε συνετά από αυτά. Επιπλέον, είμαστε σε θέση να συναισθανθούμε τον απέναντι μας, που με τη σειρά του μας επιτρέπει να
κατανοήσουμε καλύτερα - βαθύτερα τη ρίζα των προβλημάτων και αυτό θα μας δώσει ακόμα περισσότερες και ουσιαστικότερες επιλογές.
Ενδεικτικά, μπορεί να καταπιεζόμαστε από ένα συνεργάτη επειδή φοβάται υπερβολικά ότι τελικά θα τον αφήσουμε μόνο του σε μια δύσκολη
περίσταση. Αν έχουμε επαφή με τα συναισθήματα μας, δηλαδή με το σώμα μας, τότε θα είμαστε σε θέση να κατανοήσουμε ότι το συναίσθημα του,
δηλαδή ο φόβος/άγχος της εγκατάλειψης, τον έχει πλημμυρίσει και για τον λόγο αυτό η συμπεριφορά του είναι υπερβολική. Στην περίπτωση
αυτή το μόνο που χρειάζεται είναι να του εξηγήσουμε - δείξουμε με τρόπο απλό και κατανοητό ότι δε σκοπεύουμε να τον αφήσουμε και όχι να
τσακωνόμαστε ατέρμονα για τα προβλήματα που μας δημιουργεί ο υπερβολικός του φόβος.
Είναι σαφές ότι τα ανωτέρω παρότι ακούγονται απλά δεν υλοποιούνται τόσο εύκολα γιατί το να έχει κάποιος επίγνωση του σώματος και των
συναισθημάτων του είναι μια διαδικασία διαρκής. Με δεδομένο ότι έχουμε ελάχιστα εκπαιδευτεί σε αυτά τα θέματα προκύπτει ότι οι
περισσότεροι άνθρωποι χρειάζονται πολύ προσωπική δουλειά. Το παρήγορο σε αυτή τη χρονοβόρα - κοπιώδη διαδικασία είναι ότι τα
αποτελέσματα της μας αποζημιώνουν αξιοπρεπώς και επιπλέον υπάρχουν πολλές αφορμές και χώροι για να εκπαιδεύσουμε τους εαυτούς μας χωρίς
να χρειάζεται να εκτεθούμε. Ενδεικτικά, μια ψυχοθεραπευτική συνεδρία είναι ένας απολύτως ασφαλής χώρος για να εκφραστούμε και να έρθουμε
σε επαφή με το σώμα και τα συναισθήματα μας, ενώ διαχρονικά και οι τέχνες υπηρετούν τον ίδιο σκοπό. Τέλος, περιττεύει μάλλον να
αναλύσουμε ότι η επαφή με τα ζώα (και τη φύση εν γένει) μας μαθαίνει πως να βιώνουμε τα συναισθήματά μας.
Υ.Γ. Τα ανωτέρω αποτελούν μόνο τροφή για σκέψη και όχι επιστημονική γνώση.
Θέλετε να μοιραστείτε το άρθρο με τους φίλους σας;  
 
 
 
Μύθοι Duss
Είναι γνωστό ότι οι πράξεις μας (καθ)οδηγούνται από τα συναισθήματα μας. Οι ενήλικοι άνθρωποι, όμως, συχνά αδυνατούν να
συνειδητοποιήσουν ποιο είναι το συναίσθημα που τους καθοδηγεί. Ένας απλός, αλλά αρκετά αποτελεσματικός, τρόπος για να αποκτήσουμε αυτή
την επαφή είναι να χρησιμοποιήσουμε τα παραμύθια. Ο λόγος που τα παραμύθια είναι τόσο αποτελεσματικά σχετίζεται με το γεγονός ότι
περιέχουν πληθώρα φανταστικών ή/και σουρεαλιστικών στοιχείων που εκ των πραγμάτων μας βγάζουν έξω από στερεοτυπικές διαδικασίες ή/και
αγκυλώσεις που εμποδίζουν την ανάδυση των συναισθημάτων.
Βέβαια, τα συνήθη παραμύθια έχουν προκαθορισμένη εξέλιξη με αποτέλεσμα συχνά τα συναισθήματα να αναδύονται καθοδηγούμενα. Σε ένα πρώτο
επίπεδο αυτό δε συνιστά πρόβλημα, αλλά όταν το συναίσθημα που αναζητάμε είναι ιδιαίτερα δύσκολο στη διαχείριση του, τότε η καθοδήγηση
αυτή λειτουργεί όπως οι στερεοτυπικές διαδικασίες που παραδοσιακά κουκουλώνουν τα συναισθήματα. Το πρόβλημα αυτό μπορούμε να το λύσουμε
με τους (δέκα) μύθους της Duss, που περιλαμβάνουν μια βασική, σχεδόν υποτυπώδη, πλοκή πάνω στην οποία ο καθένας μπορεί να προσθέσει ότι
θέλει ανάλογα με το συναισθηματικό του κόσμο. Με τον τρόπο αυτό αφενός αναδύεται αυθόρμητα το δύσκολο συναίσθημα και αφετέρου επενδύεται
με τις λέξεις που συμπληρώνουμε στο μύθο που βοηθάνε στην ολοκλήρωση του βιώματος και άρα στον ερχομό της εσωτερικής ισορροπίας.
Ενδεικτικά, θα αναφερθούμε στο πρώτο μύθο της Duss, γνωστό και ως μύθο του πτηνού. Στο μύθο αυτό ένας μπαμπάς πουλί, μια μαμά πουλί και
το μικρό παιδί πουλάκι τους, κοιμούνται στη φωλιά πάνω σε ένα κλαδί. Ξαφνικά, άνεμος δυνατός φυσάει και κουνάει το δεντρό με αποτέλεσμα
η φωλιά να πέσει χάμω. Τα τρία πουλιά ξυπνάνε τρομαγμένα. Ο μπαμπάς πουλί πετάει γρήγορα σε ένα δέντρο και η μαμά πουλί ομοίως πετάει σε
ένα άλλο δέντρο. Τι θα κάνει το μικρό παιδί πουλάκι που μόλις ξέρει να πετάει λίγο; (υπόδειξη : σκεφτείτε λίγο την απάντηση σας προτού
διαβάσετε το υπόλοιπο άρθρο!)
Πλέον, αυτό που χρειάζεται να κάνουμε είναι να τελειώσουμε την ιστορία με τον δικό μας προσωπικό τρόπο. Κατόπιν, μπορούμε να σκεφθούμε
πως αισθανόταν το πουλάκι ακριβώς πριν δράσει ή/και πως αισθάνονταν όταν αναλάμβανε δράση ή/και μετά την ολοκλήρωση της δράσης του. Το
γεγονός ότι η ιστορία είναι εξόφθαλμα φανταστική μας επιτρέπει να την ολοκληρώσουμε χωρίς αναστολές και παράλληλα να παρατηρήσουμε τα
συναισθήματα μας που θα είναι ηπιότερα από ότι αν πραγματικά συνέβαινε σε εμάς. Με άλλα λόγια εξοικειωνόμαστε - εκπαιδευόμαστε -
προπονούμαστε στη διαχείριση ενός συναισθήματος μέσα σε ένα ασφαλές περιβάλλον, δηλαδή το δωμάτιο μας.
Για να ολοκληρωθεί η διαδικασία, όμως, θα πρέπει με κάποιο τρόπο να συσχετίσουμε το μύθο του πτηνού με την τωρινή ζωή μας. Αυτό δεν
είναι πάντα τόσο εύκολο γιατί συχνά επενδύουμε τις περιγραφές της πραγματικής μας ζωής με ένα σωρό στοιχεία που μας αποσπάνε από το
συναίσθημα μας. Ενδεικτικά, ο μύθος μπορεί να ολοκληρώνεται με το πουλάκι να κλαίει γοερά απαρηγόρητο και να ζει συνέχεια στο έδαφος και
όχι πάνω στα δέντρα που είναι το κανονικό. Στην ενήλικη ζωή αυτό μπορεί να αντιστοιχεί με το να ζητάμε επίμονα και απελπισμένα βοήθεια
από ένα συνάδελφο να μας φτιάξει μια παρουσίαση στο PowerPoint γιατί γνωρίζουμε λίγα πράγματα από υπολογιστές, αλλά αυτός να μη μας
βοηθάει γιατί έχει πολλές εκκρεμότητες και ελάχιστο χρόνο. Τελικά, τυπώνουμε μερικές σημειώσεις που γράψαμε στο Word, απογοητεύοντας τον
προϊστάμενο μας, που αποφασίζει να μη μας προτείνει για προαγωγή.
Έχοντας κάνει τον ανωτέρω συσχετισμό, μπορούμε να επιστρέψουμε πιο συνειδητά στο μύθο για να του βρούμε ένα άλλο τέλος και αντίστοιχα να
το συσχετίσουμε εκ νέου με την πραγματική μας ζωή. Ενδεικτικά, το πουλάκι θα προσπαθούσε να πετάξει και να φτάσει σε ένα χαμηλό κλαδί
από το οποίο κάποιος από τους γονείς θα το βοηθούσε να ανέβει ακόμα ψηλότερα σε ένα ακόμα ασφαλέστερο σημείο. Στην ενήλικη ζωή αυτό θα
αντιστοιχούσε με το να εξασκηθούμε σε πράγματα στα οποία δεν είμαστε τόσο καλοί, εν προκειμένω τις παρουσιάσεις στο PowerPoint, και τότε
ο συνάδελφος να μας βοηθήσει στα πιο δύσκολα ζητήματα, πχ τα ειδικά εφέ. Εννοείται ότι στη διάρκεια αυτής της διερεύνησης προσπαθούμε,
παράλληλα, να κατανοήσουμε και να βιώσουμε τα συναισθήματα που εμπλέκονται στη νέα εκδοχή του μύθου και κατ΄ επέκταση στη νέα εκδοχή της
πραγματική μας ζωής.
Κλείνοντας, σημειώνουμε πως από την ανωτέρω συζήτηση γίνεται φαίνεται καθαρά ότι ο συναισθηματικός μας κόσμος έχει τις ρίζες του στην
παιδική μας ηλικία και συνεπώς έχει νόημα και αξία να ρίξουμε μια καλή ματιά στην προσωπική μας ιστορία αν θέλουμε να πάμε παρακάτω.
Τέλος, έχει ενδιαφέρον να αναφέρουμε ότι οι μύθοι της Duss κατά βάση χρησιμοποιούνται σε παιδιά επειδή σε αυτά η κλασική ψυχανάλυση
είναι πρακτικά ανεφάρμοστη.
Υ.Γ. Τα ανωτέρω αποτελούν μόνο τροφή για σκέψη και όχι επιστημονική γνώση.
Θέλετε να μοιραστείτε το άρθρο με τους φίλους σας;  
 
 
 
Δεν είμαι θυμωμένος!
Η ανωτέρω φράση είναι μια από αυτές που όλοι έχουμε πει τουλάχιστον μια φορά στη ζωή μας, παρά το γεγονός ότι γνωρίζαμε πολύ καλά πως
ήμασταν (συνήθως πολύ) θυμωμένοι. Αξίζει να σημειώσουμε ότι και οι συνομιλητές μας γνώριζαν ότι λέγαμε ψέματα, πρώτα στους εαυτούς μας
και μετά σε αυτούς. Ευτυχώς, αρκετές φορές, όταν έχουμε απομακρυνθεί από το συμβάν που αποτέλεσε την αφορμή του θυμού μας, είμαστε σε
θέση να αποδεχτούμε ότι την ύπαρξη του θυμού μας έτσι ώστε την επόμενη φορά να είμαστε πιο δεκτικοί σε αυτό που μας συμβαίνει.
Συχνά, όμως, δεν είμαστε σε θέση να συνειδητοποιήσουμε ότι υπήρξαμε θυμωμένοι ακόμα και αν έχουμε αποστασιοποιηθεί επαρκώς από το
συμβάν. Ο λόγος για τον οποίο συμβαίνει αυτό είναι γιατί ο θυμός εκφράζεται με πολλούς τρόπους και άρα είναι σημαντικό να είμαστε
ενήμεροι για αυτούς τους τρόπους τουλάχιστον σε θεωρητικό επίπεδο. Για να τους εντοπίσουμε, όμως, θα πρέπει πρώτα να ξαναθυμηθούμε τη
λειτουργία και τα αίτια του θυμού.
Η πιο γνωστή και απολύτως φυσιολογική εμφάνιση του θυμού είναι στις περιπτώσεις που δεχόμαστε πραγματική επίθεση, πχ από ένα εξαγριωμένο
ζώο, ένα ληστή, ένα βιαστή κλπ. Στις περιπτώσεις αυτές ο θυμός είναι αυτός που θα μας επιτρέψει - προτρέψει να αμυνθούμε απέναντι στην
απειλή που δεχόμαστε. Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις εμφάνισης του θυμού η επίθεση είναι σε μεταφορικό επίπεδο, πχ λεκτική επίθεση και
προφανώς δεν έχει νόημα να γρονθοκοπήσουμε κάποιον, όπως θα κάναμε αν πχ προσπαθούσε να μας βιάσει. Με άλλα λόγια στις περιπτώσεις της
μεταφορικής επίθεσης δεν έχει νόημα - δεν είναι φυσιολογικό - δεν είναι αναμενόμενο να αισθανθούμε θυμό γιατί αυτός μας (καθ)οδηγεί σε
πράξεις εξόφθαλμα αναντίστοιχες με την περίσταση, πχ χτυπάμε το συνομιλητή μας ή του φωνάζουμε όπως ένα λιοντάρι όταν ετοιμάζεται να
ορμήσει στο θήραμα του.
Το αναμενόμενο συναίσθημα σε μια μεταφορική επίθεση μπορεί να είναι οτιδήποτε άλλο εκτός από τον θυμό. Ενδεικτικά, αν ένας εργοδότης μας
κατηγορεί επειδή κάναμε κάποιο σοβαρό λάθος που κόστισε στην εταιρεία, τότε είναι αναμενόμενο να αισθανθούμε ντροπή ή/και ενοχή και υπό
την επήρεια τους να γίνουμε καλύτεροι και να αποφύγουμε ένα αντίστοιχο λάθος στο μέλλον. Αν αυτή την άσχημη (σωματική) αίσθηση που
έχουμε δεν μπορέσουμε να τη διαχειριστούμε, πχ θέλουμε να βάλουμε τα κλάματα αλλά δεν τα καταφέρνουμε και (κατα)πνίγουμε τους λυγμούς
μας, τότε ο εγκέφαλος μας θα πάρει το μήνυμα (λόγω έλλειψης επαρκούς ποσότητας οξυγόνου) ότι πνιγόμαστε - δεχόμαστε επίθεση οπότε η
ντροπή ή/και η ενοχή θα μετατραπεί σε θυμό. Το αποτέλεσμα θα είναι να αρχίσουμε να φωνάζουμε στον εργοδότη, ενώ ουσιαστικά το μόνο που
θέλουμε είναι να πάρουμε ανάσα.
Μέχρι αυτό το σημείο είδαμε πως το ανεπεξέργαστο - ανέκφραστο συναίσθημα μετατρέπεται σε θυμό. Παρότι αυτή η μετατροπή είναι αρκετά
συνηθισμένη δεν είναι η μοναδική. Μια άλλη εναλλακτική είναι το εκάστοτε συναίσθημα να μετατραπεί σε διανόηση (μια αμιγώς ανθρώπινη
διεργασία). Πρακτικά, αυτό σημαίνει ότι επειδή δεν μπορούμε να διαχειριστούμε το συναίσθημα μας αποφασίζουμε να αγνοήσουμε τη σωματική
αίσθηση (και κατ΄επέκταση το σώμα μας) εστιάζοντας στο τμήμα του εγκεφάλου που ασχολείται με τη διανόηση. Εξυπακούεται ότι όσο πιο πολύ
αγνοούμε το σώμα μας τόσο περισσότερο ασχολούμαστε με τη διανόηση μας κατασκευάζοντας όλο και πιο πολύπλοκες θεωρίες, που μοιραία θα
παραβαίνουν τους θεμελιώδεις νόμους της συναισθηματικής νοημοσύνης.
Στις περιπτώσεις αυτές είναι σαφές ότι ο θυμός με την κλασική του έκφραση περνάει συχνά απαρατήρητος, αφού σπαταλάμε όλους τους πόρους
μας κυρίως σε πολύπλοκες ή/και ακατανόητες θεωρητικές κατασκευές και σε κραυγές και γρονθοκοπήματα. Παρότι, αυτή η πρακτική είναι αρχικά
(πιο) αποδεκτή από την κοινωνία, έχει μια σοβαρή παρενέργεια που σχετίζεται με το γεγονός ότι εξαρχής έχουμε αγνοήσει το σώμα μας. Με
άλλα λόγια, όταν δε θέλουμε ή/και δεν μπορούμε να έχουμε επαφή με το σώμα και τα συναισθήματα μας, τότε μοιραία θα θεωρήσουμε ή/και θα
έχουμε προσδοκία να συμβαίνει κάτι ανάλογο και με τους συνομιλητές μας. Το αποτέλεσμα αυτής της τάσης μας είναι, όπως προαναφέραμε, να
ωθούμαστε και να ωθούμε και τον συνομιλητή μας σε θεωρίες και πρακτικές που δε συνάδουν με τους θεμελιώδεις νόμους της συναισθηματικής
νοημοσύνης και κατ΄ επέκταση τη λειτουργία της κοινωνίας.
Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι μπορούμε να συμπεράνουμε - συνειδητοποιήσουμε αν και πότε είμαστε θυμωμένοι παρατηρώντας το περιεχόμενο του
λόγου μας, χωρίς να είναι πάντα απαραίτητο να δώσουμε σημασία στον τρόπο που τον εκφέρουμε (δηλαδή αν ωρυόμαστε ή κάτι ανάλογο). Πιο
συγκεκριμένα, ένα στοιχείο που μπορούμε να παρατηρήσουμε είναι η πολυπλοκότητα του συλλογισμού μας. Προφανώς, δε συνιστά πρόβλημα το να
ασχολούμαστε με δυσνόητα μαθηματικά θεωρήματα, αλλά είναι σαφές πως όταν συζητάμε για ένα οικογενειακό ή φιλικό θέμα, συνήθως δεν
ασχολούμαστε με πυρηνική φυσική ή κρυπτογραφία.
Επιπλέον, είναι δεδομένο ότι όταν είμαστε αποσυνδεδεμένοι από το σώμα και τα συναισθήματα μας, τότε μοιραία ασχολούμαστε μόνο με τον
απέναντι μας ή/και ολόκληρες κοινωνικές ομάδες με τις οποίες δεν έχουμε κάποια ουσιαστική σχέση ή/και επαφή. Πρακτικά, αυτό σημαίνει
ότι, ακόμα και σε περιπτώσεις που ο λόγος μας δεν είναι εξόφθαλμα καταγγελτικός ή/και κηρυγματικός, έχουμε την τάση να κάνουμε
παρατηρήσεις ή/και υποδείξεις στο συνομιλητή μας ενώ το πραγματικό ζητούμενο είναι να μεταφέρουμε την εμπειρία και τα βιώματα μας. Είναι
σαφές ότι δε θα μπούμε στη διαδικασία να μεταφέρουμε την προσωπική μας ιστορία όταν δεν έχουμε καταφέρει να τη διαχειριστούμε
αποτελεσματικά επειδή αποφασίσαμε να αποσυνδεθούμε από αυτή. Εξυπακούεται, άλλωστε, ότι δε θα καταφέρουμε να συναισθανθούμε το
συνομιλητή μας έτσι ώστε τουλάχιστον να σκεφτούμε κάτι κατάλληλο για αυτόν ακόμα και αν αυτό δε σχετίζεται άμεσα με την προσωπική μας
ιστορία.
Σε ένα τυπικό επίπεδο η ανωτέρω πρακτική δε φαίνεται να προκαλεί κάποιο ουσιώδες πρόβλημα σε εμάς, παρότι μπορεί να προκαλέσει σωρεία
δυσάρεστων συναισθημάτων στο συνομιλητή μας. Σε βάθος χρόνου, όμως, η αποσύνδεση από το σώμα και τα συναισθήματα μας οδηγεί σε σωματικές
ασθένειες επειδή ακριβώς δεν έχουμε ασχοληθεί επαρκώς με το σώμα μας. Προφανώς, στις περιπτώσεις αυτές πιθανότατα θα μπούμε σε ένα νέο
ακόμα βαθύτερο - φαυλότερο κύκλο αποσύνδεσης από το σώμα μας επειδή πλέον η (σωματική και συναισθηματική) κατάσταση μας θα είναι πολύ
πιο δυσάρεστη και ως εκ τούτου πολύ πιο δύσκολα διαχειρίσιμη.
Συνοψίζοντας μπορούμε να πούμε ότι μπορεί να είμαστε θυμωμένοι ακόμα και όταν δε φωνάζουμε. Τυπικές περιπτώσεις θυμού που δεν είναι
άμεσα αντιληπτές έχουμε όταν αναφερόμαστε κυρίως σε αυτά που κάνει ο άλλος και όχι σε αυτά που κάνουμε εμείς ή/και όταν ο λόγος για ένα
καθημερινό θέμα είναι πολύπλοκος ή/και όταν ασθενούμε χωρίς να υπάρχει κάποιος προφανής λόγος. Κύρια αιτία του θυμού αυτού είναι η
αδυναμία - απροθυμία να εκφράσουμε - βιώσουμε τα συναισθήματα μας και η συνοδή αποσύνδεση από το σώμα μας.
Ένας καλός τρόπος να επιστρέψουμε στα συναισθήματα μας και την επαφή με το σώμα μας είναι μέσω της τέχνης που συνδέει υποδειγματικά τα
συναισθήματα με τη διανόηση. Σε κάθε περίπτωση το ζητούμενο είναι να ο εγκέφαλος μας να αφιερώνει επαρκή χρόνο τόσο στα βιώματα του
σώματος (και κατ΄ επέκταση στα συναισθήματα) όσο και στη διανόηση. Με τον τρόπο αυτό αφενός ολοκληρώνεται η ανθρώπινη εμπειρία και
αφετέρου η ζωή μας γίνεται πιο άνετη, πιο ευχάριστη και πιο ουσιαστική.
Υ.Γ. Τα ανωτέρω αποτελούν μόνο τροφή για σκέψη και όχι επιστημονική γνώση.
Θέλετε να μοιραστείτε το άρθρο με τους φίλους σας;  
 
 
 
Δευτερεύοντα μαθήματα
Συχνά ακούμε μαθητές, καθηγητές ή/και υπεύθυνους χάραξης εκπαιδευτικής πολιτικής να ταξινομούν τα μαθήματα του σχολείου σε πρωτεύοντα
και σε δευτερεύοντα. Η φρασεολογία και η αφορμή για τον διαχωρισμό αυτό διαφέρει ανάλογα με το ποιος κάνει τον διαχωρισμό, αλλά η ουσία
είναι ότι ο διαχωρισμός γίνεται, είναι διαδεδομένος και θεωρείται δεδομένος. Τα συνήθη "θύματα" αυτού του διαχωρισμού είναι τα μαθήματα
της γυμναστικής και των καλλιτεχνικών, ενώ αναλόγως των περιστάσεων μπορεί να είναι και άλλα μαθήματα. Ενδεικτικά, η φυσική θεωρείται
δευτερεύουσα από όσους ακολουθούν θεωρητική κατεύθυνση, ενώ η ιστορία θεωρείται δευτερεύουσα από όσους ακολουθούν τεχνολογική
κατεύθυνση.
Τα επιχειρήματα για την τεκμηρίωση του ανωτέρου διαχωρισμού συνήθως καταλήγουν στο ότι ο ενδιαφερόμενος δεν πρόκειται να ασχοληθεί
επαγγελματικά με το υποτιθέμενο δευτερεύον αντικείμενο, οπότε δεν έχει αξία να του δώσει ιδιαίτερη βαρύτητα. Έτσι, αν η συζήτηση αφορά
στη γυμναστική, τότε την εξισώνει - εξιδανικεύει πχ με την προπόνηση του Αντετοκούμπο ή την εξισώνει - υποβιβάζει πχ με το περπάτημα
μέσα σε ένα εμπορικό κέντρο. Αν η συζήτηση αφορά στα καλλιτεχνικά, τότε τα εξισώνει - εξιδανικεύει πχ με τις πρόβες του Παβαρόττι ή τις
εξισώνει - υποβιβάζει πχ με το σφύριγμα την ώρα που χαζεύει αμέριμνα μια βιτρίνα. Αν η συζήτηση αφορά στη φυσική, τότε την εξισώνει -
εξιδανικεύει με τις διαστημικές έρευνες στη NASA ή την εξισώνει - υποβιβάζει πχ με τα ζύγισμα στο μανάβικο. Αν η συζήτηση αφορά στην
ιστορία, τότε την εξισώνει - εξιδανικεύει πχ με τις ανασκαφές στη Βεργίνα ή την εξισώνει - υποβιβάζει πχ με μια καλογραμμένη, δηλαδή
χωρίς ορθογραφικά και συντακτικά λάθη, ανάρτηση στα κοινωνικά δίκτυα για το βιογραφικό ενός celebrity. Τέτοιες εξιδανικεύεις και
υποβιβάσεις μπορούμε να βρούμε σε όλα τα μαθήματα που εμφανίζονται στο σχολικό πρόγραμμα.
Το εκάστοτε δευτερεύον μάθημα απαξιώνεται τόσο σε θεωρητικό, όσο και σε πρακτικό επίπεδο. Η απαξίωση υλοποιείται μέσω του τυπικού
περιεχομένου του μαθήματος και των σχετικών κατευθυντήριων γραμμών που οδηγούν εκ των πραγμάτων στο ψευδοδίλημμα του πρωτεύοντος και του
δευτερεύοντος μαθήματος. Η ολοκλήρωση της απαξίωσης συντελείται με τη συνδρομή του εκπαιδευτικού προσωπικού, που της δίνει "σάρκα και
οστά".
Στην περίπτωση της γυμναστικής αυτό γίνεται εστιάζοντας στην ορθή εκτέλεση των ασκήσεων με ένα τρόπο τυποποιημένο, χωρίς, όμως, να
δίνεται σημασία στην επίγνωση του σώματος, δηλαδή στο ποιο τμήμα του σώματος συμμετέχει στην άσκηση και σε αυτό που ενεργοποιεί το
επίμαχο τμήμα σε προσωπικό επίπεδο. Στην περίπτωση των καλλιτεχνικών, ενδεικτικά αναφέρουμε τη ζωγραφική, αυτό γίνεται εστιάζοντας στην
ορθή απεικόνιση του αντικειμένου που ζωγραφίζουμε μέσω της εξάσκησης, χωρίς, όμως, να δίνεται σημασία στο συναίσθημα που αναδύεται όταν
το απεικονίζουμε. Στη φυσική αυτό γίνεται εστιάζοντας στους κανόνες και τους τύπους της, χωρίς, όμως, να δίνεται σημασία στο ότι
χρειάζεται πρώτα να παρατηρήσουμε και να αλληλεπιδράσουμε με τη φύση για να την κατανοήσουμε. Στην ιστορία αυτό γίνεται εστιάζοντας στην
απαρίθμηση των γεγονότων (βλ. παπαγαλία), χωρίς, όμως, να δίνεται σημασία στο ότι τα γεγονότα προέκυψαν από ανθρώπινες ανάγκες και
συναισθήματα.
Από τα ανωτέρω παραδείγματα καθίσταται σαφές ότι πρωτεύοντας σκοπός της σχολικής εκπαίδευσης είναι η τυποποίηση ή/και η αποσύνδεση από
το προσωπικό βίωμα. Η τυποποίηση, όμως, συνδέεται συστηματικά και ουσιωδώς με τις ασυνείδητες κινήσεις - διαδικασίες - συμπεριφορές.
Αυτό συμβαίνει γιατί όσο πιο τυποποιημένη είναι μια διαδικασία τόσο ευκολότερο είναι να την κάνουμε αυτόματα - γρήγορα, ειδικά αν την
έχουμε εξασκήσει επαρκώς, όπως συμβαίνει με αυτά που μαθαίνουμε από τη βρεφική, τη νηπιακή ή την παιδική μας ηλικία.
Ενδεικτικά, ο τρόπος που περπατάμε είναι ασυνείδητος γιατί έχουμε μάθει με αρκετή εξάσκηση ήδη από τη νηπιακή ηλικία πως να το κάνουμε.
Το αποτέλεσμα είναι ως ενήλικες να μη σκεφτόμαστε που θα τοποθετήσουμε το πόδι μας ή πως θα κινήσουμε την άρθρωση του γονάτου μας για να
κάνουμε το επόμενο βήμα μας. Είναι ελάχιστες οι φορές που προσέχουμε πραγματικά που πατάμε και αυτός είναι ένας από τους λόγους που
μπορεί να πάθουμε πχ ένα σοβαρό διάστρεμμα επειδή πατήσαμε άτσαλα σε μια λακκούβα που δεν είδαμε. Αν αυτή η τυποποίηση στο περπάτημα
συνδυαστεί και με αποσύνδεση από το προσωπικό βίωμα, τότε το αποτέλεσμα θα αντιστοιχιστεί πχ με ένα ποδοσφαιριστή που μετά από ένα
επώδυνο διάστρεμμα επιμείνει να παίζει χρησιμοποιώντας ισχυρά αναλγητικά ρισκάροντας να καταλήξει με μια σοβαρή αναπηρία.
Το συμπέρασμα είναι ότι όταν στη σχολική εκπαίδευση εστιάζουμε στην τυποποίηση, τότε ενδέχεται να είμαστε αποδοτικοί, αλλά καταλήγουμε
έρμαια των ασυνείδητων πρακτικών μας. Επιπλέον, όταν η σχολική εκπαίδευση δεν εστιάζει στο προσωπικό βίωμα, τότε γίνεται επικίνδυνη και
για τα μέλη της εκπαιδευτικής κοινότητας. Το ουσιαστικότερο όμως πρόβλημα με αυτού του τύπου την εκπαίδευση είναι ότι γίνεται αδιάφορη
για τα μέλη της κοινότητας της που εθίζονται σε μια πολύ έντονη και πολύ εσωτερικευμένη αίσθηση κενού ή χαμένου. Αποτέλεσμα αυτή της
αίσθησης είναι είτε ένας διαρκής θυμός είτε η κατάπτωση της ζωτικής τους ενέργειας και κατ΄ επέκταση της ψυχικής και σωματικής υγείας
τους.
Ολοκληρώνοντας την ανάλυση αυτή, έχει αξία να διευκρινίσουμε ότι δεν είναι ζητούμενο να εξοστρακίσουμε από τη σχολική εκπαίδευση την
τυποποίηση ή/και την αποσύνδεση από το προσωπικό βίωμα γιατί αυτές συχνά μας κάνουν τη ζωή ευκολότερη σε πολλά και πρακτικά επίπεδα.
Όσο, όμως, στο σχολείο εστιάζουμε μόνο στην τυποποίηση και την αποσύνδεση από το προσωπικά μας βιώματα, τόσο περισσότερο θα έχουμε
ανάγκη για ψυχοθεραπεία, μέσω της οποίας θα καλύπτουμε την ανάγκη για αυτοπαρατήρηση, επίγνωση και αποδοχή των προσωπικών μας βιωμάτων
έτσι ώστε να ολοκληρωθούμε εσωτερικά. Το ίδιο ισχύει αν αντικαταστήσουμε τη λέξη "σχολείο" βάλουμε τη λέξη "οικογένεια" ή/και τη λέξη
"φιλία" ή/και τη λέξη "εργασία".
Υ.Γ. Τα ανωτέρω αποτελούν μόνο τροφή για σκέψη και όχι επιστημονική γνώση.
Θέλετε να μοιραστείτε το άρθρο με τους φίλους σας;  
 
 
 
Combination Pizza Hut and Taco Bell
Ο ρατσισμός ήταν και είναι ένα τόσο συχνό φαινόμενο που θεωρείται σχεδόν φυσιολογικό. Στη σύγχρονη εποχή έχει, επιπλέον, επενδυθεί και
με λογικοφανείς - επιστημονικοφανείς θεωρίες που "στηρίζονται" στην επιστήμη της γενετικής. Σε κάθε περίπτωση το τυπικό χαρακτηριστικό -
διακριτικό στοιχείο του ρατσισμού είναι ο διαχωρισμός των ανθρώπων σε δύο κατηγορίες εκ των οποίων η μία είναι η καλή και η άλλη είναι η
κακή. Συνήθεις διαχωρισμοί είναι αυτοί ανάμεσα σε μαύρους και λευκούς ή σε Έλληνες και ξένους ή σε Ευρωπαίους και Ασιάτες κλπ ανάλογα με
τις περιστάσεις.
Στο επίπεδο της γλώσσας ο διαχωρισμός γίνεται αντικαθιστώντας ένα ουσιαστικό, δηλαδή κάτι που έχει ουσία, με ένα επίθετο, δηλαδή το
περιτύλιγμα - ταμπέλα του ουσιαστικού. Ενδεικτικά, αντί να πούμε "ένας άνθρωπος ήρθε στην εταιρία μου για να ζητήσει δουλειά" λέμε "ένας
μαύρος ήρθε στην εταιρεία μου για να ζητήσει δουλειά". Με αυτή την αλλαγή των λέξεων έχουμε πρακτικά παραβλέψει ότι ο άνθρωπος που ήρθε
στην εταιρία μας έχει κάποιες δεξιότητες ή ικανότητες που μας είναι χρήσιμες και μοιραία ασχολούμαστε με το περιτύλιγμα του, δηλαδή το
χρώμα του το οποίο, προφανώς, δεν μπορούμε να αξιοποιήσουμε.
Επιστρέφοντας στο χαρακτηριστικό στοιχείο του ρατσισμού, δηλαδή στον διαχωρισμό σε καλούς και κακούς, αξίζει να σημειώσουμε ότι ο
διαχωρισμός μπορεί να γίνει με διάφορες αφορμές. Η ποικιλομορφία αυτή πρακτικά καλύπτει οποιοδήποτε σημαντικό ή ασήμαντο χαρακτηριστικό
των ανθρώπων. Ενδεικτικά, γίνονται διαχωρισμοί ανάμεσα σε γυναικείο και ανδρικό, ανήλικο και ενήλικο, αδελφό και αδελφή, ιδιωτικό και
δημόσιο υπάλληλο, φτωχό και πλούσιο, μορφωμένο και αμόρφωτο, μαθηματικό και φιλόλογο, χριστιανό και μουσουλμάνο, χορτοφάγο και
κρεατοφάγο, ασπρουλιάρη και μαυροτσούκαλο, χοντρό και λιγνό, Ανωραχουλιώτη και Κατωραχουλιώτη κλπ κλπ κλπ κλπ κλπ κλπ κλπ κλπ κλπ κλπ
κλπ κλπ κλπ κλπ κλπ κλπ κλπ κλπ κλπ κλπ κλπ κλπ κλπ κλπ κλπ κλπ κλπ.
Ευτυχώς, σε όλο αυτό τον παραλογισμό προσπαθεί, μεταξύ άλλων, να βάλει κάποιο φρένο η τέχνη, εν προκειμένω η σατιρική Hip-Hop μουσική με
τη συνδρομή των TikTokers. Συγκεκριμένα, στο τραγούδι Combination Pizza Hut and Taco Bell των Das Racist, περιγράφονται δύο νέοι που
προσπαθούν να συναντηθούν αλλά φαίνεται να είναι σε διαφορετικά καταστήματα (ο ένας στο Taco Bell και ο άλλος στην Pizza Hut). Το
ευτράπελο σε αυτή τους την προσπάθεια είναι ότι τα καταστήματα στα οποία βρίσκονται είναι πρακτικά το ίδιο και το αυτό μέρος! Για την
ακρίβεια της υπόθεσης είναι συστεγαζόμενα καταστήματα με υπαλλήλους που συχνά πάνε από το ταμείο στο άλλο και το μόνο πραγματικό
διαχωριστικό είναι οι διαφημιστικές πινακίδες ανάμεσα στις σειρές των πελατών μπροστά από τα ταμεία! Με απλά λόγια οι δύο φίλοι κάθονται
πρακτικά ο ένας δίπλα στον άλλο και αδυνατούν να αντιληφθούν ο ένας την ύπαρξη του άλλου εξαιτίας μια απλής ταμπέλας που βρίσκεται
ανάμεσα τους.
Με αφορμή αυτό το τραγούδι δημιουργήθηκε το 2020 ένα trend (Combination Taco Bell and Pizza Hut by Das Racist) στο TikTok στο οποίο
διάφοροι TikTokers αναδεικνύουν τα διαφορετικά στοιχεία (γονιδιακά και μη) που έχουν οι γονείς τους και πως αυτοί τα έχουν ενσωματώσει -
αποδεχτεί. Κάποιοι από αυτούς έχουν, επιπλέον, συνειδητοποιήσει ότι η τάση των ανθρώπων για διαχωρισμό είναι αποτέλεσμα της αδυναμίας
ενσωμάτωσης - αποδοχής των διαφορετικών πλευρών του εαυτού μας και εξ αφορμής αυτής της διαπίστωσης αναδεικνύουν διαφορετικές πλευρές
τους που τελικά κατάφεραν να ενσωματώσουν - αποδεχτούν. Ενδεικτικά παραθέτω δύο σχετικές συλλογές και σας προτρέπω να αναζητήσετε ακόμα
περισσότερες είτε στο YouTube είτε στο TikTok.
Εσείς, ποια διαφορετικά - ετερόκλιτα στοιχεία σας καταφέρατε (ή προσπαθείτε) να ενσωματώσετε - αποδεχτείτε;
Υ.Γ. Τα ανωτέρω αποτελούν μόνο τροφή για σκέψη και όχι επιστημονική γνώση.
Θέλετε να μοιραστείτε το άρθρο με τους φίλους σας;  
 
 
 
Θέλω μόνο να πω ...
Στα εστιατόρια συχνά ακούμε τους σερβιτόρους να ρωτάνε τους πελάτες "Τι θα θέλατε να φάτε;" και αντίστοιχα ο κάθε πελάτης να απαντάει
λέγοντας "Θα ήθελα μια μερίδα ...". Εν προκειμένω, είναι σαφές σε όλους ότι αν ο πελάτης επιθυμεί πχ πατάτες τηγανητές τότε ο σερβιτόρος
θα του φέρει πατάτες τηγανητές (χάριν απλότητας θεωρούμε ότι το εστιατόριο έχει πατάτες τηγανητές). Με άλλα λόγια, ο σερβιτόρος έχει
πρόθεση να ικανοποιήσει και θα ικανοποιήσει την επιθυμία του πελάτη. Επιπλέον, είναι σαφές ότι η επιθυμία του πελάτη αφορά τη στιγμή που
γίνεται η συζήτηση με τον σερβιτόρο και θα υλοποιηθεί (σχεδόν) άμεσα και όχι στο (μακρινό) μέλλον.
Σε ό,τι αφορά στον πελάτη εύκολα καταλαβαίνουμε ότι τη στιγμή της παραγγελίας εκφράζει την πραγματική του επιθυμία, δεδομένου ότι δεν
υπάρχει κάποιος που να τον εκβιάζει να παραγγείλει κάτι συγκεκριμένο. Στο επίπεδο της γραμματικής αυτό σημαίνει ότι κανονικά απαντάμε
"Θέλω μια μερίδα ...". Επιπλέον, δεδομένου ότι βρίσκεται σε εστιατόριο αυτή η επιθυμία του πρακτικά μετατρέπεται σε προσταγή για τον
σερβιτόρο. Στο επίπεδο της γραμματικής αυτό σημαίνει ότι κανονικά απαντάμε λέγοντας "Φέρε μου μια μερίδα ...". Με άλλα λόγια, με βάση τη
γραμματική, όταν παραγγέλνουμε σε ένα εστιατόριο χρησιμοποιούμε οριστική ενεστώτα ή προστακτική ενεστώτα και όχι (δυνητική) οριστική
παρατατικού. Προφανώς, σε κάθε περίπτωση μπορούμε να διανθίσουμε τον λόγο μας έτσι ώστε να γίνει πιο ευγενικός λέγοντας πχ "Φέρε μου σε
παρακαλώ μια μερίδα ..." κλπ.
Το ανωτέρω παράδειγμα δεν αφορά μόνο στις παραγγελίες στα εστιατόρια, αλλά σε μια πληθώρα περιστάσεων που σχετίζονται με επιθυμίες. Στο
(δήθεν) συνειδητό επίπεδο χρησιμοποιούμε παρατατικό χρόνο προκειμένου να ακουστούμε πιο ευγενικοί αλλά στην πράξη σπρώχνουμε ασυνείδητα
την επιθυμία μας στο παρελθόν. Εννοείται ότι αυτή η απώθηση στο παρελθόν αποσυνδέει ταυτόχρονα και το σώμα μας από το παρόν και τις
ανάγκες του. Ενδεικτικά, στο εστιατόριο θα ρωτήσουμε πρώτα τους άλλους τι θα παραγγείλουν έτσι ώστε και εμείς να πάρουμε κάτι αντίστοιχο
παρότι γνωρίζουμε ότι οι άλλοι είναι πχ φανατικοί κρεατοφάγοι, ενώ εμείς προτιμάμε περισσότερο τα ζυμαρικά.
Είναι μάλλον σαφές ότι αυτή είναι μια στάση ζωής που έχει βαθιά τις ρίζες της σε πληθώρα παιδικών βιωμάτων μέσω των οποίων
εκπαιδευτήκαμε να αγνοούμε σε όλα τα επίπεδα όχι μόνο τις επιθυμίες μας αλλά ενίοτε και θεμελιώδεις ανάγκες μας. Ενδεικτικά, μας έχει
ζητηθεί πολλές φορές να καταπιέσουμε την περιέργεια μας, δηλαδή την ανάγκη μας για μάθηση, γιατί η μαμά και ο μπαμπάς έχουν αποφασίσει
ότι θα ασχοληθούν ουσιαστικά μαζί μας μόνο το πρωί της Κυριακής. Το αποτέλεσμα είναι ως παιδιά πχ να ξοδεύουμε τελικά αμέτρητες ώρες
μπροστά σε μια τηλεόραση ή ένα tablet προσπαθώντας να βρούμε κάτι άξιο λόγου στον ελεύθερο χρόνο μας.
Ευτυχώς, όμως, η τέχνη έχει, ως συνήθως, μια καλή αντιπρόταση σε αυτή τη στρεβλή κατάσταση. Δεδομένου ότι τη στιγμή που γράφονται αυτές
οι γραμμές είναι περίοδος Χριστουγέννων αξίζει να αναφέρουμε το δημοφιλές τραγούδι "Merry Christmas Baby" του Bruce Springsteen. Στο
τραγούδι αυτό ο Bruce περιγράφει την επιθυμία του (I just want to say = θέλω μόνο να πω) και την αίσθηση του (I feel real good tonight =
νοιώθω πραγματικά καλά σήμερα) με τη γλώσσα της παρούσας στιγμής, δηλαδή χρησιμοποιεί συστηματικά ενεστώτα χρόνο. Το αποτέλεσμα αυτής
της επιλογής του είναι να στέλνει ένα ξεκάθαρο μήνυμα στην αγαπημένη του (Merry Christmas baby = Καλά Χριστούγεννα μωρό μου) και
ταυτόχρονα να μπορεί να εκφράσει την ευγνωμοσύνη του προς αυτή (you surely treat me nice = σίγουρα μου φέρεσαι όμορφα). Μέσα σε αυτό
πλαίσιο φυσιολογικά αισθάνεται υπέροχα (I feel like I΄m living, just living in paradise = αισθάνομαι σαν να ζω, απλά να ζω στον
παράδεισο), οπότε μοιραία επιθυμεί να επαναλάβει τις ευχές του (I just want to say, Merry Christmas baby and a happy new year = θέλω
μόνο να πω : "Καλά Χριστούγεννα μωρό μου και ευτυχισμένο το νέο έτος").
Φυσικά, πρέπει να διευκρινίσουμε ότι αυτό που πραγματικά ξεχωρίζει τη γλώσσα της παρούσας στιγμής από οποιαδήποτε άλλη γλώσσα δεν είναι
μόνο η χρήση του ενεστώτα. Η γλώσσα της παρούσας στιγμής χρειάζεται να συνοδεύεται και από καθαρή - πλέρια φωνή και για τον λόγο αυτό
συνιστώ ανεπιφύλακτα να απολαύσετε τον Bruce στο επίμαχο τραγούδι!
Υ.Γ. Τα ανωτέρω αποτελούν μόνο τροφή για σκέψη και όχι επιστημονική γνώση.
Θέλετε να μοιραστείτε το άρθρο με τους φίλους σας;  
 
 
 
Περί σωματικής ψυχοθεραπείας
Η σωματική ψυχοθεραπεία ιστορικά έχει ξεκινήσει από τον Βίλχελμ Ράιχ και παρουσιάστηκε το 1933 μέσω του βιβλίου του "Η ανάλυση του
χαρακτήρα". Τότε η προσέγγιση αυτή ήταν αποκλειστικά ψυχαναλυτικού - ψυχοδυναμικού προσανατολισμού, αλλά πλέον η θεωρία και οι πρακτικές
της έχουν χρησιμοποιηθεί, εμπλουτιστεί και εξελιχθεί από ψυχοθεραπευτές πολλών κατευθύνσεων. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι πλέον οι τεχνικές
της συνδυάζονται εξαιρετικά με τη γνωσιακή - συμπεριφορική ψυχοθεραπεία.
Σε κάθε περίπτωση είναι σημαντικό να έχουμε κατά νου ότι η σωματική ψυχοθεραπεία σχετίζεται άμεσα, συστηματικά και ουσιωδώς με τη γλώσσα
του σώματος και φυσικά με την αναπνοή. Με αυτό το δεδομένο, καθίσταται σαφές ότι αυτή συνδέεται και με όλες τις τέχνες, αφού δεν μπορείς
ούτε να ζωγραφίσεις, ούτε να τραγουδήσεις, ούτε να υποδυθείς ένα χαρακτήρα σε μια θεατρική παράσταση κλπ αν δεν μπορείς να έρθεις σε
επαφή με το σώμα σου και την αναπνοή σου. Σε αντίστοιχο πλαίσιο μπορούμε να κατανοήσουμε και τη σχέση που υπάρχει ανάμεσα στη σωματική
ψυχοθεραπεία και τη γυμναστική.
Παρά το γεγονός ότι τόσο η τέχνη όσο και η γυμναστική μπορούν να γίνουν εξαιρετικά εργαλεία - βοηθήματα στα πλαίσια της σωματικής
ψυχοθεραπείας δεν είναι εφικτό να την αντικαταστήσουν. Ο κύριος λόγος είναι ότι στο τέλος η ψυχοθεραπεία (σωματική και μη) απαιτεί την
εκπεφρασμένη σύνδεση του εκάστοτε βιώματος με το "εδώ και τώρα" του αναλυόμενου. Με άλλα λόγια τόσο η τέχνη, όσο και η γυμναστική είναι
το σημείο εκκίνησης ή το μέσο, αλλά όχι το σημείο τερματισμού.
Προχωρώντας, λίγο περισσότερο στη διαδικασία της σωματικής ψυχοθεραπείας είναι σημαντικό να διευκρινίσουμε πρώτα ότι το σώμα μας είναι ο
αυθεντικός και κατ΄ εξοχήν εκφραστής του ασυνειδήτου μας και εξ αφορμής αυτού του γεγονότος έχει προκύψει άλλωστε και η έκφραση γλώσσα
του σώματος. Διευκρινίζουμε ότι ο όρος γλώσσα του σώματος είναι πολλά περισσότερα πχ από το σταυρώνω τα χέρια μου όταν συζητάω με
κάποιον. Προφανώς, το σταύρωμα των χεριών δηλώνει με άρρητο τρόπο το πως σχετίζομαι με το συνομιλητή μου και αυτό είναι γνωστό πολύ πριν
αναπτυχθεί η σωματική ψυχοθεραπεία. Αυτή η πληροφορία όμως συνήθως σχετίζεται με μοτίβα που έχουν καθιερωθεί διαχρονικά μέσα από
διαδικασίες που είναι πέρα από τα προσωπικά μας βιώματα.
Στο παράδειγμα με τα σταυρωμένα χέρια, θα πρέπει να μελετήσουμε - διερευνήσουμε την ιδιαίτερη αίσθηση που δίνει αυτή η στάση στον
αναλυόμενο. Ενδεικτικά, αναφέρουμε ότι αυτή η στάση εμφανώς δυσκολεύει την αναπνοή μας επειδή ακριβώς υπάρχουν τα χέρια πάνω στο στήθος
μας που του απαγορεύουν πρακτικά να ανοίξει για να εισπνεύσουμε επαρκώς. Η λεπτομέρειες της εισπνοής σχετίζονται προφανώς από την ακριβή
θέση των χεριών και φυσικά και την εν γένει στάση μας. Στην εκπνοή, αντίστοιχα, υπό το βάρος των χεριών ενδέχεται να εκπνεύσουμε πιο
γρήγορα ή πιο απότομα. Όλες αυτές οι λεπτομέρειες προφανώς εξαρτώνται από το πως έχουμε μέσω των βιωμάτων μας εκπαιδεύσει το σώμα μας να
λειτουργεί.
Η ανωτέρω ενδεικτική ανάλυση δείχνει ξεκάθαρα ότι δύο άνθρωποι που σταυρώνουν τα χέρια τους θα έχουν πιθανότατα πολύ διαφορετικά βιώματα
που θα σχετίζονται προφανώς με την προσωπική ιστορία του καθενός. Για να αναδειχθούν όλες οι σχετικές λεπτομέρειες εννοείται ότι
χρειάζεται τόσο ο θεραπευτής όσο και ο θεραπευόμενος να είναι ιδιαίτερα παρατηρητικοί. Για την ακρίβεια της συζήτησης ο θεραπευόμενος
έχει ως πρώτο και κύριο μέλημα του στην ψυχοθεραπεία να παρατηρεί τον εαυτό του και σε κάθε περίπτωση εκπαιδεύεται στην αυτοπαρατήρηση,
άλλοτε με την ενεργό καθοδήγηση του θεραπευτή και άλλοτε υπό την εποπτεία του.
Προφανώς, το πιο απλό και συνάμα ουσιαστικό πράγμα που μπορεί να παρατηρήσει κάποιος είναι το ίδιο του το σώμα. Ο λόγος που το προτιμάμε
είναι γιατί αυτό δε μας λέει ποτέ ψέματα. Οφείλουμε να διευκρινίσουμε ότι μέχρι να εκπαιδευτούμε επαρκώς υπάρχει η πιθανότητα να
παίρνουμε πολλά και διαφορετικά σήματα από το σώμα μας με αποτέλεσμα να μην μπορούμε να τα οργανώσουμε καλά στο μυαλό μας. Αλλά τελικά
αυτό είναι που συμβαίνει και στη ζωή μας και για τον λόγο αυτό ξεκινάμε την ψυχοθεραπεία. Με άλλα λόγια, λαμβάνουμε πολλά και ετερόκλιτα
σήματα από το σώμα μας ή μέσω αυτού και άρα οι αντίστοιχες αισθήσεις είναι ανακατεμένες. Οι ανακατεμένες αισθήσεις οδηγούν μοιραία σε
ανακατεμένα συναισθήματα και αυτά με τη σειρά τους μας (καθ)οδηγούν σε εξίσου ανακατεμένες σκέψεις και πράξεις.
Ζητούμενο, λοιπόν, στη σωματική ψυχοθεραπεία είναι να μάθουμε να παρατηρούμε το σώμα μας και τα σήματα που αυτό μας στέλνει έτσι ώστε να
λύσουμε το πρόβλημα στη ρίζα του. Όσο κατακτάμε αυτή τη δεξιότητα τόσο περισσότερο είμαστε ικανοί να παρακολουθούμε και να
διαχειριζόμαστε τα συναισθήματα μας και τόσο περισσότερο είμαστε ικανοί να σκεφτόμαστε δημιουργικές λύσεις για τα ζητήματα που μας
απασχολούν.
Δεν πρέπει, άλλωστε, να ξεχνάμε ότι όσο καλύτερα διαχειριζόμαστε το συναίσθημα μας τόσο λιγότερο αυτό θα μετατρέπεται σε θυμό. Όσο
λιγότερο θυμό έχουμε στην καθημερινότητα μας, τόσο περισσότερο οξυγονώνεται ο εγκέφαλος μας και τόσο περισσότερες πιθανότητες έχουμε να
σκεφτούμε αποτελεσματικά, ακριβώς επειδή έχουμε περίσσεια οξυγόνου που μας επιτρέπει να σκεφτούμε με όλες μας τις δυνάμεις. Προκύπτει,
δηλαδή, για άλλη μια φορά ότι η παρατήρηση και η εξάσκηση της αναπνοής είναι κεφαλαιώδους σημασίας στη σωματική ψυχοθεραπεία.
Κλείνοντας αυτή την ανάλυση, χρειάζεται να διευκρινίσουμε ότι η εκπαίδευση στην αυτοπαρατήρηση και η εκπαίδευση του σώματος στη
διαχείριση των συναισθημάτων γίνεται παράλληλα με την επίλυση των προβλημάτων που μας απασχολούν. Κατά περίσταση μπορεί να δοθεί
βαρύτητα στην επίλυση των προβλημάτων όπως θα γινότανε σε οποιαδήποτε ψυχοθεραπευτική προσέγγιση, αλλά εξίσου συχνά μπορεί να δοθεί
βαρύτητα στην αυτοπαρατήρηση και την εκπαίδευση του σώματος. Ως συνήθως το ασυνείδητο του θεραπευόμενου είναι αυτό που δίνει την
κατεύθυνση.
Υ.Γ. Τα ανωτέρω αποτελούν μόνο τροφή για σκέψη και όχι επιστημονική γνώση.
Θέλετε να μοιραστείτε το άρθρο με τους φίλους σας;  
 
 
 
Περί θεραπείας μέσω των τεχνών
Η ψυχοθεραπευτική αξία όλων των τεχνών είναι γνωστή από αρχαιοτάτων χρόνων, αλλά η συστηματική χρήση τους στο σύγχρονο ψυχοθεραπευτικό
πλαίσιο ξεκίνησε από τον Καρλ Γιουνγκ. Η προσέγγιση αυτή ήταν αποκλειστικά ψυχαναλυτικού - ψυχοδυναμικού προσανατολισμού, αλλά πλέον οι
πρακτικές της θεραπείας μέσω των τεχνών χρησιμοποιούνται και σε άλλες ψυχοθεραπευτικές προσεγγίσεις όπως η υπαρξιακή.
Για να κατανοήσουμε τη σημασία και τη θεραπευτική αξία των τεχνών αξίζει να αναφέρουμε ότι οι τέχνες είναι συνομήλικες με το ανθρώπινο
γένος. Για το τυπικό της υπόθεσης αναφέρουμε ότι οι αρχαιότερες τοιχογραφίες (σπήλαιο Αλταμίρα στην Ισπανία) έχουν ηλικία περίπου 35.000
και έχουν δημιουργηθεί από τους Νεάντερταλ (τους πλησιέστερους συγγενείς του σύγχρονου ανθρώπου). Σημαντικό είναι και το ότι από όλα τα
ζώα ο άνθρωπος είναι το μοναδικό που εκφράζεται μέσω της τέχνης.
Σε πιο πρακτικό επίπεδο παρατηρούμε ότι όλοι οι άνθρωποι ήδη από τη νηπιακή ηλικία έχουμε ασχοληθεί με κάποιου είδους τέχνη με
συνηθέστερες τη ζωγραφική και τη γλυπτική. Ενδεικτικά αναφέρουμε τα παιδιά που ζωγραφίζουν στο τετράδιο τους ή που παίζουν σε κάποια
παραλία με τα κουβαδάκια τους προσπαθώντας να φτιάξουν παλάτια στην άμμο. Επίσης, όλοι έχουμε δει ότι σε περιπτώσεις κακοποίησης παιδιών
ένας συστηματικός τρόπος να εκμαιεύσουμε από αυτά πληροφορίες είναι να τους ζητήσουμε να ζωγραφίσουν.
Από τα ανωτέρω ενδεικτικά παραδείγματα προκύπτει ότι η τέχνη είναι συνυφασμένη με τον ψυχικό μας κόσμο και αποτελεί ένα γνήσιο εκφραστή
του. Με δεδομένο ότι όλοι μας έχουμε εγγενώς την ικανότητα να εκφραστούμε μέσω της τέχνης προκύπτει ότι η χρήση της στα πλαίσια μιας
ψυχοθεραπευτικής διαδικασίας είναι ένα εξαιρετικό σημείο εκκίνησης. Στις περιπτώσεις, δε, που θέλουμε να περιγράψουμε κάτι εξαιρετικά
επώδυνο ή/και τραυματικό τότε η έκφραση μέσω της τέχνης είναι σχεδόν μονόδρομος στα αρχικά στάδια.
Για να γίνει πιο κατανοητή η προνομιακή θέση της τέχνης στα τραυματικά γεγονότα χρειάζεται να διευκρινίσουμε τι εννοούμε στην πράξη με
τον όρο τραυματικά γεγονότα. Σε ένα ψυχικό τραύμα η ένταση των συναισθημάτων είναι εξαιρετικά μεγάλη και συνεπώς δύσκολα διαχειρίσιμη
αρχικά σε σωματικό επίπεδο και μοιραία στο διανοητικό επίπεδο που έπεται. Η τέχνη συνδέει με φυσικό τρόπο αυτά τα δύο επίπεδα δεδομένου
ότι όλες οι τέχνες απαιτούν τόσο τη χρήση του σώματος όσο και της διανόησης. Επιπλέον, εκφραζόμενοι μέσω της τέχνης δεν είναι απαραίτητο
και ούτε μας αναγκάζει κανείς να δημιουργήσουμε κάποιο αριστούργημα.
Ενδεικτικά, μπορούμε να χορεύουμε και αυτό πρακτικά να σημαίνει ότι περπατάμε στον ρυθμό της μουσικής. Εναλλακτικά, μπορούμε να
ζωγραφίσουμε και αυτό πρακτικά να σημαίνει ότι έχουμε τραβήξει μερικές παράλληλες γραμμές σε ένα φύλλο χαρτί. Ισοδύναμα, μπορούμε να
εκφραζόμαστε μέσω της δημιουργικής γραφής και πρακτικά αυτό να σημαίνει ότι έχουμε γράψει μερικές λέξεις χωρίς να υπάρχει ούτε ένα ρήμα.
Τα παραδείγματα είναι αναρίθμητα.
Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις αυτό που έχουμε καταφέρει είναι να δώσουμε κάποια μορφή στο βίωμα μας. Αυτό προφανώς δεν είναι αρκετό αλλά
είναι το πρώτο βήμα (η αρχή είναι το ήμισυ του παντός, λέει ο θυμόσοφος λαός). Ταυτόχρονα έχοντας εξωτερικεύσει κάτι σχετικό με το βίωμα
μας είμαστε πλέον σε θέση να το παρατηρήσουμε. Παρατηρώ, όμως, σημαίνει ότι έχω αρχίσει να ξαναβάζω σε πλήρη λειτουργία τον εγκέφαλο μου
και αυτό συμβαίνει γιατί είμαι πλέον αποστασιοποιημένος από το βίωμα και εξαιτίας αυτής της απόστασης είμαι σε θέση να λειτουργώ.
Όσο περισσότερο παρατηρούμε το έργο της τέχνης μας και τα συνακόλουθα συναισθήματα και σκέψεις, τόσο περισσότερη μορφή δίνουμε στο βίωμα
μας μετατρέποντάς το από ά-μορφο σε έν-μορφο (=έμμορφο). Όταν τα παρατηρήσουμε επαρκώς, δηλαδή με αρκετές λεπτομέρειες και ταυτόχρονα τα
επεξεργαζόμαστε, θα είμαστε σε θέση να τα τοποθετήσουμε - χωρέσουμε μέσα στον ψυχικό μας κόσμο. Αυτό σημαίνει σε πρώτο στάδιο ότι θα
έχουμε κυριολεκτικά ενσωματώσει το αρχικό βίωμα, δηλαδή δε θα μας κόβεται η ανάσα κάθε φορά που θα το θυμόμαστε. Στο δεύτερο στάδιο θα
έχουμε κατανοήσει τι μας έχει συμβεί και πως μπορούμε αυτή την επώδυνη εμπειρία να τη χρησιμοποιήσουμε στο μέλλον προς όφελος μας.
Συνοψίζοντας, κάθε φορά που εκφραζόμαστε μέσω της τέχνης αυτό που επιτυγχάνουμε είναι να δώσουμε μορφή - σχήμα σε αυτό που μας
βασανίζει. Μόλις η μορφοποίηση - σχηματοποίηση ολοκληρωθεί, τότε είμαστε έτοιμοι να συν-χωρέσουμε - ενσωματώσουμε το τραυματικό γεγονός
μαζί με τα άλλα γεγονότα της ζωής μας. Έχοντας επιτύχει αυτή τη συγχώρεση είμαστε σε θέση να συγχωρέσουμε και τους άλλους ανθρώπους που
μας προκάλεσαν αυτή την εμπειρία και ως εκ τούτου να εκπληρώσουμε ακόμα περισσότερο τις επιταγές της φύσης μας, δηλαδή το να είμαστε
κοινωνικά όντα.
Υ.Γ. Τα ανωτέρω αποτελούν μόνο τροφή για σκέψη και όχι επιστημονική γνώση.
Θέλετε να μοιραστείτε το άρθρο με τους φίλους σας;  
 
 
 
Το δώρο του θυμού
Στο ομώνυμο βιβλίο ο Arun Gandhi περιγράφει μεταξύ άλλων την Πορεία του Αλατιού. Στην πορεία αυτή ο παππούς του, ο Mahatma Gandhi,
περπατάει τετρακόσια χιλιόμετρα προκειμένου να φτάσει από το κέντρο της Ινδίας στα δυτικά παράλια της. Σκοπός του είναι να πάρει πίσω
ένα αλατωρυχείο από τους Βρετανούς αποικιοκράτες. Φτάνοντας στην επίμαχη παραλία παίρνει ένα σβόλο αλατιού και με σηκωμένο το χέρι
δηλώνει «Με αυτό το αλάτι τραντάζω τα θεμέλια της (Βρετανικής) αυτοκρατορίας!»
Είναι σαφές ότι στην Πορεία του Αλατιού, το κυρίαρχο συναίσθημα του Mahatma Gandhi είναι ο θυμός. Ενδιαφέρον είναι, όμως, ότι αυτός ο
θυμός δεν μετατράπηκε ούτε κατ΄ ελάχιστο σε βία. Πιο εντυπωσιακό είναι το γεγονός ότι παρότι ο Mahatma Gandhi και οι ακόλουθοί του
ξυλοκοπήθηκαν από τους Βρετανούς στρατιώτες αρνήθηκαν συστηματικά να ανταπαντήσουν με βία. Το πλέον εντυπωσιακή είναι ότι το αλατωρυχείο
πέρασε στα χέρια των Ινδών και συνολικά η Ινδία ανεξαρτητοποιήθηκε μετά από μερικά χρόνια.
Η ιστορία αυτή μας αναγκάζει να επανεξετάσουμε λίγο πιο αναλυτικά το συναίσθημα του θυμού που παραδοσιακά θεωρείται μάλλον κατακριτέο.
Γνωρίζουμε ότι ο θυμός εμφανίζεται φυσιολογικά σε περιστάσεις όπου τίθεται ζήτημα ζωής ή θανάτου, όπως πχ όταν μας επιτίθεται ένας
ληστής ή ένα άγριο ζώο. Στις περιπτώσεις αυτές το σώμα μας βρίσκεται σε πολύ υψηλή ένταση και η ενέργεια μας είναι όλη άμεσα διαθέσιμη.
Γνωρίζουμε, επιπλέον, ότι ο θυμός εμφανίζεται και όταν κάποιο άλλο συναίσθημα - είτε ευχάριστο, είτε δυσάρεστο - δεν μπορεί να εκφραστεί
πλήρως οπότε το σώμα μας βρίσκεται πάλι σε κατάσταση υψηλής έντασης. Επιπλέον, σε αυτή την περίπτωση επειδή η κατάσταση εξαρχής δεν
εξελίσσεται ομαλά η εκτόνωση της ενέργειας είναι άτσαλη.
Το κοινό σημείο στις δύο αυτές καταστάσεις είναι η σωματική ένταση. Ο θυμός, όμως, όπως και κάθε συναίσθημα, χαρακτηρίζεται τόσο από την
σωματική ένταση, όσο και από τον τρόπο με τον οποίο εκτονώνεται η ενέργεια. Άρα, για να είμαστε ακριβείς θα πρέπει να συμπληρώσουμε την
περιγραφή μας με ένα ακόμα συναίσθημα, δηλαδή την οργή. Το κοινό στοιχείο της οργής και του θυμού είναι ότι έχουμε υψηλή ένταση στο
σώμα. Η ειδοποιός διαφορά τους είναι ότι η ενέργεια του θυμού εκτονώνεται με ένα αποτελεσματικό - λειτουργικό τρόπο, ενώ η ενέργεια της
οργής εκτονώνεται με ένα αναποτελεσματικό - δυσλειτουργικό τρόπο.
Αυτός ο διαχωρισμός ισχύει ακόμα και όταν δεχόμαστε φυσική επίθεση από ένα ληστή ή ένα άγριο ζώο. Αν δεν μπορούμε να διαχειριστούμε
σωστά την ενέργεια του θυμού μας, τότε το πιθανότερο είναι να αρχίσουμε να αλαλάζουμε πιστεύοντας ότι θα φοβερίσουμε τον εχθρό μας. Αν
έχουμε μάθει να διαχειριζόμαστε την ενέργεια του θυμού μας, τότε θα κάνουμε ότι απαιτείται για να αμυνθούμε αποτελεσματικά.
Αντίστοιχα, όταν δεν μπορούμε να εκφράσουμε πλήρως ένα οποιοδήποτε συναίσθημα, τότε αυτό θα εκτονωθεί με φωνές - αλαλαγμούς. Αν μπορούμε
να εκφράσουμε πλήρως το εκάστοτε συναίσθημα, τότε όλοι αντιλαμβάνονται ορθά τι συμβαίνει και μπορούν να αλληλεπιδράσουν ουσιαστικά μαζί
μας.
Άρα, όταν το αρχικό συναίσθημα έχει μετατραπεί σε οργή, τότε στην καλύτερη περίπτωση δεν μας προσφέρει τίποτα.
Προχωρώντας λίγο περισσότερο την ανάλυση μας μπορούμε να πούμε ότι υπό φυσιολογικές συνθήκες ο θυμός εμφανίζεται και όταν εργαζόμαστε
είτε σωματικά είτε διανοητικά. Ενδεικτικά, μπορεί να δουλεύουμε σε συνεργείο και να είμαστε αφοσιωμένοι σε μια επισκευή ή να σκάβουμε
στο χωράφι προκειμένου να το σπείρουμε ή να λύνουμε ένα πολύπλοκο μαθηματικό πρόβλημα. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις εκτονώνουμε
ενέργεια πνευματικά ή/και σωματικά με πολύ υψηλούς ρυθμούς και το σώμα μας βρίσκεται σε ένταση.
Για να γίνει πιο κατανοητή η ένταση στην οποία βρίσκεται το σώμα μας στις περιπτώσεις αυτές αρκεί να φανταστούμε τι θα συμβεί αν κάποιος
μας αποσπάσει την προσοχή πχ με ένα πείραγμα. Επειδή ακριβώς η ένταση και ο ρυθμός με τον οποίο εκτονώνεται η ενέργεια είναι υψηλοί,
κάθε παρεμβολή μπορεί να μας αποσυντονίσει άμεσα προκαλώντας μας οργή.
Διευκρινίζουμε ότι αν τα ανωτέρα παραδείγματα τα αντικαταστήσουμε με καταστάσεις δημιουργικού οίστρου, τότε είναι προτιμότερο να
χρησιμοποιούμε το συναίσθημα του έρωτα. Ο έρωτας, όπως και ο θυμός, έχει υψηλή σωματική ένταση και υψηλό ρυθμό εκτόνωσης ενέργειας, αλλά
διαφέρει από αυτόν στο ότι δεν σχετίζεται με καταστάσεις επιβίωσης, όπως η άμυνα ή η εργασία. Αυτό όμως είναι θέμα που ξεφεύγει από το
πλαίσιο της παρούσας ανάλυσης.
Συνοψίζοντας, μπορούμε να πούμε ότι ο θυμός είναι όντως ένα δώρο, γιατί εξαιτίας του κυριολεκτικά επιβιώνουμε, δηλαδή εργαζόμαστε ή
αμυνόμαστε. Με άλλα λόγια, ο θυμός είναι το καύσιμο μας για να πάμε παρακάτω κυριολεκτικά ή μεταφορικά. Για να είναι όμως το καύσιμο
αποτελεσματικό είναι απαραίτητο και η μηχανή μας να είναι σε καλή κατάσταση. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να δίνουμε προσοχή και σημασία σε
όλα τα μηνύματα του σώματος μας. Τέλος, για να είμαστε αποτελεσματικοί και λειτουργικοί εκτός από καύσιμο μας χρειάζεται και οξυγόνο,
δηλαδή θα πρέπει συνεχώς να αναπνέουμε πλήρως και απρόσκοπτα.
Υ.Γ. Τα ανωτέρω αποτελούν μόνο τροφή για σκέψη και όχι επιστημονική γνώση.
Θέλετε να μοιραστείτε το άρθρο με τους φίλους σας;  
 
 
 
Το καταραμένο ασυνείδητο
Στην ανθρώπινη ιστορία δεν υπάρχει τίποτα που να έχει τρομοκρατήσει τον άνθρωπο τόσο πολύ όσο το ασυνείδητο του. Μόλις στις αρχές
του προηγούμενου αιώνα με τη βοήθεια του Freud και των υπόλοιπων ψυχαναλυτών άρχισαν οι άνθρωποι να ασχολούνται με το ασυνείδητο
χωρίς να μπαίνουν αυτόματα σε κατάσταση πανικού. Οφείλουμε, μάλιστα, να παραδεχτούμε ότι ακόμα και επί των ημερών μας το ασυνείδητο
εξακολουθεί να προκαλεί έντονη δυσφορία στους ανθρώπους.
Αναλύοντας φιλολογικά τη λέξη ασυνείδητο προκύπτει ότι αυτή είναι το αντίθετο του συνειδητού. Το συνειδητό, αντίστοιχα, προέρχεται
από το αρχαιοελληνικό οίδα και είναι ομόρριζο με τη γνώση. Με άλλα λόγια, ασυνείδητο είναι οτιδήποτε δεν γνωρίζουμε. Έχοντας κατά
νου αυτή την ανάλυση φαίνεται εύλογο το ασυνείδητο να μας προκαλεί ένα αίσθημα φόβου, όπως άλλωστε συμβαίνει με όσα δεν γνωρίζουμε.
Στο σημείο αυτό είναι χρήσιμο να διευκρινίσουμε ότι η γνώση σχετίζεται συστηματικά και ουσιωδώς με τη (δια)νόηση που είναι μια
εγκεφαλική λειτουργία. Με άλλα λόγια, οι άνθρωποι έχουμε μια εγκεφαλική λειτουργία που σχετίζεται με το συνειδητό. Ο εγκέφαλος μας,
όμως, εκτελεί και λειτουργίες που δεν σχετίζονται με κανένα τρόπο με τη (δια)νόηση και το συνειδητό. Συγκεκριμένα, μέσω του
κεντρικού και του περιφερικού νευρικού συστήματος ο εγκέφαλος ελέγχει όλες τις σωματικές λειτουργίες. Προφανώς, ο έλεγχος της
λειτουργίας του σώματος μας είναι ασυνείδητος, αφού κανείς μας δεν μπορεί να δώσε οδηγία στον εγκέφαλο του πχ να μειώσει τη ροή του
αίματος στη φλέβα του δεξιού χεριού του.
Συνειδητοποιούμε, λοιπόν, ότι ένα τμήμα του εγκεφάλου μας λειτουργεί εντελώς ασυνείδητα. Κάνοντας αυτή την παρατήρηση αναγκαζόμαστε
να αναθεωρήσουμε την αρχικά εχθρική μας άποψη απέναντι στο ασυνείδητο, γιατί εξαιτίας του δεν σπαταλάμε χρόνο με τις αναρίθμητες
λειτουργίες του σώματος μας. Αξίζει να σημειώσουμε ότι υπάρχουν μερικές λειτουργίες του σώματος που γίνονται τόσο συνειδητά όσο και
ασυνείδητα με πιο χαρακτηριστική περίπτωση αυτή της αναπνοής. Σε αυτές τις περιπτώσεις μπορούμε να χρησιμοποιούμε τον όρο
υποσυνείδητο, που είναι ένα τμήμα του εγκεφάλου που λειτουργεί κατά βάση ασυνείδητα, αλλά αν χρειαστεί μπορεί να λειτουργήσει και
συνειδητά.
Ο ανωτέρω διαχωρισμός είναι σχηματικός αφού στην πράξη ο εγκέφαλος είναι ενιαίος και όλα του τα τμήματα λειτουργούν και
συνεργάζονται σε μόνιμη - συνεχή βάση. Αυτό που χρειάζεται να διευκρινίσουμε είναι ότι η συμμετοχή του κάθε εγκεφαλικού τμήματος
μπορεί να αλλάξει δραστικά ανά πάσα στιγμή και ζητούμενο είναι να υπάρχει τελικά μια λειτουργική δυναμική ισορροπία. Το παράδειγμα
της αναπνοής είναι ένα αρκετά απλό, αλλά πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα. Μπορούμε, πχ στα πλαίσια μιας άσκησης, να κρατήσουμε
συνειδητά την αναπνοή μας για αρκετά δευτερόλεπτα, αλλά αν υπερβούμε τα όρια τότε απλά καταστρέφουμε τον οργανισμό μας. Αντίστοιχα,
μπορεί στα πλαίσια του θυμού μας να έχουμε ασυνείδητα κοκκινίσει στο πρόσωπο, αλλά αν αφήσουμε τον θυμό μας αχαλίνωτο, τότε μοιραία
θα πάθουμε εγκεφαλικό.
Το συνειδητό και το ασυνείδητο διαφέρουν επίσης και στον τρόπο λειτουργίας τους. Συγκεκριμένα, το συνειδητό είναι πολύ πιο αργό από
το ασυνείδητο που είναι αναμενόμενο, αφού το συνειδητό ασχολείται με πολύ πιο σύνθετες - εξελιγμένες λειτουργίες που μοιραία
χρειάζονται πιο πολύ χρόνο για να εκτελεστούν. Προφανώς, μπορούμε με την κατάλληλη εκπαίδευση να κάνουμε λίγο πιο γρήγορο το
συνειδητό, αλλά σε όλες τις κρίσιμες καταστάσεις, δηλαδή αυτές που σχετίζονται με ζητήματα ζωής και θανάτου, το ασυνείδητο θα είναι
πάντα πιο μπροστά και θα αναλαμβάνει τα ηνία.
Το ασυνείδητο θα αναλαμβάνει τα ηνία και όταν μια κατάσταση είναι εν γένει έντονη και ο λόγος είναι ότι το συνειδητό έχει ως
προαπαιτούμενο την ηρεμία προκειμένου να εκτελέσει τις σύνθετες - εξελιγμένες λειτουργίες του. Το ασυνείδητο προφανώς λειτουργεί
ικανοποιητικά σε κάθε κατάσταση αφού είτε σε κατάσταση ηρεμίας είτε σε κατάσταση έντασης, πχ το αίμα μας κυκλοφορεί κανονικά
τροφοδοτώντας με θρεπτικά συστατικά και ενέργεια όλο μας το σώμα. Προφανώς, τόσο το ασυνείδητο, όσο και το συνειδητό δεν λειτουργούν
κανονικά σε καταστάσεις εξάντλησης.
Κρίσιμο στοιχείο για τη λειτουργία του ασυνείδητου είναι ότι αλλάζει με τη συνήθεια. Το παράδειγμα της αναπνοής είναι ένα από τα πιο
χαρακτηριστικά. Αν, πχ κάνουμε γιόγκα που εστιάζει συστηματικά στην αναπνοή, τότε μετά από κάποιο διάστημα θα αλλάξει το μέγεθος και
η διάρκεια της αναπνοής. Αντίστοιχα ακόμα και οι συνειδητές λειτουργίες αν εκτελούνται συστηματικά, τότε μεταπίπτουν στην εποπτεία
του ασυνείδητου. Αν πχ πάμε σε ένα δάσκαλο οδήγησης, τότε αρχικά εστιάζουμε σε όλες τις σχετικές κινήσεις του σώματος μας, αλλά μετά
από κάποιο διάστημα όλα γίνονται με ένα αυτόματο ασυνείδητο τρόπο ή λίγο πιο σωστά έχουμε μεταβεί από τον συνειδητό τρόπο στον
υποσυνείδητο τρόπο, δηλαδή λειτουργούμε ασυνείδητα, αλλά μπορούμε αν χρειαστεί να λειτουργήσουμε και συνειδητά.
Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι το ασυνείδητο, όπως και το σώμα μας που είναι ο αυθεντικός εκφραστής του, μπορεί να γίνει πολύ άγριο
αλλά και πολύ τρυφερό. Άγριο είναι όταν το σώμα μας έχει ένταση και τρυφερό είναι όταν το σώμα μας ηρεμεί ή χαλαρώνει. Το
ασυνείδητο, όπως και το σώμα μας, δεν λέει ποτέ ψέματα γιατί δεν μπορεί να το κάνει - το ψέμα θέλει υψηλό επίπεδο οργάνωσης και το
σώμα μας έχει πιο θεμελιώδη - βασικά πράματα να κάνει, με κυριότερο το να παραμείνει ζωντανό και υγιές.
Συνοψίζοντας, μπορούμε να πούμε ότι το ασυνείδητο είναι το τμήμα του εγκεφάλου που ασχολείται με τη λειτουργία του σώματος, πχ
κυκλοφορία του αίματος. Το συνειδητό είναι εκείνο το τμήμα του εγκεφάλου που ασχολείται με το τι θα κάνει το σώμα, πχ θα στρίψει
αριστερά για να αποφύγει μια δυσάρεστη συνάντηση. Το υποσυνείδητο είναι εκείνο το τμήμα του εγκεφάλου που μπορεί να λειτουργήσει
συνειδητά ή/και ασυνείδητα ανάλογα με τις ανάγκες της κάθε περίστασης. Όσο πιο ήρεμο είναι το σώμα, τόσο πιο ήρεμο είναι το
ασυνείδητο, τόσο πιο ευέλικτο είναι το υποσυνείδητο και τόσο πιο λογικές αποφάσεις μπορεί να πάρει το συνειδητό.
Ουσιαστικό ζητούμενο είναι το ασυνείδητο, το υποσυνείδητο και το συνειδητό να βρίσκονται σε μια λειτουργική δυναμική ισορροπία. Με
τον τρόπο αυτό διατηρούμε το σώμα μας σε υγιή κατάσταση και άρα απολαμβάνουμε την ύπαρξη μας, ενώ ταυτόχρονα δρέπουμε τους καρπούς
των φυσιολογικών επιλογών μας.
Υ.Γ. Τα ανωτέρω αποτελούν μόνο τροφή για σκέψη και όχι επιστημονική γνώση.
Θέλετε να μοιραστείτε το άρθρο με τους φίλους σας;  
 
 
 
×
❮
❯